Οραγγουτάγγος
Μάλλον οι πιο ευφυείς και πιο μοναχικοί από τους μεγάλους πιθήκους, περνούν τη ζωή τους πάνω σε δέντρα, όπου κινούνται με ταχύτητα. Στο Βόρνεο, το μεγαλύτερο νησί της Ασίας, όπου δεν υπάρχουν τίγρεις, βρίσκονται πιο συχνά στο έδαφος από ότι στη Σουμάτρα. Φρούτα αποτελούν 65 με 90% της δίαιτάς τους. Τρώνε επίσης βλαστάρια, φλοιούς, μέλι, έντομα και αβγά πουλιών. Ζουν πάνω από τριάντα χρόνια. Επιδίδονται και στη γεωφαγία. Το χώμα που τρώνε προσθέτει στη δίαιτά τους ιχνοστοιχεία, ενώ πηλώδη συστατικά απορροφούν τοξικές ουσίες και θεραπεύουν τη διάρροια. Ξεκινούν την ημέρα τους τρώγοντας για δύο ή τρεις ώρες. Ξεκουράζονται το μεσημέρι, ενώ μετακινούνται αργά το απόγευμα. Όταν σουρουπώνει ετοιμάζουν, σε λίγα λεπτά, διαφορετικό στρώμα κάθε βράδυ, με επιδεξιότητα επιλέγοντας φύλλα και κλαδιά που αντέχουν το βάρος τους. Δεν κολυμπούν. Μπορούν να απλώσουν τα χέρια τους δύο μέτρα. Περπατούν πάνω στις γροθιές τους και όχι πάνω στις αρθρώσεις των δαχτύλων τους, όπως οι χιμπατζήδες και οι γορίλες. Όταν είναι ενοχλημένοι, ρουφούν αέρα μέσα από σφιγμένα χείλη σε απομίμηση του θορύβου που κάνει ένα φιλί. Επίσης ψευδώς πορδίζουν. Στον ζωολογικό κήπο της Ατλάντας, σε υπολογιστή με οθόνη αφής, δύο οραγγουτάγγοι έχουν παίξει παιχνίδια. Έρευνα στον ζωολογικό κήπο της Λειψίας έδειξε ότι αξιοποιούν «υπολογισμένη αμοιβαιότητα», όπου ζυγίζονται οφέλη και απώλειες από ανταλλαγές δώρων μακροπρόθεσμα. Πρωτοπόρες παρατηρήσεις σε φυσικό περιβάλλον έγιναν από τη Birutè Galdikas που, με τη Jane Goodall (χιμπατζήδες) και τη Dian Fossey (γορίλες), αποτελούν τους τρεις «αγγέλους» του Leakey σε σχέση με τη μελέτη πρωτευόντων. Στο σύγγραμμά του «Historiae naturalis et medicae Indiae orientalis» το 1631, ο Ολλανδός γιατρός (λατινιστί) Jacobus Bontius, που εισήγαγε στις Δυτικές γλώσσες τη λέξη orangutan, αναφέρει Μαλαίσιους που είπαν ότι ο πίθηκος μπορεί να μιλήσει, αλλά δεν το κάνει για να μην τον αναγκάσουν να δουλεύει. Οι κοινωνίες των οραγγουτάγγων αποτελούνται από μονίμους κατοίκους και περαστικούς που ταξιδεύουν μόνοι. Ενήλικες αρσενικοί και έφηβοι των δύο φύλων ζούνε συνήθως μόνοι. Μητέρες ζούνε με τα παιδιά τους για κάποια χρόνια. Θηλυκές που ενηλικιώνονται μένουν κοντά στις μητέρες τους χωρίς να αναπτύσσουν ιδιαίτερους δεσμούς. Αρσενικοί μένουν πιο μακριά μέχρι να μπορέσουν να διεκδικήσουν την περιοχή κάποιου κυρίαρχου αρσενικού. Μερικές φορές συγκεντρώνονται για να φάνε από τα ίδια πολύκαρπα δέντρα. Διάσημο «άνοιγμα του ουραγγοτάγγου» στο σκάκι απέδωσε ο εκτελεστής του, το 1924 στη Νέα Υόρκη, σε επίσκεψη στον ζωολογικό κήπο του Μπρονξ, όπου η οραγγουτάγγος με το όνομα Σούζαν με κάποιο τρόπο υπέδειξε πως η πρώτη κίνηση για τα λευκά θα έπρεπε να είναι στη θέση β5. Ο αγώνας έληξε με ισοπαλία. Ενενήντα χρόνια αργότερα, το 2014, δικαστήριο στην Αργεντινή για πρώτη φορά αναγνώρισε νομικά δικαιώματα σε μη ανθρώπινο ον, με την απόφαση ότι οραγγουτάγγος, με το όνομα Σάντρα στον ζωολογικό κήπο του Μπουένος Άιρες, θα έπρεπε να μετακινηθεί σε καταφύγιο στη Βραζιλία, ώστε να αποκτήσει μερική ή ελεγχόμενη ελευθερία.