Στέφαν Γκέτσεβ

Πρόσφατα, στη Βουλγαρία, εγκαινιάστηκε μια τετράγλωσση (βουλγάρικα, ελληνικά, αγγλικά και γαλλικά) ιστοσελίδα αφιερωμένη στον Βούλγαρο ποιητή, ελληνιστή, μεταφραστή ελληνικής λογοτεχνίας, συγγραφέα, δοκιμιογράφο, δραματουργό, κριτικό λογοτεχνίας και διπλωμάτη Στέφαν Γκέτσεβ (1911–2000).

Σ  Υ  Ν  Δ  Ε  Σ  Μ  Ο  Σ   (Ελληνικά)


Στέφαν Γκέτσεβ

Ο Βούλ­γα­ρος κρι­τι­κός λο­γο­τε­χνί­ας Τόν­τσο Ζέ­τσεφ (1929 - 2000) λέ­ει ότι «ο Στέ­φαν Γκέ­τσεβ (1911 - 2000), εί­ναι ο άν­θρω­πος ο οποί­ος έκα­νε την ελ­λη­νι­κή ποί­η­ση βουλ­γά­ρι­κη». «Το πιο πο­λύ­τι­μο εθνι­κό μας κε­φά­λαιο» (Μ. Κι­σε­λόφ –σκη­νο­θέ­της), «προ­σω­πι­κό­τη­τα ανα­γεν­νη­σια­κής ευ­ρυ­μά­θειας» (Γκ. Ντα­να­ή­λοφ –συγ­γρα­φέ­ας), «η εν­σαρ­κω­μέ­νη ου­το­πία στη βουλ­γα­ρι­κή λο­γο­τε­χνία» (Μ. Μπο­ντά­κοφ –κρι­τι­κός λο­γο­τε­χνί­ας)· αυ­τοί εί­ναι με­ρι­κοί χα­ρα­κτη­ρι­σμοί σύγ­χρο­νων δια­νο­ου­μέ­νων για τη ση­μαί­νου­σα προ­σω­πι­κό­τη­τα αυ­τή της πο­λι­τι­στι­κής σκη­νής της Βουλ­γα­ρί­α­ςμ για τον ποι­η­τή, γνώ­στη της λο­γο­τε­χνί­ας, με­τα­φρα­στή, χά­ρη στον οποίο έγι­ναν προ­σπε­λά­σι­μα για τον Βούλ­γα­ρο ανα­γνώ­στη αρι­στουρ­γή­μα­τα της αρ­χαί­ας και της σύγ­χρο­νης ελ­λη­νι­κής ποί­η­σης («Πα­λα­τι­νή Αν­θο­λο­γία», Κα­βά­φης, Σε­φέ­ρης, Ελύ­της, Σι­κε­λια­νός κ.α). Το με­τα­γρα­φι­κό του έρ­γο πε­ρι­λαμ­βά­νει απο­δό­σεις και από άλ­λες γλώσ­σες (π.χ. Η Αλί­κη μέ­σα από τον κα­θρέ­φτη), κα­θώς  και την πλη­ρέ­στε­ρη Αν­θο­λο­γία του γαλ­λι­κού σουρ­ρε­α­λι­σμού, την πα­ρου­σί­α­ση της ποί­η­σης του Λω­τρε­α­μόν κ.ά.
Η ποι­η­τι­κή του συλ­λο­γή Ση­μειω­μα­τά­ριο, που εκ­δό­θη­κε το 1967, τά­ρα­ξε τη βα­ρειά στα­σι­μό­τη­τα που επι­κρα­τού­σε στη βουλ­γα­ρι­κή πο­λι­τι­στι­κή ζωή την επο­χή εκεί­νη λό­γω των κρα­τού­ντων ιδε­ο­λο­γι­κών σχη­μά­των. Ακο­λού­θη­σαν πολ­λά χρό­νια σκό­πι­μης απο­σιώ­πη­σης του ονό­μα­τος και του έρ­γου του Γκέ­τσεφ. Μα­κριά από την μα­ταιο­δο­ξία λο­γο­τε­χνι­κών συ­ντε­χνιών και από κά­θε με­τριό­τη­τα πνεύ­μα­τος, απο­μο­νω­μέ­νος στην «αε­τί­σια φω­λιά» του στον τε­λευ­ταίο όρο­φο μιας πο­λυ­κα­τοι­κί­ας της Σό­φιας, ο Στ. Γκέ­τσεφ εξα­κο­λού­θη­σε τη δη­μιουρ­γι­κή γρα­φή του μέ­χρι την τε­λευ­ταία μέ­ρα της ζω­ής του. Στη μα­γνη­τι­κή προ­σω­πι­κό­τη­τά του προ­σέ­τρε­ξαν για λο­γο­τε­χνι­κές συμ­βου­λές δε­κά­δες νέ­οι Βούλ­γα­ροι λο­γο­τέ­χνες αντλώ­ντας εν­θάρ­ρυν­ση από τη γνώ­ση και την πεί­ρα του.

Με­τά την πο­λι­τεια­κή με­τα­βο­λή του 1989 εκ­δό­θη­καν τα έρ­γα που συ­νέ­γρα­ψε ο Γκέ­τσεβ κα­τά τη διάρ­κεια όλων αυ­τών των χρό­νων. Κυ­κλο­φό­ρη­σαν οι ποι­η­τι­κές του συλ­λο­γές Αυ­το­τι­μω­ρία, Ερω­τή­μα­τα, Ση­μειω­μα­τά­ριο (δεύ­τε­ρη έκ­δο­ση), τα μυ­θι­στο­ρή­μα­τα Η Βι­κτω­ρία και οι γιοί της, το ψευ­δο­φι­λο­σο­φι­κό και ψευ­δο­αυ­το­βιο­γρα­φι­κό μυ­θι­στό­ρη­μα «Γνώ­θι σ’ εαυ­τόν», οι συλ­λο­γές δι­η­γη­μά­των Στυ­γνή ευ­ερ­γέ­τι­δα, Ο κα­τα­δι­κα­σμέ­νος του Signore κ.ά. Το 1985 η Εται­ρεία Βούλ­γα­ρων Με­τα­φρα­στών του απέ­νει­με βρα­βείο για τις με­τα­φρά­σεις του από την ελ­λη­νι­κή γλώσ­σα των ποι­η­μά­των του Κα­βά­φη και για το συ­νο­λι­κό με­τα­φρα­στι­κό του έρ­γο. Τι­μή­θη­κε με τι­μη­τι­κό δί­πλω­μα από το υπουρ­γείο Πο­λι­τι­σμού της Βουλ­γα­ρί­ας· η Γαλ­λία ανα­γνώ­ρι­σε τη συμ­βο­λή του για τη διά­δο­ση των γαλ­λι­κών γραμ­μά­των, απο­νέ­μο­ντάς του τον τί­τλο «Ιπ­πό­της του Τάγ­μα­τος των Τε­χνών και της Λο­γο­τε­χνί­ας». Η Ελ­λά­δα εν­δια­φέρ­θη­κε επί­σης για την πο­λυ­ε­τή ερ­γα­σία του Στ. Γκέ­τσεφ, που εί­χε στό­χο την πνευ­μα­τι­κή γνω­ρι­μία των δύο λα­ών. Το 1996 ο πρέ­σβης της Ελ­λά­δας, Αθ. Σι­δε­ρής ανέ­λα­βε την πρω­το­βου­λία για την έκ­δο­ση των τριών τό­μων με το έρ­γο του Γκέ­τσεφ (δί­το­μη Αν­θο­λο­γία σύγ­χρο­νης ελ­λη­νι­κής ποί­η­σης και τρί­τος τό­μος με απο­μνη­μο­νεύ­μα­τα του συγ­γρα­φέα για τις συ­να­ντή­σεις του με Έλ­λη­νες δια­νο­ού­με­νους) και του απέ­νει­με τον Χρυ­σό Σταυ­ρό του Τάγ­μα­τος της Τι­μής. Το 1999 ο δή­μαρ­χος Αθη­ναί­ων Δ. Αβρα­μό­που­λος απέ­νει­με στον Στ. Γκέ­τσεβ Χρυ­σό Με­τάλ­λιο εκ μέ­ρους της Εται­ρεί­ας Ελ­λή­νων Με­τα­φρα­στών.
Λί­γες μέ­ρες πριν σβή­σει, νι­κη­μέ­νος από την επά­ρα­τη νό­σο, ο Γκέ­τσεβ πρό­λα­βε να δει τυ­πω­μέ­νο το τε­λευ­ταίο του βι­βλίο, τα απο­μνη­μο­νεύ­μα­τά του με τί­τλο Οι φί­λοι μου οι Έλ­λη­νες, για τις συ­να­ντή­σεις και τις συ­νερ­γα­σί­ες του με Έλ­λη­νες συγ­γρα­φείς και ποι­η­τές. Τα λο­γο­τε­χνι­κά πορ­τραί­τα των Κα­βά­φη, Σε­φέ­ρη, Ελύ­τη, Κα­ζαν­τζά­κη, Βάρ­να­λη, Λου­ντέ­μη, Δι­κταί­ου, της Κι­κής και του Άθω Δη­μου­λά, η πα­ρου­σί­α­ση της Πα­λα­τι­νής Αν­θο­λο­γί­ας, οι εντυ­πώ­σεις από τις επι­σκέ­ψεις του στο Άγιον Όρος τη δε­κα­ε­τία του ’30 (τα χρό­νια εκεί­να ο συγ­γρα­φέ­ας υπη­ρε­τού­σε στη δι­πλω­μα­τι­κή απο­στο­λή της Βουλ­γα­ρί­ας στην Αθή­να), από τις ελ­λη­νι­κές αρ­χαιό­τη­τες προ­κα­λούν το εν­δια­φέ­ρον όχι μό­νο του Βούλ­γα­ρου, αλ­λά και του Έλ­λη­να ανα­γνώ­στη. Με τον τό­μο αυ­τό ολο­κλη­ρώ­θη­κε η δί­γλωσ­ση έκ­δο­ση (στα βουλ­γά­ρι­κα και στα ελ­λη­νι­κά) της τρι­λο­γί­ας, επι­χο­ρη­γού­με­νη από την ελ­λη­νι­κή πρε­σβεία στη Σό­φια. Οι πρώ­τοι δύο τό­μοι πε­ρι­λαμ­βά­νουν τις με­τα­φρά­σεις του Στ. Γκέ­τσεφ ελ­λη­νι­κής ποί­η­σης του 19ου και 20ού αιώ­να.
Τα θε­α­τρι­κά έρ­γα του Γκέ­τσεβ – Η δί­κη για την εξα­φά­νι­ση της σώ­μα­τος του Ιη­σού από τη Να­ζα­ρετ, απο­κα­λού­με­νου Χρι­στού, Ο Γολ­γο­θάς του λη­στή Βαρ­ρα­βά, Ο Ιου­λια­νός ο Απο­στά­της θί­γουν θέ­μα­τα σπά­νια για την ευ­ρω­παϊ­κή λο­γο­τε­χνία λό­γω της ευ­ρυ­μά­θειας και της βα­θειάς γνώ­σης που απαι­τεί η πραγ­μά­τευ­ση του χρι­στο­λο­γι­κού θέ­μα­τος. Η κρι­τι­κός θε­ά­τρου Σε­βε­λί­να Γκιό­ρο­βα σχο­λιά­ζει ότι τα έρ­γα αυ­τά διέ­πο­νται από τη φι­λο­σο­φία ενός νέ­ου ου­μα­νι­σμού, βα­σι­ζό­με­νου σε γνώ­ση της βι­βλι­κής πα­ρά­δο­σης και της Και­νής Δια­θή­κης, της θε­ο­λο­γί­ας και της πρω­το­χρι­στια­νι­κής αγά­πης. Στον κό­σμο μας, βυ­θι­σμέ­νο απο­κλει­στι­κά σε υλι­κές απο­λαύ­σεις, πνιγ­μέ­νο στις πα­ρα­μορ­φω­μέ­νες και σκλη­ρές ει­κό­νες της μα­ζι­κής κουλ­τού­ρας, ένας με­γά­λος λο­γο­τέ­χνης ανα­κί­νη­σε το θέ­μα για τον πνευ­μα­τι­κό οί­στρο, την αν­θρω­πιά, την αγά­πη και την ανα­ζή­τη­ση δρό­μων για μια νέα πο­ρεία του αν­θρώ­που.

«Εί­μαι βα­θύ­τα­τα πε­πει­σμέ­νος», επι­ση­μαί­νει σε μια συ­νέ­ντευ­ξή του ο Γκέ­τσεβ, «ότι η κά­θε δι­πο­λι­κή εναλ­λα­κτι­κή, το σχή­μα συν-πλην, πά­ντα εμπε­ριέ­χει πολ­λές άλ­λες λύ­σεις, επει­δή ανά­με­σα στους δύο πό­λους υπάρ­χει αρ­κε­τός χώ­ρος γι’ αυ­τές».

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: