Σονετοφιλία

Από το «The Extravagant Shepherd» (1654) του Charles Sorel
Από το «The Extravagant Shepherd» (1654) του Charles Sorel

Ευριπίδης Γαραντούδης

ΣΟΝΕΤΟΦΙΛΙΑ

Στην https://melobytes.gr/el/app/omoiokataliksies

Εκεί που λες πως δεν θα γράψεις πια σονέτο,
θα δώσεις τέρμα σε μιαν έξη σου υποζύγιο
των ιδαλγών μιας νοσταλγίας πικρό κουφέτο
γάμου που αντέχει μισό χρόνο έως το διαζύγιο,

να σου η αφορμή για να ξανά μανά σκαρώσεις
το μέτρημα των συλλαβών στα δάχτυλά σου.
Του ιαμβικού δεκατρισύλλαβού μου οι ώσεις
οι νευρικές με στέλνουν άωρο στα όνειρά σου,

Σοφία. Τονίζουμε την έκτη, τη δωδέκατη
– ενώ μας βλέπει πίσω από τα νέφη η Εκάτη·
και να προσέχουμε μετά τον στίχο δέκα τη

στρωτή ροή της ρίμας, μην στραβώσει κάτι
και μαραθεί η μισή μας μίσθια ζωή.
Η άλλη μισή; Με τα σονέτα ευδοκιμεί;

Σονετοφιλία

Σοφία Κολοτούρου

ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΩΠΙΔΑ

Μισή ζωή∙ μισοπνιγμένος στου Ζωγράφου
να πολεμάς να τους ανοίξεις το κεφάλι
για να τους βάλεις μέσα Κάλβο. Μα σε γράφουν
στα κινητά τους χαχανίζοντας και πάλι.

Έτσι είν’ τα νιάτα. Έχουν καιρό – και αγνοούνε
την Ιστορία∙ αυτό το βάρος των αιώνων.
Μόνο τα SOS για να «περάσουν» τους αρκούνε.
Όμως τη μνήμη ποιος φυλάσσει των προγόνων;

Οι Φαλμεράυερ διαρκώς καραδοκούνε∙
κι εσύ, που ανέλαβες σαν χρέος την ευθύνη
γλώσσα και ποίηση να διδάξεις δεν σ’ ακούνε.

Κι έτσι φοράς την προσωπίδα απ’ την Ασίνη
και φεύγεις ήδη μ’ ένα πλοίο για τις Αζόρες
με Πορτογάλους κι Ισπανούς κονκισταδόρες.

Σονετοφιλία

Ευριπίδης Γαραντούδης

ΣONETOMAXIA

Μα είμαστε ανήκεστοι, παλαιοί σονετογράφοι,
κι ο Καρυωτάκης κι ο Μαρτζώκης κι ο Μαβίλης·
ξεμείναμε άχρηστοι στ’ αραχνιασμένο ράφι
της καύσιμης –ληγμένης– παναρμόνιας ύλης.

Λαγνουργοί λέξεων, ρίμας μηχανορράφοι,
σβήνουμε σκιές μπροστά στο φως της κλειστής πύλης.
Ποιος μας διαβάζει τώρα πια; Κανείς μας γράφει
στο κρύο μάρμαρο της επιτύμβιας στήλης;

Θα σου ’γραφα κι άλλα σονέτα, μα πού χρόνος.
Θα στα ’στελνα από την οδό της Ευτοπίας.
Θα μου απαντούσες με όσα μας προστάζει ο τόνος

του μετρονόμου της κοινής μας εξορίας:
δουλειές, ευθύνες, ρόλοι, email περιμένουν·
πάντως, τα ράκη των σονέτων μας μάς ραίνουν.

Σονετοφιλία

Σοφία Κολοτούρου

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΑΡΤΙΔΑ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΜΑΒΙΛΗ

Τώρα σε βλέπω, παίζεις ματ στην τελευταία παρτίδα ————Ε. Γαραντούδης, «Λαμπερό Μύρο»

Δεν γίνεται να γράψω ένα σονέτο.
Με κέρδισες μες την πλατεία Μαβίλη,
αιώνες πριν – και πρόπερσι κι εφέτος.
Καλέ μου, κι η Μυρτιώτισσα θα στείλει

κι η κελνερίνα που σερβίρει με τον δίσκο.
Κι αν σιχτιρίζεις τη γριά Φιλολογία
και προτιμάς να σκοτωθείς ξανά στο Δρίσκο,
μαζί θα γράψουμε μια νέα παρωδία

για να σου δώσουμε άλλο τέλος – το δικό μου.
Κάτω απ’ τις ρόδες του σωφέρ της σε σκοτώνω,
άσειστο μες το μπαρ σε πνίγω, στο ποτό μου∙

στο ύστερο ράφι το βιβλίο παραχώνω.
Εγώ στο ράγισα το άλικο ανθογυάλι.
Παίρνω τα μαύρα – και θα παίξουμε και πάλι.

Σονετοφιλία

Ευριπίδης Γαραντούδης

ΜΕ ΡΟΔΟΠΕΤΑΛΑ

Με ροδοπέταλα· η αρχή του άγραφου ακόμα
σονέτου που, φαντάζομαι, θ’ ακολουθήσει.
Στο ρουμπινένιο της ας μας σμιλεύσει δώμα,
ωραίους, γενναίους, μοιραίους, πριν μας σβήσει, η δύση.

Είναι καιρός πια να δεχτώ το ότι γερνώ.
Οι ψευδαισθήσεις μου είν’ περβόλια στον αέρα.
Παίρνεις τα μαύρα για να παίξουμε τυφλό,
κλεισμένοι ταίρι στην ασφυκτική μας σφαίρα;

Ο άωρος νεκρός είναι νεκρός και δεν το ξέρει.
Απόψε η νύχτα πέφτει όλο ησυχία και πάστρα,
για να μου ανοίξει πλέριο ουρανό ενόρασης

όπου ο Κανένας θα φυλλομετράει τ’ άστρα·
ενώ φυσάει άναρθρες λέξεις το κρύο αγέρι
απ’ το ανοιχτό παράθυρο της τηλεόρασης.

Σονετοφιλία

Σοφία Κολοτούρου

ΣΚΙΑΜΑΧΙΑ

Με ροδοπέταλα στην πύλη της ερήμου∙
σκορπίζουν γύρω μας, στην ερημία του πλήθους.
Αν τα μαζέψω, καταγράφω στο χαρτί μου
χίλια σονέτα∙ τ’ απαγγέλλω από στήθους.

Δεν φτάνουν όμως να γεμίσουν τη ζωή μου
(κέραμοι ανάκατοι με πλίνθους και με λίθους).
Μηχανορράφος μες στη ρίμα η ύπαρξή μου
κι όλο σκοντάφτω μπρος στης ποίησης τους μύθους.

Δεκατετράστιχα ανεβαίνουμε, σαν σκάλα
σ’ ένα πεδίο που διασταυρώνουμε τα ξίφη
κι έχουμε μέσα μας οράματα μεγάλα

και σχέδια τόσα, να ξεφύγουμε απ’ τη λήθη.
Λοιπόν, τα βλέπω∙ και το σήκωσα το γάντι
κι όλο προσμένω ενός στίχου το διαμάντι.

Σονετοφιλία

Ευριπίδης Γαραντούδης

Η ΑΠΟΣΤΑΣΗ

Η απόστασή μας είν’ που τρέφει τα σονέτα.
Και τα ανατρέφει σαν υπάκουα παιδιά.
Τ’ αγέννητα έμβρυα, τα ωραία μας πορτραίτα
σε μια ανοιχτή πινακοθήκη ή σινεμά

υπαίθριο, σε σούρουπο καλοκαιριού·
αρκεί να λείπουμε, να ’χουμε φύγει εμείς,
να ταξιδεύουμε για το άγραφο αλλού
μ’ ένα εισιτήριο ανοιχτής επιστροφής.

Απ’ την αρχή. Η σκοτεινιά· και η σιωπή.
Κι έπεσε η νύχτα μες στον λάκκο των ειδήσεων.
Νεκροί, νεκροί, νεκροί, νεκροί κι άλλοι νεκροί.

Τι αρμολογούν; Τη σκοτεινιά· και τη σιγή.
Μήπως μπορεί να ομοιοκαταληκτήσει ο Αύγουστος;
Αντηχεί μόνο, σαν κελαϊδισμός ανάκουστος.

Σονετοφιλία

Σοφία Κολοτούρου

ΜΑΖΙ ΚΑΙ ΜΟΝΟΙ

Το πάθος όχι, το ίνδαλμά του μόνον∙
δες πως γεννάει κι αυτό ποιήματα-παιδιά.
Ο στίχος έρχεται απ’ τα βάθη των αιώνων
και διαποτίζει το μυαλό και την καρδιά.

Γράφανε γράμματα οι παλιοί. Περνούσαν μήνες
να φτάσει ο φάκελος, η αλληλογραφία.
Αρκεί ένα «κλικ» για μας, μέσα στις δίνες
που σχηματίζει του Δικτύου η ευκολία.

Μαζί και μόνοι, on line συνομιλούμε
όπως αρμόζει στην απρόσωπη εποχή.
Μήνα Αύγουστο μας όρισαν να ζούμε

– να ομοιοκαταληκτούν με μας νεκροί.
Μαζί και μόνοι, με το νήμα του αοράτου∙
με στίχους σβήνουμε τα ίχνη του θανάτου.

Σονετοφιλία

Ευριπίδης Γαραντούδης

ΕΤΣΙ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ Ο ΓΗΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, ΜΕ ΛΥΓΜΟ

Στιγμή δεν παύει ο αρνητικός μου ψυχισμός;
Μάλλον τον έλκουν τα σονέτα μας μαγνήτες.
Πώς παρελαύνει ένας ατέλειωτος εσμός
σονετογράφων που τεχνούργησαν τις ήττες

της άδειας κι άχαρης μα κι έμμετρης ζωής τους!
Στην εύγλωττη, ριμαρισμένη τους οδύνη
στοίχειωσαν –σκελετοί της τέλειας φυλακής τους–
όλα όσα παρασύρει τώρα η άγρια δίνη

αυτού του κόσμου. Όπου τα πάντα καταρρέουν.
Κι αν άκουγες το πανδαιμόνιο του θορύβου,
δεν θα ’χανες σχεδόν τίποτα. Δες, συρρέουν

εκατομμύρια νεκροί στη γήινη Κόλαση
που ομοιοκαταληκτεί μόνο με τον εαυτό της.
Δεν γράφουμε το εξόδιο σύνθημα: ανθρωπότης;

Σονετοφιλία

Σοφία Κολοτούρου

ΠΡΕΓΚΑΜΠΑΛΙΝΗ

Αναρωτιέσαι: πού να βρίσκεται το τραύμα
στην πλάτη, στους σπονδύλους, στα φτερά;
Κι έχεις σαν ριζικό σου και σαν κάρμα,
ξανά μανά και γι’ άλλη μια φορά,

εκεί να επέμβεις, αντί να ’κανες στην μπάντα
(γιατί σε κάλεσε –«ντυμένη νοσοκόμα»–
κι είσαι γιατρός και μελετάς στο δώμα, ακόμα.)
Τον όρκο του Ιπποκράτη δίνεις πάντα.

Δεν έχεις πια παιχνίδια για να παίξεις
κι άλλους πολέμους, για να κάνεις νοερά.
Ίσως να πρέπει απ’ την αρχή, με σωστές λέξεις

να πάμε πάλι, να το δούμε καθαρά.
Lyrica εσείς κι εμείς πρεγκαμπαλίνη –
κι εσείς κι εμείς, στην ίδια πάντα οδύνη.

Σονετοφιλία

Ευριπίδης Γαραντούδης

Ο ΛΥΡΙΣΜΟΣ ΚΙ Ο ΚΥΝΙΣΜΟΣ

Τα πιο καλά σονέτα χάνονται στους δρόμους.
Μας ψάχνουνε, πιστά σκυλιά, μα έχουμε φύγει.
Λιγνοί αρσιβαρίστες σύννεφων, στους ώμους
έχουμε το άδειο μας δισάκι, στο κυνήγι

για όλα τα περιττά που πράττουμε, Σοφία.
Κι άλλη μια μέρα κύλησε ανεπιτυχώς.
Μα στα μεσάνυχτα ξέφωτο η μελωδία
που ηχεί Σειρήνα αϋπνίας. Μα ευτυχώς

γλυκά centrac και remeron πώς μ’ ηρεμούν!
Ο λυρισμός κι ο κυνισμός είναι το ταίρι
δύο άγνωστων. Διαρκώς χωρίζουν κι απορούν

γιατί μένουν ακόμα μαζί. Χέρι χέρι
προχωρούν σ’ ένα κήπο μ’ αγκάθια και ρόδα.
Κι ο ουρανός τους, τις νύχτες, σκουριασμένη ρόδα.

Σονετοφιλία

Σοφία Κολοτούρου

LYRICA – CYNICA

Eίδες ωραία που ’ναι; Σαν παιχνίδι.
Παιχνίδι για εκλεκτούς και μυημένους.
Δεν στο μαθαίνουνε οι δάσκαλοι του Γένους
(αυτό που είσαι και εσύ, Ευριπίδη!)

Και ήρθα εγώ, άθελά μου, να σου δείξω
πως γίνεται (μα μ’ έχεις ξεπεράσει).
Πως τραγουδούνε τα πουλιά στα δάση;
Έτσι κι εγώ το στίχο θα εξορύξω,

όπως κι εσύ, σαν να σκορπάς μια τρίλια.
Να, στήσαμε ήδη σκηνικό, ιστορίες, δράση
σε μιαν ακτίνα έως εφτά χιλιάδες μίλια.

Αυτά που γράφουμε, ο άλλος θα διαβάσει.
Στείλε μου. Έχω ανάγκη το σενάριο
για να συνθέσω το δικό μου το τροπάριο.

Σονετοφιλία

Ευριπίδης Γαραντούδης

Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ-«ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ»

Εδώ και μήνες γράφουμε σονέτα,
σαν να ’μαστε σε δύο εξωπλανήτες·
Στον Planemos εσύ κι εγώ στον Beta
Pictoris b· λάμπουμε σαν κομήτες

σε δυο απομακρυσμένους ουρανούς.
Αλλά ένα είναι το φως και δεν νυχτώνει.
Στέλνουμε σήματα, εναλλάξ, στους blues ρυθμούς
μιας μουσικής που, στο κενό, δεν τελειώνει.

Τα έτη φωτός που μας χωρίζουν, κάποιον αιώνα
θα τα διανύσουμε, για να συναντηθούμε;
Από τους δυο μας θα έχει την απάντηση

όποιος εφεύρει πρώτος τη «συνάντηση»
που θα μας κάνει να διακτινιστούμε
κάπου στη Γη, κοντά στον Ελικώνα.

Σονετοφιλία

Σοφία Κολοτούρου

ΑΝΤΙΚΑΤΟΠΤΡΙΣΜΟΙ

Είναι σαν ν’ άνοιξα άθελα μια πύλη
στο Λούνα Παρκ και μπήκα σ’ ένα σπίτι
με τους καθρέφτες. Ξέφυγα απ’ την Ύλη∙
του χρόνου σαν ν’ αντέστρεψα την κοίτη.

Στον χώρο κατοπτρίζεται το θήλυ
σε άρρεν – κι επιστρέφονται οι σκέψεις
(το ξέρεις πως θα γράψω για τη «σμίλη»,
τις ρίμες να σου κλέψω, πριν τις παίξεις.)

Μισό, διστακτικό το πρώτο βήμα:
εγώ, ο αναγνώστης, το είδωλό μου –
και γράφω της συνάντησης το ποίημα,

που θα συμβεί∙ σε ζωντανό όνειρό μου.
Η σκέψη μου το μήνυμα θα στείλει
και θα βρεθούμε μες την Αντιύλη.

Σονετοφιλία

Ευριπίδης Γαραντούδης

ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΤΕΧΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΟΥ ΣΟΝΕΤΟΥ

Δύο τετράστιχα, κατόπιν δύο τρίστιχα.
Ίδια το μέτρο κι ο αριθμός των συλλαβών
σ’ όλους τους στίχους. Κι οι ομοιοκαταληξίες, αντίστοιχα,
δομούνται βάσει αυστηρών προδιαγραφών.

Αν θα ’πρεπε να συνδεθεί με ενδεικτικό
παράδειγμα της δυσκολίας κι ευκολίας του
είναι το σώμα μας: διαφορετικό
το καθένα μα κι ίδιο. Της λεπταισθησίας του

χνάρια αχνοφαίνονται στο χιόνι οκτώ αιώνων.
Μα και κτερίσματά του, λάμποντας στο φως,
ακόμη σώζονται απ’ το κρύο των παγετώνων.

Σαν ζέστη που, παράξενο, κρατάει ο νεκρός.
Τα κύρια θέματά του ο άνθρωπος και το ίδιο.
Ή, με άλλα λόγια, ο πρώτος σ’ ασφαλές φυαλίδιο

Σονετοφιλία

Σοφία Κολοτούρου

ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΣΩΜΑΤΩΝ

Σιγά σιγά μαθαίνω. Ακούω τις φωνές
πολλών ανθρώπων. Ποιητών ενός κανόνα.
(Οι άξιοι φιλόλογοι κατέστησαν σαφές
τι αξίζει να διαβάζουμε μες τους αιώνας.)

Μισοκρυμμένοι οι παλιοί στο ράφι μόνοι
κι η χαμηλή τους η φωνή, π’ όλο τσιγκλάει.
Λάμπουν οι στίχοι, μ’ ένα φως που δυναμώνει
και μ’ ένα μέτρο-μουσική που μας μεθάει.

Κι εγώ στην ποίηση, με χάρτινες βαρκούλες
όλο αρμενίζω, μες στου ιάμβου το τραγούδι
μέσα σε στρώματα από ξένες μουζικούλες

και με κανόνες που ’χω βρει στον Γαραντούδη.
(Κάποτε φεύγω προς τους λόφους∙ δραπετεύω.
Μια μούσα ή άγγελο των στίχων μας γυρεύω.)

Σονετοφιλία

Ευριπίδης Γαραντούδης

ΠΑΝΩ ΑΠ’ ΤΟΥΣ ΛΟΦΟΥΣ

Leonard Cohen, «The hills», Thanks for the dance

Χάρη σ’ ενέσεις ζω κι ευχαριστώ τον Θεό.
Μα κι έτσι ξέρω ότι θα ’ρθει για να με βρει
Εκείνη που θα γεννηθεί απ’ τον ουρανό.
Θα κατεβεί στο μονοπάτι, στη στιγμή

τα βήματά μας θα ταιριάξουν στον χορό.
Θα φύγει η λύπη, η πόρτα θα ’ναι ανοιχτή.
Και θα ενωθούμε ταίρι, δίχως τελειωμό,
για λίγα δευτερόλεπτα, για μια ζωή.

Πλέω σαν κύκνος και βυθίζομαι σαν βράχος.
Οι μέρες γράφονται με σινική μελάνη
κι ο χρόνος έχει φύγει από πολύ καιρό.

Μα ο άγγελός μου θα το πάρει αυτό το άχος.
Και θα μου δώσει την πνοή μου που θα κάνει
τους λόφους σκάλα για τον γήινο ουρανό.

Σονετοφιλία

Σοφία Κολοτούρου

ΝΕΦΕΛΗΓΕΡΕΤΗΣ

Είσαι ένα σύννεφο στον ουρανό μου∙
χρυσή βροχή και νεφεληγερέτης.
Μου στέλνεις κι εγώ νιώθω στο λαιμό μου
της ποίησης την ανάσα. Έτσι, ικέτις

γράφω τυφλά και τυλιγμένη από την αύρα
σ’ αιθέρια μέθη, σε ολόχρυση μια σφαίρα.
Ντύνονται στα λευκά όλα τα μαύρα
στη φύση, στα ριπίσματα του αγέρα,

στη θάλασσα, π’ απλώνεται μεγάλη,
σε κείνο, που με έλκει, το φεγγάρι
και πασπαλίζει με τη σκόνη του και πάλι

τ' αόρατο υπερκόσμιο δοξάρι
στο σύμπαν, που μου στέλνει όλο ήχους
για να σε κλείσω μες σε τοίχους και σε στίχους.

ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ.
Ευριπίδης Γαραντούδης - Σοφία Κολοτούρου

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: