Όταν πρωτοείδα αυτό το βιβλίο, πριν την παράδοσή του στο τυπογραφείο, βιβλίο συνεργάτη πριν από χρόνια και φίλου, μου πέρασε η ιδέα ότι θα μπορούσα να το παρουσιάσω σε ένα ευρύτερο κοινό, –ίσως και σαν μιας μορφής αντιχάρισμα για την παλιά μας συνεργασία– ακόμα κι αν απευθύνεται σε αυστηρά ακαδημαϊκό κοινό, ειδικών στο θέμα. Όμως ειδικοί για τον πυρήνα του θέματος αυτού στα καθ΄ημάς, εμού περιλαμβανομένου, σίγουρα δεν υπάρχουν, ενώ οι διαθέσιμοι του εξωτερικού θα πρέπει, παρά την πολυσέλιδη περίληψη στα αγγλικά, να ξέρουν και νέα ελληνικά. Για να μη πάει επομένως … αδιάβαστο, θα επέμενα να το προτείνω σε ένα κάποιο επίμονο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Αλλά καλύτερα ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Ο Πετρόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής της αρχαίας ιστορίας στο Τμήμα Παρευξείνιων Σπουδών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο Λομονόσοφ της Μόσχας όπου και ολοκλήρωσε την διδακτορική του διατριβή για θέματα του αποικισμού των αρχαίων στον Εύξεινο Πόντο. Στη Μόσχα είχε την δυνατότητα να σπουδάσει αποκρυπτογραφημένες γλώσσες της κεντρικής Ανατολίας, ιδιαίτερα την Χεταιική και την Λουβική, τομέα που καλλιεργείται εκεί αλλά είναι άγνωστος στα καθ΄ημάς και όχι μόνο.
Στο βιβλίο αναφέρονται αναλυτικά όλες οι σχέσεις της Μικράς Ασίας και της ενδοχώρας της με το Αιγαίο κατά τη διάρκεια της ύστερης εποχής του χαλκού (1600 ως 1100 π.Χ. περίπου), δηλαδή με τον χώρο του μυκηναϊκού κόσμου. Ο κόσμος αυτός διοικείται από στιβαρά ανακτορικά κέντρα τα οποία, όπως και τα ανάλογα της Ανατολής, καταστρέφονται προς τα τέλη της χιλιετίας για λόγους που δεν έχουν σταματήσει να ερευνώνται ήδη από την εποχή του Σλήμαν. Το βορειότερο όριο των ανακτορικών αυτών κέντρων είναι, με βάση πρόσφατες ανασκαφικές έρευνες, η Ιωλκός, ο οικισμός δηλαδή που αναπτύσσεται γύρω από τον πασίγνωστο νεολιθικό οικισμό του Διμηνίου, στην περιοχή του Βόλου. Τα θέματα τα οποία αναπτύσσονται και για τα οποία γίνεται επίκληση στον επίμονο αναγνώστη να διεξέλθει, είναι τα εξής: Ο Όμηρος και η παρακαταθήκη της Ύστερης Εποχής του Χαλκού. Η επική παραγωγή στην Ανατολή και τον ελληνικό κόσμο. Οι Έλληνες και η θάλασσα. Η Νέα Ασσυρία και το μήνυμα του Ομήρου. Οι ενότητες αυτές έχουν επιμέρους πολλές υποενότητες που καλύπτουν, όπως είπαμε, όλο το φάσμα των σχέσεων Ανατολής και Αιγαίου. Πρόκειται για μία περίοδο πέντε περίπου αιώνων προς τα τέλη της οποίας εμφανίζεται μία μεγάλη πληθυσμιακή κινητικότητα, όπως δείχνουν τα αρχαιολογικά δεδομένα, αλλά και τα κείμενα των πήλινων πινακίδων του ανακτόρου της πρωτεύουσας των Χετταίων Χατούσας (αναφέρονται επιδρομές των «λαών της θάλασσας»), που διατηρήθηκαν στους αιώνες λόγω της φωτιάς που έκαψε το ανάκτορο, αλλά και όλα τα γνωστά ανασκαμμένα ανακτορικά κέντρα της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου. Για τον ίδιο λόγο σώθηκαν στα μυκηναϊκά ανάκτορα και οι πινακίδες με γραμμική Β γραφή οι οποίες όμως δυστυχώς έχουν κείμενα καταγραφών προϊόντων και δυστυχώς ανάμεσά τους δεν σώθηκε καμία πινακίδα ανατολικής προέλευσης. Για τον Πετρόπουλο –και σωστά– ο χώρος της Ανατολής και εκείνος του Αιγαίου εμφανίζει πολλά κοινά χαρακτηριστικά και είναι ο χώρος της διαμόρφωσης της ομηρικής επικής παράδοσης. Αφήνω στην περιέργεια, αλλά και στη φιλομάθεια του επίμονου αναγνώστη, του μη εξοικειωμένου ειδικού, να ανακαλύψει στις σελίδες του βιβλίου εντυπωσιακά παραδείγματα κειμένων από επικά σπαράγματα που σώθηκαν σε πινακίδες κυρίως από τη Χατούσα –μεταφρασμένων στα νέα ελληνικά από τον ίδιο τον συγγραφέα– με ομηρικά ανάλογα!
Το θέμα του υλικού πολιτισμού που αποτελεί αντικείμενο της λεγόμενης Ομηρικής Αρχαιολογίας ήδη από την εποχή της γενέσεως του ομηρικού ζητήματος, δεν θίγεται στις σελίδες του βιβλίου. Είναι ο τομέας που εξετάζει κατά πόσο ο υλικός πολιτισμός που αναφέρεται στα έπη ανήκει στην εποχή της τελικής διατύπωσης των ομηρικών επών (8ος αι. π.Χ) ή στο απώτατο μυκηναϊκό παρελθόν. Θα χρειαζόταν άλλες τόσες σελίδες ακόμη και για απλή σύνοψή του: αρχιτεκτονική, οικοσκευή, ενδυμασία, κομμώσεις, έθιμα ταφής, οπλισμός, κοινωνική οργάνωση, επαγγέλματα κ.λπ. κ.λπ. Ο κόσμος δηλαδή του υλικού πολιτισμού του Ομήρου που ως τώρα δεν φαίνεται να έχει εξετασθεί ενιαία με τον κόσμο της Ανατολής. Θα μπορούσε ίσως κανείς να φαντασθεί ότι θα αποτελούσε τη συνέχεια του βιβλίου του Πετρόπουλου. Ούτως ή άλλως ο τομέας της Ομηρικής Αρχαιολογίας χρειάζεται μία ανανέωση.
(Φεβρουάριος 2020)