Στ᾽ ουρανού το πατητήρι. Από κει πίνατε τον οίνο τον πιο γλυκό. Στο Άλαμουτ της Κυψέλης με το «λάθε βιώσας» σύνθημα/κοκάρδα/στάμπα και το «ἐδιζησάμην ἐμεωυτόν» παρασύνθημα/οδοδείκτη/ντιρεκτίβα. Λέγατε ότι όλο το θησαυροφυλάκιο της Τέχνης σάς ανήκει, είναι το Λούνα Παρκ σας, ο πελώριος παιγνιότοπος όπου σουλατσάρατε, λεηλατούσατε, σερφάρατε, αναδιευθετούσατε τα πάντα, σκαρώνοντας νέα έργα — Εδώ εκτελούνται έργα, λέγατε — Προσοχή! Χρώματα! κραυγάζατε — Η Νίκη μάς Ανήκει, κομπάζατε — καλά σκυλιά της λάσπης, εσείς, ουράνιες τορπίλες, αυτοπροωθούμενα υπερθαλάσσια όπλα, κτλ., καβατζωμένοι από χέρι ως προς το νιονιό και τη ζαβολιάρικη μανία για ρεπεράζ, ντεκουπάζ, μοντάζ — πάει να πει κομμάτιασμα του σύμπαντος και φτιάξιμό του απ᾽ την αρχή.
Τα Ξεχαρβαλωμένα Μπάσα στο Regulator. Έτσι σας έλεγαν. Ξεχαρβαλωμένα μπάσα. Μάλιστα. Στο Regulator των Dream Syndicate. Παραδείγματος χάριν: είναι Κυριακή, είναι τέλη Σεπτέμβρίου, είναι νύχτα, ο ήλιος λάμπει, ένας πεζός καβαλάρης ανεβαίνει στον κατηφορικό δρόμο, κοντοστέκεται, σταματάει, βλέπει τον Κακό Δράκο, τραβάει το εξάσφαιρο σπαθί του, και ρίχνει τρία βέλη, μπαμ! μπαμ! μπαμ! μπαμ!, και χτυπάει το κουδούνι του Άλαμουτ δις, κτλ., και βέβαια όταν χτυπάει το κουδούνι του Άλαμουτ δις σημαίνει ευλογημένη έλευση του Ρασκόλνικοφ της Κυψέλης του Δευτέρου, ή Ράσκυ ΙΙ, και είστε πάλι έτοιμοι για κατεργάρικα καμώματα στο καταγώγιο της καταγωγής σας, εσείς, εσείς, οι μόνοι ασυνεπείς with a twist & με knack, κανείς σας δεν μασάει, έχετε πάρει το κολάι, γράφετε τώρα τα δικά σας, μιμούμενοι ασύστολα σε φόρα & ταχύτητα & σπιντάρισμα τον Πυραυλοκίνητο DFW, πίνοντας μεταλλικό νερό, λίτρα επί λίτρων, ενώ έχετε απαγάγει την Κυρα-Έμπνα και ζητάτε λύτρα επί λύτρων, με θρασύτητα μεν (γράφετε), με αβρότητα δε (ζητάτε τα λύτρα), εσείς, ήτοι ο Ράσκυ ΙΙ, κατά κόσμον Αντρέας Κτενάς, και ο Ρόμπυ Ρομπ ο Άτεγκτος, κατά κόσμον Οδυσσέας Γεωργίου. Το Δίδυμο της Συμφοράς, πάει να πει, κτλ.
Στ᾽ ουρανού το πατητήρι. Εκεί, μ᾽ όλο τον ζόφο και τον εγκλεισμό, κτλ., εκεί εσείς, το βιολί σας εσείς, βγαλμένοι από του Άσωτου τη Διάπλαση, ξέρετε, The Rake’s Progress, Hogarth, κτλ, διότι το Πριν είναι Νυν εκ νέου, πώς αλλιώς;, κι αν στου Άλλοτε την κολυμπήθρα δεν κάνεις μακροβούτια, στην αβανγκάρντ δεν θα φτουρήσεις, λέγατε και ξαναλέγατε, κτλ., πάμε στα Παλιά, λέγατε, το παλιό και χάριν έχει, λέγατε, πάμε για λουτρό στα νάματα του Sublime, στη λαλέουσα παγάν του Υψηλού, κτλ., κι ακούγατε και ξανακούγατε του Στραβίνσκι το The Rake's Progress, ανάβατε κεράκια εις μνήμην Chester Kallman, λιμπρετίστα ολκής, τέρμα τα γκάζια, φάτε την αστρόσκονή μας, ανυπάρκτιανς!, ουρλιάζατε με σιγαστήρα, κι είχε (ακόμα και για σας, κανάγιες της καταγραφής και του γραπτού λόγου προδότες, καθώς είπεν ο Νάνος ο Βαλαωρίτης, ο αείμνηστος δάσκαλος υμών), ναι, ακόμα και για σας, αιώνια στραβάδια, παιδαριογέροντες του κώλου, ιππότες της ελεεινής τραπέζης, ω ναι!, ακόμα και για σας είχε ο καιρός γυρίσματα και βρίσκατε ξαφνικά, out of the blue, αναπάντεχα, να πούμε, εκδότες και χορηγούς και υποστηρικτές και γκρούπις, και γελούσατε κάτι γελάρες ομηρικές και σαν του Φάλσταφ του Ιωάννη τις ιλαρές οινοβαρείς κραυγές.
Τα Ξεχαρβαλωμένα Μπάσα στο Regulator. Βουαλά! Τιμή σας και καμάρι σας να είστε, καθώς λένε οι γλώσσες οι κακές, τα ξεχαρβαλωμένα μπάσα στο Regulator, να είστε τα φανταράκια στο έργο του υπερνεορομαντικού artist Σωτήρη Μπατζιάνα, να είστε οι απόγονοι του Chester Simon Kallman, και να αναζητάτε μες στον ζόφο και τον εγκλεισμό, λτλ., την κατοικία του στην Αθήνα, όπου έζησε από το 1963 ώσπου ν᾽ αφήσει την τελευταία του πνοή, μόνος και πένης, στις 18 Ιανουαρίου του 1975, δύο ημέρες και σαράντα πέντε χρόνια προτού ένα βλέμμα συναντήσει ένα άλλο βλέμμα και τα δυο μαζί βάλουν πλώρη για την Νήσο των Λεπιδόπτερων, ω ναι!, κτλ, διότι άλλο δεν κάνατε, οι Κτενάς και Γεωργίου, από ανασκαφές στη Μνήμη, διότι, όπως ξέρουνε κι οι πέτρες, αν δεν πας Πίσω δεν πας Μπροστά, και διότι, κτλ., αν δεν παίζεις στα δάχτυλα το Παρελθόν μην περιμένεις παρτίδες με το Μέλλον, τουτέστιν οφείλεις να γνωρίζεις περί Chester Simon Kallman και περί Alan Ansen (τον οποίο και επισκεπτόσασταν τακτικά στην κατοικία-βιβλιοθήκη που είχε στο Κολωνάκι, και πιάνατε το μπίρι-μπίρι περί Burroughs (ήσαντε συμφοιτητές οι Ansen και Burroughs), κι αυτός, ο Ansen, σας πληροφόρησε ότι ο Kallman έμενε στην οδό Αθηναίων Εφήβων (πού αλλού;), την οποία οδό Αθηναίων Εφήβων οι πρωτοεξαφανιζόμενοι αμπελοφιλόσοφοι και ανθυπογραφιάδες, κτλ., δεν θα τη βρουν ποτέ των ποτών καθόσον πλέον λέγεται οδός Οσίας Μελίνας Μερκούρη, και τα λοιπά.
Στ᾽ ουρανού το πατητήρι. Το πιο γλυκό κρασί πίνατε. Γράφατε το Χρονικό των Χαμένων Χελιδονιών, διότι εσείς δεν πίνατε το μαύρο γάλα της αυγής, κτλ., πριτς!, ήσασταν ρέκτες ροκενρόλλα και θεότρελοι θεατράλε εσείς, και πίνατε το στραφταλιστό κρασάκι της κατάφασης, κοιτάζοντας με μπιχλιμπίδικο βλέμμα τους πίνακες του προρρηθέντος artist Σωτήρη Μπατζιάνα, πίνακες που είναι πλασμένοι απ᾽ των ενυπνίων την ύλη και που τα χρώματά τους χορεύουν σαν πέπλα ανεμόεντα, σαν μετάξια που θροΐζουν σε κήπους υποβρύχιους, και θυμίζουν διαδρομές στους έγχρωμους λαβυρίνθους του Timothy Leary και θυμίζουν επίσης τις στροβιλιζόμενες θύρες της ενόρασης του Aldous Huxley (ο οποίος Huxley, εκτός του ότι τυγχάνει νονός της απόλυτης μπάντας The Doors — από το βιβλίο του The Doors of Perception, όπως λέγατε προχθές οι δυο σας, Κτενάς & Γεωργίου ενόσω ακούγατε ξανά και ξανά το “Soul Kitchen”, σύστησε τον Auden στον Στραβίνσκι, κι έτσι μπορείτε σήμερα να παθαίνετε επαναληπτικές συνταράξεις ακούγοντας το The Rake's Progress και ανακράζοντας, Zήτω η Anne Trulove!, και Ζήτω ο Tom Rakewell! — και να κάνετε τους έξυπνους, χαμερπή χαϊβάνια μου εσείς.
Τα Ξεχαρβαλωμένα Μπάσα στο Regulator. Σας έλεγαν. Σας έκραζαν. Σας λοιδωρούσαν. Ναι, αλλά πού νά ᾽ξεραν οι υβριστές —και, ως γνωστόν ματαίως ζουν οι υβριστές, κατά το ματαίως ζουν οι σαρωτές, αντιλαμβάνεστε;— ότι υπό την επήρρεια των ήχων του Regulator δημιουργούσατε, ναι, δεν κάνατε σούρσινγκ εσείς, όπως σας κατήγγειλε μια δικαίως λησμονημένη ψυχή, δεν κωλοβαρούσατε, δεν σκοτώνατε την ώρα σας, δεν ραχατεύατε, αλλά εναλλάσσατε το να έχετε περάσει στο κατενάτσιο με το να έχετε εκ νέου περάσει στην αντεπίθεση, κτλ., πάει να πει κατεβάζατε μεν οίνον αλλά κατεβάζατε και ιδέες, πολλές εκ των οποίων έμελλε να υλοποιηθούν, ματηνπαναζία, όπως ίσως η πιο λαμπρή απ᾽ αυτές, αν εξαιρέσουμε το έμμμετρο έπος Το Στέρνο του Κερκ, βεβαίως το εξαιρούμε αυτό, και θυμίζουμε ότι, oui, η πιο λαμπρή, της οποίας εσείς είστε οι δημιουργοί, είναι το Industrial Gatsby, για το οποίο τόσα και τόσα έχουν γραφτεί, τόσα και τόσα έχουν ειπωθεί (αν και όχι πάντα τα καλύτερα, εκτοξεύτηκαν και δριμύτατες επικρίσεις μάλιστα — αλλά who gives a fuck?), τόσα και τόσα θα γραφτούν και θα ειπωθούν όταν θα γίνει πια κατανοητό το πόσο κρίσιμο ήταν για την εποχή του ζόφου και του εγκλεισμού το come back ενός απόλυτα κομψού, βαθύτατα ερωτευμένου και ερωτικού, μελαγχολικού ενίοτε, αλλά αβρότατου πάντα και καμιά φορά, στο Six Dogs, παραδείγματος χάριν, μάλλον obnoxious προτύπου, όπως ο Τζέι Γκάτσμπυ, ο μέγας, ο μέγιστος, ο τιτανοτεράστιος, ο μεγαλοπαντοδύναμος — ένα come back που εσείς με ημίτρελη αποκοτιά αλλά με στρατηγική αλά Καρλ φον Κλαούζεβιτς και μεθοδικότητα αλά Φέρεντς Πούσκας προετοιμάσατε, οργανώσατε, στήσατε, δημοσιοποιήσατε, προωθήσατε, υπό τον τίτλο, ακριβώς, Industrial Gatsby. Ο Μπατζιάνας λαμβάνει; Fuckin yeah! Λαμβάνει! Over and out, Kid!
ΥΓ. Have you heard? / The scarcity of the soul / Blown fuses /For the regulator / Songs and sounds that soothe the savage soul / The regulator /Have you heard? / The altar boys dusting off the rust / Closer to the sun / For the regulator // Have you heard? / The scarcity of the soul / Blown fuses / The regulator / Calendar boys dusting off the rust / The scarcity of the soul /Blown fuses / For the regulator / Have you heard? / Have you heard?
[ Συνεχίζεται εις το Επόμενον ]