Τρία ποιήματα στη μνήμη του Λευτέρη Ξανθόπουλου

Τρία ποιήματα στη μνήμη του Λευτέρη Ξανθόπουλου

Κατευόδιο

Βραδάκι, ναρκωμένοι οι καταναλωτές
Μπροστά στην τηλεόραση, πίτσα και μπύρες.
Απ’ του Καρά Ορμάν το περιγιάλι μ’ απλωτές
για τα νερά τα σκοτεινά τον δρόμο πήρες.

            *

Την νύχτα αυτή κοιμούνται οι καταναλωτές.
Βγαίνεις από τα άπατα στην θάλασσα της Πύλου
και στάζει η χλαίνη σου την πίκρα φίλου
που ήρθε και βρήκε πόρτες σφαλιστές.


                 *


Γιώργος από τα Σωτηριάνικα σου ανάβει
τσιγάρο σέρτικο με ίσκα και τσακμάκι
φέρνει κρασάκι ολόμαυρο να μεταλάβεις

                *

κι ένας δραπέτης με του φόνου το φαρμάκι
στην άμμο το σακίδιο, τ’ άρβυλα σου θάβει
και ψιθυρίζει: « είμαστε της αγάπης σκλάβοι».

[+19.6.2020]


Η ιστορία

Την χλαίνη αυτή με τα χρυσά κουμπιά
χακί να πρασινίζει, τόπους-τόπους, βρύα

με κολλημένα πάνω της όστρακα, λιθαράκια
κι άχυρα λαμπερά ενός θέρους που δεν θα ’ρθει

άραγε ποιος την έχασε;
Και το παγούρι τσίγκινο, γαλβανισμένο

αστράφτοντας στα χώματα καθώς καθρέφτης
ποιανού πολεμιστή φρυγμένο στόμα

άραγε πότισε ποτέ;
Κουτσαίνοντας προβαίνει γερο-στρατηλάτης

την λόγχη του αντικρύζει στην σκουριά
στο χέρι του κομμένα χαλινάρια, δίχως

το άλογό του – από χρόνια πια φευγάτο
και ψάλλει: «Την χελώνα μου ταΐζω

ρόγες Αυγούστου του ΄22,
σταφύλια Αυγούστου του ’49».

Ρίχνει την χλαίνη του στους ώμους
κι aς ξέρει πως του ’σκαψε το κορμί

κι ας ξέρει πως του τρώει το δέρμα
κι όλο κουτσαίνοντας πέρα μακραίνει

κατά τα κυπαρίσσια.

[+19.6.2020]


Χειρόγραφον ἐν τῷ, κατὰ τὸ ὅρος, σπηλαίῳ τῶν Ντελαγουέαρ
(ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ)

«…Ο μακάριος ούτος αθλητής της φυλής των Ντελαγουέαρ, πολιορκηθείς υπό των Αγαρηνών και των γιανιτζάρων των, κατόπιν πολυημέρου μάχης, εσκλαβώθη εν σπηλαίω, Κουτσού Ελαφιού λεγόμενον.
Όθεν προστάζει ο μιαρότατος ηγεμών, στρατηγός ΜακΚέβαν, να βάλουν τον γενναίο μάρτυρα εις την φυλακήν και να ασφαλίσουν τους πόδας του εις την ποδοκάκκην, το λεγόμενον τομπρούκι.
Εις ταύτην την οδυνηράν βάσανον υπέμεινεν με πολλήν προσχάρειαν, λέγων νοερώς την ευχήν και νομίζων τον ηγεμόνα των Χλωμών Προσώπων και τους εδικούς του και τον τζελάτην, ωσάν κύνας ψωραλέους.
Τι τα εντεύθεν;
Έκλαιον αι κόραι των Ντελαγουέαρ,σαν εξημέρωσεν η δεκάτη ενάτη ημέρα, όντας τον είδασιν ναν τόνε φέρνουνε, εις θέσιν «Κόμπια-Ντερέ», ήγουν «ρεμματιά» προσονομαζομένη, όπου ο απάνθρωπος τζελάτης, πριν τον εσφάξη ως αρνίον, υψώσας την μάχαιραν έκρωξε:
«Προσκυνάς;»
Ο στερρός Ινδιάνος μάρτυς, Άστρο της Αυγής τούνομα, υπό τον θρουν των αμφιλαφών πλατάνων και υπό των υδάτων το κελάρυσμα, ενέπτυσεν αυτόν καταπρόσωπον λέγων:
«Έχω βάψει το κορμί μου στα χρώματα των Ντελαγουέαρ».
Εκεί τον έσφαξαν ωσάν κριάρι.»

[+22.6.2020]



Με φορμή το ποίημα του Λευτέρη Η τιμή των Ντελαγουέαρ.



ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: