KΟΙΜΗΤΗΡΙΟ/ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ. Ο δρόμος οδηγεί σε ένα Ορθόδοξο Κοιμητήριο –δεν δηλώνεται το όνομά του– , στα δεξιά λοξοδρομεί προς το Γερμανικό Στρατιωτικό Νεκροταφείο Διονύσου-Ραπεντόζης· η πινακίδα μπρος μου έχει την οικεία γαλάζια κρατική πατίνα, η άλλη στο βάθος απηχεί μια ιδιωτική ή ξενική αισθητική. Η γειτνίαση των δύο πινακίδων αναβιώνει άθελά τους την αρχαία αντιπαλότητα γύρω από τον θάνατο, αυτήν που δηλώνει η αντιπαράθεση των λέξεων «κοιμητήριο» και «νεκροταφείο». Κατά την Ύστερη Αρχαιότητα οι Χριστιανοί καθιέρωσαν τη μεταφορική χρήση της «κοιμήσεως» προκειμένου για τον θάνατο, βέβαιοι καθώς ήταν πως οι νεκροί αφυπνίζονται. Η μονοσήμαντη λέξη «νεκροταφείο» παρέπεμπε ανέκαθεν σε έναν αδιατάρακτο θάνατο δίχως προσδοκία επιστροφής· όπως ασυναίσθητα φανταζόμαστε τον θάνατο των νεκρών εχθρών.
—— ≈ ——
ΤΟΠΟΣ ΤΑΦΗΣ ΕΧΘΡΟΥ. Επιλέγω τον δρόμο για το Γερμανικό Στρατιωτικό Νεκροταφείο. Είναι 29 Φεβρουαρίου 2020. Το σημείο δεν το φτάνουν oι ήχοι της πόλης, κι η φύση ολόγυρα είναι απόκρημνη. Κάνει κρύο. Ως και το GPS δίνει λάθος οδηγίες, δύσκολα φτάνεις ως εδώ. Το Γερμανικό Νεκροταφείο φαίνεται τόσο φροντισμένο και διακριτικό καθώς πλησιάζω, ώστε εντείνεται η αίσθηση της σκόπιμης απομόνωσής του. Αυτός ο τόπος ταφής δεν επιθυμεί ιδιαιτέρως να βρεθεί· μήπως γιατί γνωρίζει πως ο νεκρός εχθρός αναστατώνει ακόμη, προκαλεί αμφιθυμία; Η φροντίδα του νεκρού εχθρού είναι επιβεβλημένη από τον πολιτισμό μας· αλλά συνιστά κι ένα ψυχικό όριο της πόλης και της ιστορίας, το οποίο, αναλόγως τον επισκέπτη, διαστέλλεται ή συστέλλεται ανεπαισθήτως.
—— ≈ ——
ΕΙΣ ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟΝ ΤΟΥΤΟ ΑΝΑΠΑΥΟΝΤΑΙ 9973 ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΑΙ. Η διατύπωση είναι αυστηρή σαν τη διάταξη των τάφων. Δίπλα από την επιγραφή βρίσκεται ένας ανάγλυφος σταυρός ουδέτερος, σχεδόν τυχαίος. Απουσιάζουν τα συνήθη θρησκευτικά σύμβολα. Αντί για κυπαρίσσια αντικρύζω πεύκα. Η φιλοξενία των νεκρών εχθρών είναι εντελώς λιτή, μοιάζει βιασμένη κάπως· μια κατά παραχώρηση διευθέτησή τους στο οικείο ελληνικό έδαφος, το είδος της φιλοξενίας που γειτνιάζει με την ανοχή.
—— ≈ ——
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟΥ. Δίγλωσσος ο κανονισμός του Γερμανικού Νεκροταφείου αρθρώνεται σε 9 άρθρα κι είναι από μόνος του αξιοπρόσεκτο κείμενο. Ζούμε με ειδικούς κανονισμούς ακόμη κι εν μέσω νεκρών. Κάποτε μάλιστα συνυπάρχουμε δυσχερέστερα με τους νεκρούς απ’ όσο με τους ζώντες. Διαβάζω την παράγραφο 3: «Λόγω της κοινής μοίρας των εδώ αναπαυομένων νεκρών του πολέμου οι τάφοι συνειδητά διαμορφώθηκαν ομοιόμορφα. Γι᾽αυτό και δεν πρέπει να φυτεύονται φυτά, να αναρτώνται επιπλέον επιγραφές στους τάφους και να τοποθετούνται σταυροί, αναμνηστικά, ή τεχνητά διακοσμητικά, επιτρέπεται όμως η τοποθέτηση λουλουδιών και η τοποθέτηση στεφάνων». Βρίσκομαι σε ένα νεκροταφείο που τείνει να γίνει μνημείο αντιπολεμικό, οι νεκροί του έχουν μερικώς μόνον αποκοπεί από τη ζωή. Ως ψυχικό τοπίο και τεχνητή κατασκευή ακόμη, ο τόπος κινείται σε λεπτά όρια.