Έχοντας γυρίσει την πλάτη στις απόλυτες απαντήσεις του θετικιστή 19ου αιώνα –που όρισαν εν πολλοίς και την πορεία του 20ού–, ο 21ος αιώνας, με λιγότερες βεβαιότητες στις αποσκευές του, δίνει τον δικό του αγώνα ορισμού της έννοιας του «πραγματικού» σε όλα τα επίπεδα: εθνικά, προσωπικά, έμφυλα, φυλετικά, καλλιτεχνικά. Τίποτα δεν βρίσκεται πλέον στο απυρόβλητο. Όλα επανεξετάζονται, οπότε, μοιραία επιστρέφουν και όλα τα ερωτήματα που απασχόλησαν και στο παρελθόν: Τι είναι είδος; Τι είναι φύλο; Τι είναι θέατρο; Τι είναι δημιουργία; Τι είναι αυθεντικότητα; Τι είναι αναπαράσταση; Τι είναι παρουσία; Τι είναι πραγματικότητα; Τι είναι όριο; Τι είναι ανεκτικότητα; Τι είναι ιστορία; Τι είναι κοινό; Τι είναι ορθό και τι όχι; Τι είναι Εξουσία; Ακόμη: τι είναι Άνθρωπος και τι μηχανή;
Ένα τεράστιο ναρκοπέδιο για όλους, μελετητές και καλλιτέχνες. Και αυτό απαιτεί προσοχή, γιατί ακριβώς κάθε απάντηση ή δράση ενδέχεται να πυροδοτήσει έντονες αντιπαραθέσεις και αντιδράσεις. Τα παραδείγματα πολλά. Η καταστροφή ενός αγάλματος ιστορικού προσώπου λ.χ., οι πράξεις του οποίου, με σημερινούς όρους, θεωρούνται απεχθείς, είναι μια πράξη που βοηθά στη «διαγραφή» και εν συνεχεία στο « ξαναγράψιμο» της ιστορίας ή πρόκειται για ένα βίαιο αναχρονισμό που πολύ εύκολα μπορεί να οδηγήσει σε μια νέα μορφή φασισμού (κάψιμο ανεπιθύμητων βιβλίων, σκληρές ντιρεκτίβες πρέπουσας συμπεριφοράς κ.λπ);
Η Πολιτική Ορθότητα πέτυχε με τις αναθεωρητικές της θέσεις και μεθοδεύσεις την πολυπόθητη ισότητα, την εξαφάνιση του σεξισμού και του ρατσισμού;
Ακόμη: Η παγκοσμιοποίηση —εκφρασμένη κυρίως μέσω της ελεύθερης ανταλλαγής/διακίνησης προϊόντων— πέτυχε την άμβλυνση των ανταγωνισμών και των εθνικών αντιπαλοτήτων; Πέτυχε να μετατρέψει την ουτοπία του «πλανητικού χωριού» σε ευεργετικό τόπο; Πέτυχε να καταργήσει τις φυλετικές και ταξικές διακρίσεις;
Η ακύρωση της «μίας» μεγάλης αλήθειας πέτυχε την αποκατάσταση της αλήθειας;
Η ολοένα και πιο πυκνή επαφή του ανθρώπου με την υψηλή τεχνολογία πέτυχε και το μοίρασμα της κυριαρχίας επάνω στη Φύση;
Αυτά τα ατάκτως ερριμμένα ερωτήματα δείχνουν ότι τα πράγματα είναι πολύ πιο ασαφή σε σχέση με το πιο «τακτοποιημένο» και ευανάγνωστο παρελθόν. Και είναι λογικό αυτή η κάπως χαοτική και αγχωτική αναζήτηση να περάσει και στις τέχνες. Δείτε τον πολλαπλασιασμό των «-ισμών» τα τελευταία σαράντα περίπου χρόνια. Πριν προλάβουμε να καταλάβουμε τον ένα «-ισμό» εμφανίζεται ο άλλος. Χωρίς τέλος. Ένας ασταμάτητος βομβαρδισμός από προτάσεις και μανιφέστα στην υπηρεσία ερμηνείας ενός κόσμου που βιάζεται να ξεχάσει το χθες και να μετατρέψει το αύριο σε σήμερα. Θα μου πείτε, πάντοτε η ίδια ιστορία. Όντως, πάντοτε η αγωνία της ονοματολογίας και της εσχατολογίας. Η δηλωμένη «αδυναμία» του Δυτικού Πολιτισμού: η αναζήτηση αφετηριών και τερματικών, γεννήσεων και θανάτων. Ο Δυτικός Πολιτισμός νιώθει ασφαλής όταν βάζει πλαίσια με αρχή μέση και τέλος. Μολονότι εν πολλοίς αυθαίρετο, είναι απόλυτα κατανοητό και εν πολλοίς αναγκαίο «κακό», ακόμη και γι’ αυτούς που δηλώνουν ότι διαφωνούν. Είναι ένας τρόπος τακτοποίησης και μελέτης της απίστευτης και άναρχης συσσώρευσης πληροφοριών και φαινομένων.
Η διαφορά με τα παρελθόν έγκειται στο γεγονός, ότι ενώ τα παλαιότερα γεγονότα εστίαζαν πιο πολύ στη Δύση, τώρα, με την τεχνολογία να κυριαρχεί σε όλο τον πλανήτη, τίθεται μεταξύ άλλων, επιτακτικά προς συζήτηση, πέρα από τη λειτουργία των πλαισίων και το θέμα της θέσης του Υποκειμένου και κατά πόσο αυτή η θέση έρχεται να επαληθεύσει τις προβλέψεις των πιο «σκοτεινών» μεταμοντέρνων μελετητών που το θέλουν θύμα της τεχνολογικής εξέλιξης ή των πιο αισιόδοξων στοχαστών και παράλληλα ελεγκτών της παγκοσμιοποίησης που πιστεύουν ότι, βγαίνοντας από την πιο πρόσφατη πανδημική κρίση, ο πολιτισμός θα αναζητήσει πιο σταθερά σημεία αναφοράς, πιο σταθερές έννοιες του χώρου, του έθνους, δηλαδή θα επιδιώξει λιγότερη ή πιο ελεγχόμενη διασπορά, ήτοι ένα καινούργιο «μετά» τον μεταμοντερνισμό.
Η όποια απάντηση εδώ θα ήταν εκβιαστική και αρκούντως επισφαλής. Όλα θα ξεκαθαρίσουν στο τέντωμα του χρόνου. Στις παρακάτω σελίδες προσπάθησα να συγκεντρώσω τις ερωτήσεις που κυριαρχούν σήμερα στις συζητήσεις και τα συγγράμματα που αφορούν το θέατρο αλλά και τον πολιτισμό γενικότερα. Ερωτήσεις που, όπως θα δείτε, δεν υποστηρίζονται από κάποια απάντηση, γιατί καμιά απάντηση δεν είναι τόσο περιεκτική ώστε να αποκλείει άλλες απαντήσεις. Απλώς η απαρίθμησή τους μας δίνει μια, θέλω να πιστεύω, περιεκτική εικόνα της πολυσύνθετης φυσιογνωμίας της πραγματικότητας που σήμερα όλοι βιώνουμε καθώς και των καλλιτεχνικών της δημιουργημάτων.
Παράλληλα, όλα αυτά τα ερωτήματα που ακολουθούν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως πρακτικός πλοηγός έρευνας αλλά και δημιουργίας για συγγραφείς ή σκηνοθέτες που θέλουν να αναμετρηθούν με τα πολλά αδιέξοδα της εποχής.