Όπως τα φαντάσματα στο έργο του Εντουάρντο* έτσι τριγυρίζουν ανήσυχες οι κλίμακες από το πρώτο κι όλας τεύχος του Χάρτη. Όχι μόνο οι Κλίμακες των περιεχoμένων του περιοδικού, αλλά και εκείνες στο εισαγωγικό καλωσόρισμα, πάνω-πάνω, στην αλληγορία του Χόρχε Λουίς Μπόρχες. Ο Χάρτης από το πρώτο του τεύχος και κάθε μήνα θα μας θυμίζει ότι χάρτες είναι πρωτίστως η Κλίμακα.
Τι λέει λοιπόν ο Μπόρχες διά του δικού του φαντάσματος Σουάρεθ Μιράντα; ...Σ’ εκείνη την Αυτοκρατορία, λέει, η Τέχνη της Χαρτογραφίας άγγιξε τόση Τελειότητα, ώστε ο Χάρτης μιας και μόνης Επαρχίας καταλάμβανε μια Πόλη ολόκληρη... Δηλαδή δίνει μόνο την κλίμακα ενός εκτεταμένου χάρτη μιας επαρχίας, χωρίς κάτι άλλο χαρτογραφικό ιδιαίτερο για το περιεχόμενό του. Περιγράφει μόνο τη διαδικασία σμίκρυνσης, τόσο μεγάλης ώστε η απεικόνιση της επιφάνειας μιας επαρχίας να καταλαμβάνει την έκταση μιας πόλης. Το ίδιο λέει και πάρα κάτω, όταν διαβάζουμε ότι καταλάμβανε ...ο Χάρτης της Αυτοκρατορίας μια Επαρχία ολόκληρη. Αλλά και στη συνέχεια, όταν μας βεβαιώνει ότι τελικά αυτές οι σμικρύνσεις δεν ικανοποιούσαν τους χαρτογράφους και έτσι ανέπτυξαν έναν άλλο χάρτη χωρίς σμικρύνσεις, μεγάλο όσο και η αυτοκρατορία, με μέγεθος τέτοιο ώστε να συμπίπτει σημείο προς σημείο με την αυτοκρατορία! Κατάργησαν δηλαδή την κλίμακα, αφού η σύμπτωση σημείο προς σημείο είναι η εξ επαφής απεικόνιση, χωρίς σμίκρυνση, μια ομοιοτυπία, ένα facsimile της αυτοκρατορίας!
Για την τύχη αυτής της μεγαλειώδους χαρτογραφικής ομοιοτυπίας ο ενδιαφερόμενος παραπέμπεται στη συνέχεια του αποσπάσματος στα πρώτα Στίγματα του πρώτου τεύχους του Χάρτη. Εκεί που ο Μπόρχες εμπλέκει α) τις λιγότερο παθιασμένες με τη σπουδή της χαρτογραφίας επόμενες γενεές, β) το πόσο άχρηστος ήταν αυτός ο χάρτης και γ) την εγκατάλειψή του στο έλεος του ήλιου και των χειμώνων για να κατοικούν στα χαλάσματά του ζώα και ζητιάνοι, σε μια χώρα που δεν υπάρχει κανένα άλλο ίχνος της επιστήμης της γεωγραφίας!
Bέβαια εδώ, στον απέραντο χώρο της ελευθερίας που επιτρέπει η αλληγορία, θα ακουγόταν παράταιρη και ανιαρή η ερώτηση για τις διαστάσεις του υλικού (εκτός του μυαλού), π.χ. του χαρτιού, στο οποίο θα απεικονιζόταν το αποτέλεσμα των δύο σμικρύνσεων και της εξ επαφής χαρτογραφίας που περιγράφει ο Μπόρχες. Μήπως σε ένα χαρτί μεγέθους μιας πόλης θα απεικονίζονταν μια επαρχία και σε ένα χαρτί μεγέθους μιας επαρχίας η αυτοκρατορία; Και σε τί μέγεθος χαρτιού η αυτοκρατορία της εξ επαφής χαρτογράφησης; Τι χαρτιά θα ήταν αυτά; Πόσο μεγάλα; Ποιος θα τα έφτιαχνε; Κι αν δεν υπήρχαν τόσο μεγάλα για να χωρέσει σε ένα ο γιγαντιαίος χάρτης, μήπως θα χωρούσε σε μια κατάλληλα ενωμένη σειρά μικρότερου μεγέθους χαρτιών, όσου θα μπορούσε να διαθέσει η χαρτοποιία; Και πόσο μικρότερου; Και πού θα τα αποθήκευαν τα εκατομμύρια αυτά χαρτιά; Και πώς θα έβρισκαν μετά, ανάμεσα στο μέγα εκείνο πλήθος τους, το μέρος της απεικόνισης που θα ήταν απαραίτητο για να διαβαστεί μια περιοχή της επαρχίας, της πόλης, της αυτοκρατορίας; Θεμελιώδη ερωτήματα, θεμελιώδους προβλήματος!
Αχ αυτές οι κλίμακες!
Απαντήσεις θα μπορούσε κανείς να δώσει, αν γνώριζε τα μεγέθη των φύλλων του χαρτιού που θα μπορούσε να κατασκευάζει χάρτες η σχετική τεχνολογία κάθε εποχής, κάθε τόπου...
Τί είναι λοιπόν η μαγική κλίμακα που κάνει τους χάρτες να χωράνε τις απεικονίσεις της γης και όποιου μεγέθους επιμέρους τμημάτων της; Είναι ο βαθμός της σμίκρυνσης με την οποία μικραίνει η γεωγραφική «πραγματικότητα» για να την δούμε εμείς μετά απεικονισμένη στον χάρτη. Όσο μεγαλύτερη είναι η σμίκρυνση τόσο μικρότερη λέμε την κλίμακα και όσο μικρότερη η σμίκρυνση τόσο μεγαλύτερη η κλίμακα! Πολλά μαγικά συμβαίνουν τότε: όσο μικραίνει η κλίμακα, δηλαδή μεγαλώνει η σμίκρυνση, τόσο χάνεται η λεπτομέρεια, η πυκνότητα των στοιχείων που θα μπορούσαμε να απεικονίσουμε στο χάρτη. Και αντίθετα, όσο μεγαλώνει η κλίμακα, δηλαδή μικραίνει
η σμίκρυνση, τόσο αυξάνεται η ευρυχωρία και μπορούν να απεικονιστούν περισσότερα. Αλλά τα φαντασμαγορικά, που μοιάζουν λογοπαίγνια, δεν σταματάνε εδώ. Γιατί όσο μεγαλώνει η κλίμακα τόσο μικραίνει ο «πραγματικός» χώρος που μπορεί να απεικονιστεί στο χαρτί του χάρτη και το αντίστροφο, αν βέβαια διατηρηθούν ίδιες οι διαστάσεις του χαρτιού, στα όρια των οποίων περιορίζεται ο χάρτης.
Και για να μην μείνουμε μόνο στα λόγια, να το φάντασμα της κλίμακας με αριθμούς: Είναι μια αναλογία με αριθμητή το 1 και παρονομαστή έναν αριθμό μ (1:μ). Το 1 υποτίθεται ότι είναι μια διάσταση στην «πραγματικότητα» και το μ ο αριθμός που δηλώνει τη σμίκρυνσή της, δηλαδή πόσες φορές μικραίνουμε το 1. Αν π.χ. το μ είναι 250, τότε η κλίμακα 1:250 (που το αποτέλεσμα της διαίρεσης ισούται με 0,004) σημαίνει ότι κάτι με διάσταση 1 μέτρου στην «πραγματικότητα» , στον χάρτη θα απεικονίζεται με διάσταση 4 χιλιοστών, και ούτω καθεξής. Η περιέργεια του φιλομαθούς αναγνώστη, που καταπολεμά την πλήξη, ικανοποιείται με την άσκηση στο σπίτι, για να δει τί σημαίνει αντιστοίχως η κλίμακα 1:2.500, η κλίμακα 1:25.000, η κλίμακα 1:250.000 και ούτω καθ’ εξής. Γρήγορα θα διαπιστώσει ότι αυξανόμενης της σμίκρυνσης η διάσταση του 1 μέτρου στην «πραγματικότητα» είναι αδύνατον να απεικονιστεί στον χάρτη. Εξαφανίζεται!
Να λοιπόν γιατί ο χάρτης είναι πρωτίστως η κλίμακα και να γιατί η κλίμακα δεν είναι «παίξε γέλασε». Είναι το φάντασμα του χάρτη, που από αθώο και χαριτωμένο μπορεί να γίνει μεγάλος μπελάς για τους σοβαρά ασχολούμενους με τη χαρτογραφία, όπως π.χ. ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες, ο οποίος ως μέγας χαρτογράφος δίδαξε μέχρι και την κλίμακα 1:1, δηλαδή τον χάρτη «εξ επαφής» που συνέπιπτε σημείο προς σημείο με την αυτοκρατορία!
* Το έργο του Εντουάρντο Ντε Φιλίππο, Αχ αυτά τα φαντάσματα! - Questi fantasmi!, (1945) ανέβασε ο Κάρολος Κουν στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης τη σεζόν 1963-64.