Βλαβερός = αυτός που παθαίνει συχνά βλάβη.
Βοή = αγέλη βοοειδών.
Βραδυκίνητος = αυτός που κυκλοφορεί τα βράδια, ο νυκτόβιος.
Γενναιόψυχος = ο ανθεκτικός στις χαμηλές θερμοκρασίες.
Γνώριμος = ο έχων επίγνωση της ωριμότητάς του.
Γνωσιθηρία = η αποθηρίωση των γνώσεων.
Γραμμάριο = μικροσκοπική επιστολή.
Δεξίωση = η προώθηση της Δεξιάς, 2 συναναστροφή ατόμων με συντηρητικές πολιτικές ιδέες.
Δημαγωγία = τέρψη, διασκέδαση του λαού, 2 μαζική αγωγή, 3 δημοτικό δίκτυο αγωγών.
Δημιουργία = το έργο των δημίων.
Δημόσιος = όσιος, προστάτης δήμου.
Διασταύρωση = η από κοινού συμμετοχή σε σταυρικό μαρτύριο, 2 συνάντηση ατόμων που σταυροκοπιούνται.
Διαστολή = σύμπλεγμα υπεροχής, οφειλόμενο σε μακροχρόνια χρήση στολής.
Διευθύνω = διάγω με δική μου ευθύνη,
Δολάριο = υποκοριστικό της λ. δόλος.
Δοξολογία = διακαής επιθυμία λογίων για δόξα.
Δορυφόρος = φόρος επιβαλλόμενος υπό την απειλή δόρατος.
Δοσίλογος = ο εκφωνών λόγους σε δόσεις, σε συνέχειες.
Δοσοληψία = το να παίρνει κανείς τη δόση του.