Άυλα φρένα


Α'

Για­τί δε μου αρ­κούν τα αλα­φια­σμέ­να άλ­μα­τα της θά­λασ­σας
γύ­ρω απ'το χα­μέ­νο πλε­ού­με­νο δε μου αρ­κεί η ανε­μο­θύ­ελ­λα
στο βου­νό – θέ­λω εκεί­νο το πε­σμέ­νο δέ­ντρο σαν
μια προ­σευ­χη να ρέ­ει ακό­μη το ρε­τσί­νι επά­νω του
και με δί­χως φυλ­λα δί­χως κε­λαη­δι­σμό
σαν άγ­γε­λος που έχει χά­σει τα μαλ­λιά του
ή σαν ονει­ρο­α­μί­λη­τη γυ­ναί­κα που
πε­ρι­πλέ­ει το έκ­θαμ­βο – αυ­τό που εχά­θη­κε
κι έγι­νε αιώ­νιο

Με το κλει­δί μέ­σα της – στα ρήγ­μα­τα χα­μέ­νο

Β΄

... Υψη­λό­φρων και πα­νάρ­χαιος με κα­τα­γρα­φές λα­μπρών περ­γα­μη­νών ανε­γέρ­σεις να­ών και μνη­μεί­ων επί­σης φη­μι­σμέ­νες πο­λι­τεί­ες των Κα­λών Τε­χνών και κά­πο­τε γύ­ρω του σκο­τω­μέ­να πα­λι­κά­ρια με τις ασπί­δες και τα κρά­νη τους σε πα­γκό­σμιες επι­δεί­ξεις πλάι στις επα­να­στά­σεις των λα­ών με τη συ­νο­δεία πλα­νό­διων γυ­ναι­κών να υψώ­νουν βλέμ­μα­τα φυ­λα­κι­σμέ­νης θε­ό­τη­τας με χρυ­σο­ποί­κιλ­τα βρα­χιό­λια στους καρ­πούς των πο­διών και στα χέ­ρια γραμ­μέ­να τρα­γού­δια σκο­τει­νά με πε­νά­κι κά­τω απ'το σκι­σμέ­νο δέρ­μα σαν
αί­μα που
δεν θέ­λη­σε να γεν­νη­θεί

Γ΄

Το 1% του πα­γκό­σμιου πλη­θυ­σμού, μου λέ­ει – φαι­νό­ταν
με­θυ­σμέ­νος, ν έ μ ε τ α ι

– Τι νέ­με­ται;

– Νέ­με­ται... Με κοι­τού­σε σα να μη κα­τα­λά­βαι­να τί­πο­τα
το 90% του πα­γκό­σμιου πλού­του

– Αλ­λά τι εί­ναι αυ­τό, ποί­η­μα, έμ­μο­νη ιδέα;

– Όχι, εί­ναι μια αλή­θεια που άνoι­ξε ένα λάκ­κο κι έπε­σε μέ­σα

Ήταν πο­λύ με­θυ­σμέ­νος. Δεν κα­τα­λά­βαι­να πια τι ήθε­λε νε πει
Υπήρ­χε κά­τι σαν κρύ­ος ιδρώ­τας γύ­ρω απ᾽τον τρό­μο της μoνα­ξιάς του
Αλ­λά δεν εί­χε σχέ­ση με τα λε­γό­με­νά του. Τον πε­ριέ­βαλ­λε μια
απει­λη­τι­κή οδύ­νη

Έφυ­γα, πή­γα στο Café Anonymos
Κά­ποιος απήγ­γει­λε ....

«θα γλι­στρή­σω έξω μπρο­στά στην αυ­λαία
                    προ­σέ­χο­ντας πο­λύ να μη μπερ­δέ­ψω
                        τα σκοι­νιά μου κα­θώς θα πέ­φτω»

ΒΡΕΙ­ΤΕ ΤΑ ΒΙ­ΒΛΙΑ ΤΗΣ Ζέ­φης Δα­ρά­κη ΣΤΟΝ ΙΑ­ΝΟ.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: