Κατάσταση ‘αρόδου’

Φωτογραφία από το λεύκωμα «Αρόδο -- Λιμάνια, Πορθμεία και βαρκάρηδες της Άνδρου», 2011
Φωτογραφία από το λεύκωμα «Αρόδο -- Λιμάνια, Πορθμεία και βαρκάρηδες της Άνδρου», 2011



«Για όποιον έχει κα­θί­σει με­ρι­κές φο­ρές στις πρώ­τες σει­ρές οποιασ­δή­πο­τε θε­α­τρι­κής πλα­τεί­ας, το αρ­χι­κό άνοιγ­μα της αυ­λαί­ας, φέρ­νει αμέ­σως στα ρου­θού­νια μια γνώ­ρι­μη, την ίδια πά­ντα οσμή. Οσμή γλυ­κί­ζου­σας σα­πί­λας, χα­ρα­κτη­ρι­στι­κή κι απα­ράλ­λα­κτη, εί­τε πρό­κει­ται για το σπου­δαιο­φα­νές θέ­α­τρο νε­ό­πλου­της συ­νοι­κί­ας, εί­τε πρό­κει­ται για θέ­α­τρο που χά­ρη σε αλ­λε­πάλ­λη­λες ανα­και­νί­σεις, λει­τουρ­γεί επί δύο ή τρεις και πε­ρισ­σό­τε­ρους αιώ­νες. Εάν το φαι­νό­με­νο δεν οφεί­λε­ται στο μό­νι­μο συν­δυα­σμό αρω­μά­των από ελα­φρώς σκο­νι­σμέ­να υφά­σμα­τα, δου­λε­μέ­να σα­νί­δια, κρέ­μες μα­κι­γιάζ, πού­δρες και ιδρώ­τα φρε­σκο­πλυ­μέ­νων κορ­μιών, θα προ­κα­λεί­ται σί­γου­ρα από την ίδια την 'ο­σμή' της προσ­δο­κί­ας. Της προσ­δο­κί­ας να αντι­κρί­σει κα­νείς, επί τέ­λους, την πα­ρά­στα­ση που θα του εξη­γεί ορι­στι­κά το πε­πρω­μέ­νο του ως αν­θρώ­που».  ————Πέ­τρος ΜΑΡ­ΤΙ­ΝΙ­ΔΗΣ, Με­τα­μορ­φώ­σεις του Θε­α­τρι­κού Χώ­ρου


Συ­γκα­τα­λέ­γο­μαι σε αυ­τούς που με­τα­ξύ 8 και 13 Μαρ­τί­ου του 2020, και για τις επό­με­νες του­λά­χι­στον τρεις εβδο­μά­δες, πε­ριέ­πε­σαν σε μια βα­θειά με­λαγ­χο­λία, σχε­δόν κα­τά­θλι­ψη, για­τί συ­νει­δη­το­ποί­η­σαν ένα βα­θύ πλήγ­μα που δέ­χτη­κε όχι μό­νο το Θέ­α­τρο, αλ­λά το ίδιο το Σώ­μα των αν­θρώ­πων. Και για μέ­να προ­σω­πι­κά σαν καλ­λι­τέ­χνη, ως τα 57 μου χρό­νια του­λά­χι­στον, το Θέ­α­τρο εξι­σώ­νε­ται με το Συ­γκι­νη­μέ­νο Σώ­μα.

Τα τε­λευ­ταία χρό­νια, εί­χαν ήδη ση­μειω­θεί αλ­λα­γές σχε­τι­κά με την πρό­σλη­ψη της έν­νοιας ‘πη­γαί­νω θέ­α­τρο’, ει­δι­κά για τη νε­ώ­τε­ρη γε­νιά , και για το αν αυ­τή ακρι­βώς η φυ­σι­κή πα­ρου­σία, απο­τε­λεί την πρώ­τη της προ­τε­ραιό­τη­τα , όταν τό­σες άλ­λες επι­λο­γές, την κα­λούν σε άλ­λους δρό­μους… Την επο­χή της συ­ναι­σθη­μα­τι­κής (και τε­λευ­ταία και σω­μα­τι­κής) από­στα­σης, και του social networking , το τη­λε- δεί­χνει να κρύ­βει πε­ρισ­σό­τε­ρες συ­γκι­νή­σεις, όπως επί­σης η ανω­νυ­μία και το cocooning……
Σε αυ­τό προ­σθέ­στε ότι η θε­α­τρι­κή πρά­ξη εί­χε ήδη κα­τα­στεί κου­ρα­στι­κή, για­τί για να λει­τουρ­γή­σει χρειά­ζε­ται έναν κα­λό πο­μπό, αλ­λά και έναν εξί­σου κα­λό δέ­κτη. Εν μέ­σω μιας επο­χής κα­κό­φω­νης βα­βού­ρας, όλοι , από κε­κτη­μέ­νη τα­χύ­τη­τα, γι­νό­μα­στε ακα­τά­σχε­τα πο­μποί, και στα ση­μα­ντι­κά και στα ασή­μα­ντα, και ο ψυ­χι­κός χώ­ρος και χρό­νος που απαι­τεί­ται για να προ­σέ­ξει κά­ποιος κά­τι, να του δώ­σει ση­μα­σία, και να εγ­γρα­φεί μέ­σα του, ως ση­μα­ντι­κό, κα­θί­στα­ται ολο­έ­να και λι­γό­τε­ρος.
H απου­σία του προ­σώ­που, μέ­σα στην ανω­νυ­μία του δι­κτύ­ου, στα fake profiles, τα stories, και τα TiΚ-ToΚ, γί­νε­ται ένα γοη­τευ­τι­κό παι­χνί­δι, πα­ρα­σύ­ρο­ντας στα θο­λά νε­ρά της, την ηθι­κή της απαί­τη­σης ταυ­το­ση­μί­ας προ­σώ­που και ονό­μα­τος, λό­γου και ευ­θύ­νης, τι­μής των γρα­φο­μέ­νων και γνη­σιό­τη­τας υπο­γρα­φής.
Οι αρ­χές του Δια­φω­τι­σμού που συ­νέ­δε­σαν την ανά­δει­ξη του όντος μέ­σω της προ­σω­πι­κό­τη­τας -εν προ­κει­μέ­νω, του προ­σώ­που που φέ­ρει η όψη, δεί­χνουν να δια­λύ­ο­νται στον απέ­ρα­ντο και ολο­έ­να πο­λυ­πλο­κό­τε­ρο πα­γκό­σμιο ιστό.
Την επο­χή που τα όρια δη­μό­σιου και ιδιω­τι­κού κα­ταρ­γού­νται, και η ατο­μι­κή ζωή γί­νε­ται θέ­α­μα σε έναν ωκε­α­νό από selfies, blogs, instagrammers και influencers, likes και hashtags, άλ­λες φο­ρές από κε­κτη­μέ­νη τα­χύ­τη­τα υπε­ρέκ­θε­σης, άλ­λο­τε στο όνο­μα υλι­κής αντα­μοι­βής, σε μια εκ­πορ­νευ­μέ­νη εκ­δο­χή πώ­λη­σης των εσω­ψύ­χων, τι συ­γκί­νη­ση άρα­γε μπο­ρούν να προ­σφέ­ρουν στο πλή­θος, τα αχνά πά­θη του Αρ­γκάν ή της Νό­ρας;
Τα reality παι­χνί­δια και οι προ­σω­πι­κές ιστο­ρί­ες , ντυ­μέ­νες τον μαν­δύα του αλη­θι­νού, ανα­προσ­διο­ρί­ζουν τις συν­θή­κες του θε­ά­σθαι, και την ίδια την αξία της ποι­η­τι­κής μυ­θο­πλα­σί­ας.
Οι πιο αι­σιό­δο­ξοι θα ισχυ­ρι­στούν ότι πο­λύ σύ­ντο­μα (αν δεν έχει κιό­λας συμ­βεί) , ο άν­θρω­πος θα βα­ρε­θεί από τη συ­νε­χή ανά­πλα­ση και προ­έ­κτα­ση της ει­κό­νας του, μέ­σω τε­χνο­λο­γι­κών avatars και profiles, και θα ανα­ζη­τή­σει την επι­στρο­φή στα αν­θρώ­πι­να μέ­τρα, και στον φυ­σι­κό κό­σμο που μπο­ρεί να ελέγ­ξει. Aυτό το γε­γο­νός, του­λά­χι­στον στο δυ­τι­κό κό­σμο, υπο­βοη­θού­με­νο και από την οι­κο­νο­μι­κή κρί­ση, ίσως συ­ντε­λέ­σει και στο ξύ­πνη­μα από τον ύπνο των ψευ­δαι­σθή­σε­ων του τε­χνο­λο­γι­κού πα­ρά­δει­σου.
Φυ­σι­κά το μέλ­λον έχει την τρο­μα­κτι­κή ιδιό­τη­τα να μας εκ­πλήσ­σει, και μά­λι­στα τε­λευ­ταία , σε αυ­τή την επο­χή των αχαρ­το­γρά­φη­των υδά­των, συ­μπε­ρι­φέ­ρε­ται άκρως σα­δι­στι­κά, ει­δι­κά σε κεί­νους οι οποί­οι προ­σπα­θούν να το μα­ντέ­ψουν και να το ανα­λύ­σουν.


Κα­τά­στα­ση αρό­δου – του­τέ­στιν έξω από το λι­μά­νι ή μα­κριά από το αγκυ­ρο­βό­λιο ή όπως λέ­ει και ο Παῦλος Νιρ­βά­νας, στο «Νῦν ἀπο­λύ­οις»: «Έπια­σε τα κου­πιά, αλαρ­γά­ρη­σε λι­γά­κι και φου­ντά­ρη­σε αρό­δου».

Αρό­δου εί­ναι η κα­τά­στα­ση που βλέ­πεις το λι­μά­νι από μα­κριά και πε­ρι­μέ­νεις τη λάν­τζα να σε πε­ρά­σει απέ­να­ντι.
Κά­πως έτσι κι εμείς, οι άν­θρω­ποι που η τέ­χνη μας εί­ναι ‘οι θε­ώ­με­νοι και οι θε­α­τέ­ς’, μπή­κα­με αρό­δου και απο­κο­πή­κα­με από το κοι­νό μας.
Στα πλοία, με­τά από 40 μέ­ρες «αρό­δου», αν ξύ­πνα­γες σε ώρα πα­ρά­ται­ρη , και δε σε εί­χε τα­κτο­ποι­ή­σει στο χω­ρο­χρό­νο η βάρ­δια, τα φώ­τα του λι­μα­νιού δεν ήξε­ρες αν ερ­χό­ντου­σαν κο­ντά από μό­να τους ή αν απο­μα­κρύ­νο­νταν.
Κά­πως έτσι και τώ­ρα απο­κομ­μέ­νοι απ’ τον ομ­φά­λιο λώ­ρο των θε­α­τών, δε ξέ­ρου­με ποιος κοι­τά­ει ποιόν, πό­τε θάρ­θει η λά­τζα, αλ­λά και ποιά λά­τζα θά­ναι αυ­τή….
Ξορ­κί­σα­με αρ­κε­τά τον και­ρό του lock down το κα­κό, για να επι­στρέ­ψει μα­γι­κά η προη­γού­με­νη κα­νο­νι­κό­τη­τα, ανε­βά­ζο­ντας μα­ζι­κά link για πα­ρα­στά­σεις, μπα­λέ­τα, όπε­ρες και δρά­σεις όλων των ει­δών πα­ρα­στα­σια­κού φαι­νο­μέ­νου.
Οι «πα­λαιοί των ημε­ρών» που έλε­γε και ο αγα­πη­μέ­νος Παύ­λος Μά­τε­σις, που θε­ω­ρούν ότι δε νο­εί­ται πα­ρα­στα­σι­μό­τη­τα έξω από τη φυ­σι­κή πα­ρου­σία και στην εξί­σω­ση θέ­α­τρο πε­ρι­λαμ­βά­νουν και την ‘άυ­λη ενέρ­γεια’, αυ­τή που πα­ρεμ­βάλ­λε­ται και παί­ζει ίσως τον πιο κα­θο­ρι­στι­κό ρό­λο και ανυ­ψώ­νει το θέ­α­τρο από ‘απλή πα­ρα­κο­λού­θη­ση μιας ιστο­ρί­α­ς’ σε ζω­ντα­νή εμπει­ρία, ανα­μέ­νουν να λει­τουρ­γή­σει το θέ­α­τρο όπως το γνώ­ρι­ζαν από πα­λιά.
Υπάρ­χουν και οι άλ­λοι, οι πιο σο­φοί ίσως, που το διά­στη­μα της κα­ρα­ντί­νας, βρή­καν την ευ­και­ρία να στα­θούν ακί­νη­τοι, και όπως έγρα­ψε εξαί­ρε­τα η Να­τάσ­σα Φω­κια­νί­δου, να «κοι­μού­νται μό­νο με την αί­σθη­ση του πα­ρό­ντος».

Το μέ­σα μου δεν ανέ­χε­ται ού­τε ένα ψήγ­μα ψευ­δαί­σθη­σης - σύν­δε­σης με ομ­φά­λιους λώ­ρους.
Προ­σπα­θώ να συ­νη­θί­σω σ’ αυ­τή τη νέα αί­σθη­ση.
Της αβε­βαιό­τη­τας, του χά­ους.
Σαν κά­ποιος να ήρ­θε πί­σω μου και να μ’ έσπρω­ξε σε ένα κε­νό χω­ρίς βα­ρύ­τη­τα.
Σαν εκεί­νη την αί­σθη­ση που έχεις όταν κοι­τά­ξεις τον βυ­θό για πρώ­τη φο­ρά.
Που δεν βλέ­πεις κά­τω απ τα πό­δια σου τί­πο­τα


Οι καλ­λι­τέ­χνες αντι­λαμ­βά­νο­νται με ευ­κο­λία, ότι αυ­τή η αί­σθη­ση όσο κι αν φα­ντά­ζει επι­κίν­δυ­νη, εί­ναι και η γε­νε­σιουρ­γός κά­θε και­νού­ριας δη­μιουρ­γί­ας. Εξάλ­λου το ίδιο το Θέ­α­τρο γνω­ρί­ζει κα­λά από ‘ λει­τουρ­γι­κές παύ­σει­ς’….
Μέ­σα σε διά­στη­μα λί­γων μη­νών, λοι­πόν, εμπε­δώ­σα­με όλο το αρ­χεια­κό υλι­κό από πα­ρα­στά­σεις ιστο­ρι­κές, νε­ω­τε­ρι­κές, κά­ποιες που χά­σα­με, κά­ποιες που μας πα­ρη­γο­ρούν που υπάρ­χουν, κά­ποιες που θα μι­μη­θού­με στο μέλ­λον (ελ­πί­ζου­με), κά­ποιες που προ­δώ­σα­νε ποιοι τις μι­μή­θη­καν στο πα­ρελ­θόν, βρή­κα­με πα­ρη­γο­ριά σε κον­σέρ­τα, όπε­ρες, μπα­λέ­τα σε μια βου­λι­μι­κή έκρη­ξη απο­τύ­πω­σης, κα­τα­γρα­φής, προ­σευ­χής, λες και όλο το πνεύ­μα και η τέ­χνη στον πλα­νή­τη θα χα­θούν δια μιας και πρέ­πει να τα δια­σώ­σου­με σε μια πε­ρί­ερ­γη Κι­βω­τό.
Τό­τε συ­νει­δη­το­ποι­ή­σα­με ξαφ­νι­κά ότι η μπου­κα­πόρ­τα της Κι­βω­τού κλεί­νει, ότι το τα­ξί­δι εί­ναι μα­κρύ και τρι­κυ­μιώ­δες, ότι το Αρα­ράτ δεν εί­ναι δε­δο­μέ­νο, και ότι σε αυ­τήν την Κι­βω­τό ακό­μα πα­ρα­στά­σεις δε δί­νο­νται…..
Δια της βί­ας, ανα­γκα­ζό­μα­στε να εγκα­τα­λεί­ψου­με την προη­γού­με­νη υπερ­δρα­στη­ριό­τη­τα , που η αλή­θεια εί­ναι ότι εί­χε δεί­ξει από νω­ρίς ση­μά­δια κό­πω­σης, αρ­χί­ζου­με να ανι­χνεύ­ου­με νέ­ους τρό­πους πα­ρα­γω­γής τέ­χνης, να εν­νο­ή­σου­με τι εί­ναι το χρή­σι­μο και ανα­γκαίο, τι θέ­λει η κοι­νω­νία αυ­τή τη στιγ­μή, και ΠΩΣ θα της το πα­ρέ­χου­με. Για­τί όπως και στην Τέ­χνη, έτσι και στην πο­λύ­πλο­κη ζωή που ζού­με, η ΦΟΡ­ΜΑ εκ­πέ­μπει και το δι­κό της πε­ριε­χό­με­νο.
Το βέ­βαιον εί­ναι ότι η ‘αγο­ρά’ , απο­κλεί­ε­ται να απορ­ρο­φή­σει αυ­τήν την υπερ­πα­ρα­γω­γή τέ­χνης στο άμε­σο μέλ­λον. Οσα δια­σω­στι­κά μέ­τρα και να παρ­θούν, απο­κλεί­ε­ται τό­σοι επαγ­γελ­μα­τί­ες να έχουν δου­λειά με­τά από αυ­τήν την κρί­ση, χω­ρίς με­τα­στρο­φή των ικα­νο­τή­των τους σε άλ­λα πε­δία.
Λό­γοι επι­βί­ω­σης θα κά­νουν αυ­τήν την ανα­γκαιό­τη­τα σαρ­κο­βό­ρα και το triage ετοι­μά­ζε­ται να εφαρ­μο­στεί στον επαγ­γελ­μα­τι­κό χώ­ρο, όχι μό­νο φυ­σι­κά τον καλ­λι­τε­χνι­κό….
Για όλους αυ­τούς τους λό­γους, μια γε­ρή εν­δο­σκό­πη­ση στο ΠΟΙΟΙ εί­μα­στε και τι μπο­ρού­με να κά­νου­με, εί­ναι αυ­τό που πρέ­πει να μας απα­σχο­λή­σει αυ­τή τη στιγ­μή.
Με­γά­λη δο­κι­μα­σία για το ΕΓΩ μας (το έτσι κι αλ­λιώς υπερ­τρο­φι­κό εγώ του καλ­λι­τέ­χνη) αλ­λά και των πό­ρων που έχει ο κα­θείς, όπως και την ηλι­κία… Δε βρί­σκει κά­ποιον στο ίδιο ση­μείο, μια τέ­τοια συ­γκλο­νι­στι­κή αλ­λα­γή, την οποία βιώ­νει για πρώ­τη φο­ρά όλος ο πλα­νή­της ταυ­τό­χρο­να, μια σχε­δόν αρι­στο­φα­νι­κά σαρ­κα­στι­κή επι­βε­βαί­ω­ση της πε­ρι­βό­η­της ‘πα­γκο­σμιο­ποί­η­ση­ς’…
Η πα­ρα­τή­ρη­ση των αλ­λα­γών που επι­φέ­ρει αυ­τή η δο­κι­μα­σία σε πα­γκό­σμιο κοι­νω­νι­κό και πο­λι­τι­κό επί­πε­δο, όχι μό­νον σε ζω­ές, αλ­λά σε ιδέ­ες και συ­στή­μα­τα, που έτσι κι αλ­λιώς δο­κι­μά­ζο­νταν σκλη­ρά και προη­γου­μέ­νως, έχει επί­σης τρο­με­ρό εν­δια­φέ­ρον. Πέ­ρα από τους φό­βους για Πα­γκό­σμια Βαρ­βα­ρό­τη­τα και τον κίν­δυ­νο απώ­λειας πολ­λών κε­κτη­μέ­νων της Ευ­ρώ­πης του Δια­φω­τι­σμού, ένα από τα πιο δυ­σοί­ω­να σε­νά­ρια που ανα­δύ­ε­ται , εί­ναι ότι οι και­ροί κρί­σης πά­ντα έδει­ξαν αντί­θε­τη πο­ρεία από την ενό­τη­τα και την ομο­ψυ­χία . Φό­βοι ότι θα επι­δει­νω­θεί η κα­χυ­πο­ψία, η κλει­στο­φο­βία, οι ψυ­χώ­σεις και αντα­να­κλα­στι­κά σε επί­πε­δο εθνο­τή­των, θα ενι­σχυ­θεί η ιδέα του εθνι­κού κρά­τους, των κλει­στών συ­νό­ρων, η επι­κρά­τη­ση συ­ντη­ρη­τι­κών ηγε­τών, και ξε­νο­φο­βί­ας.
Εί­ναι λο­γι­κή η επι­στρο­φή του αν­θρώ­πι­νου εί­δους στην ‘μι­κρή σκά­λα’ όταν κιν­δυ­νεύ­ει, αλ­λά αν αυ­τή η επι­φύ­λα­ξη συ­νο­δευ­τεί από το φό­βο και την εθνι­κι­στι­κή υστε­ρία, τα απο­τε­λέ­σμα­τα θα εί­ναι τρα­γι­κά, του­λά­χι­στον για ότι πρε­σβεύ­ου­με εμείς οι καλ­λι­τέ­χνες: δια­κί­νη­ση αν­θρώ­πων και ιδε­ών, ελευ­θε­ρία στη δη­μιουρ­γία, τα­ξί­δι με την έν­νοια του ανοίγ­μα­τος ψυ­χής και μυα­λού…
Θα μπο­ρέ­σει το μό­νο που έχου­με πραγ­μα­τι­κά πα­γκό­σμιο , δη­λα­δή το ΔΙ­ΚΤΥΟ, να απο­τε­λέ­σει το πε­δίο μιας αλη­θι­νής επι­κοι­νω­νί­ας , ενός φά­ρου που θα κρα­τη­θεί αναμ­μέ­νος, που θα συ­ντη­ρή­σει την ανά­γκη δη­μιουρ­γί­ας, ζω­ντα­νή, με όλα τα μέ­σα, με δια­φο­ρε­τι­κά ερ­γα­λεία, με ασυ­νή­θι­στους τρό­πους, με εφευ­ρε­τι­κό­τη­τα και φα­ντα­σία, ή θα επι­τε­λε­στεί η προ­φη­τεία που η κα­κιά Κασ­σάν­δρα εκ­στό­μι­σε τις πρώ­τες μέ­ρες του απο­κλει­σμού, ότι θα οδη­γη­θού­με σε μα­ρα­σμό του Θε­ά­τρου του­λά­χι­στον όπως το γνω­ρί­ζα­με;
Το σί­γου­ρο εί­ναι ότι μας δί­νε­ται μια μο­να­δι­κή ευ­και­ρία να ξε­δια­λέ­ξου­με από το εφή­με­ρο, το ου­σια­στι­κό, και εί­ναι εκεί­νο που θα κα­θο­ρί­σει τη δύ­να­μη επί­δρα­σης της θε­α­τρι­κής πρά­ξης στο μέλ­λον.

Εν τω με­τα­ξύ όπως εί­πε και ο φι­λό­σο­φος- γκου­ρού των τε­λευ­ταί­ων χρό­νων Γιου­βάλ Νώε Χα­ρά­ρι, στη συ­νέ­ντευ­ξη του στον Αλέ­ξη Πα­πα­χε­λά στην Κα­θη­με­ρι­νή στις 4-10-2020:

«Οι δε­ξιό­τη­τες, δεν εί­ναι πλέ­ον απα­ραί­τη­τες. Πρέ­πει να ανα­κα­λύ­ψεις ξα­νά τον εαυ­τό σου, και γι αυ­τό χρειά­ζε­ται να ανα­πτύ­ξεις την ικα­νό­τη­τα να συ­νε­χί­σεις να μα­θαί­νεις, κα­θ’ όλη τη διάρ­κεια της ζω­ής σου(…..)Αυ­τό εί­ναι το κλει­δί για την επι­βί­ω­ση στον 21ο αιώ­να.»

Ισως αυ­τή εί­ναι και η πιο αι­σιό­δο­ξη προ­ο­πτι­κή, τώ­ρα που ο κό­σμος κρύ­βε­ται πί­σω από «μου­σα­ριό­λια»,* η φυ­σι­κή πα­ρου­σία αντι­κα­θί­στα­ται με ει­κο­νι­κούς εαυ­τούς και zoom πλατ­φόρ­μες, τώ­ρα που όλων η αγω­νία συμ­πτύσ­σε­ται στην ερώ­τη­ση: «πως θα εί­ναι ο κό­σμος με­τά;»

*Μου­σα­ριό­λι ή μου­ζέ­το λέ­γε­ται το κά­λυμ­μα στο στό­μα στην Κερ­κυ­ραϊ­κή διά­λε­κτο