Oι αρχαίοι τοίχοι του κήπου είναι χαμηλοί και σπασμένοι
και έτσι (ναι, «ακόμη και στην ηλικία μου») εύκολοι
στο σκαρφάλωμα. Λένε πως ήταν ένας κήπος που λάτρευε
ο Γκαίτε. Τον βλέπω να σχεδιάζει: helichrysum,
angelica (ποιανής όνομα του θυμίζει...)
και συγκεντρωμένο: αναλύει γένος, είδος, αγάπη.
Είμαι σίγουρη ότι ήξερε ότι το κυπαρίσσι είναι το δέντρο
που χαρακτηρίζει τα ιταλικά νεκροταφεία, θάνατος
ενσωματωμένος στις βαθυπράσινες λόγχες που δείχνουν
προς τον ουρανό. Εισπνέω: φρέσκια βετιβέρια,
γκρέιπφρουτ και πορτοκάλι, τόσο έντονα όλα που
με πάνε πίσω, σ’ έναν άλλον κήπο, όπου έμαθα
για το πικρό οξύμωρο στο γλυκό
και χυμώδες φρούτο που εκείνος με τάισε, κομμάτι κομμάτι.
Η ανεπαίσθητα μοσχομυριστή ζεστασιά της αγκαλιάς του.
Οι αρχαίοι πέτρινοι τοίχοι κατέρρευσαν, και η εμπιστοσύνη μου.
Μόιρα Ίγκαν: Τρία ποιήματα
Jardin du Poète
Μπωντλαίρ
στον JM
(luxe, calme et volupté)
Νωθρό κυριακάτικο πρωί. Ο σερβιτόρος φέρνει
(πρόθυμα) τα μπλάντι μέρι με τζιν,
όχι βότκα. Λάμψεις άρκευθου και πιπεριού
και πνεύμα αστραφτερό νοστιμεύουν τη συζήτησή μας.
Τρώμε το τοστ μας. Σιτάρι ολικής, και λευκό, και σίκαλη –
Εγώ προτιμώ το σιλικονικό, λέει ο ποιητής χαμογελώντας,
και το κύμινο μου θυμίζει. . . πέρα αρμενίζει
και μας ξενίζει, για λίγο.
Και ενώ ο λαιμός του και οι καρποί του είναι σαν καλάμια λεπτοί,
το πουκάμισό του είναι άψογο. Είναι Υάκινθος,
λέει. Ωραία απόχρωση, τρομερός μύθος.
Μιλάμε για θυμίαμα, εκκλησία, κυλίνδρους παπύρων,
πως είναι καλύτερα να περνάμε το κυριακάτικο πρωί έτσι.
Η βάρδια του σερβιτόρου μας έχει τελειώσει, φορά το δερμάτινό του,
επιστρέφει σε μας, τον αποχαιρετά μ’ ένα φιλί στα πεταχτά.
Baume du doge
στον Mark Strand
Στη Βενετία το aperitivo είναι γαρνιρισμένο
με τέτοια απολαυστικά κομμάτια πορτοκαλιού
που κάποια από μας αστειεύεται: Ποτά και βιταμίνες!
Στην πραγματικότητα όμως θυμάμαι τις συζητήσεις μας,
στον ίδιο βαθμό σοβαρές και παιγνιώδεις.
Αργές βόλτες και τσιγάρα κατά μήκος του Μεγάλου Καναλιού,
κουβέντες για κανέλα, κάρδαμο, το Εμπόριο Μπαχαρικών·
όλοι μας προσπαθούσαμε να βρούμε το ακριβές όνομα της απόχρωσης
που παίρνει ο ουρανός καθώς η μέρα υποχωρεί.
Ζαφορά.
Εκείνος είπε, Όλη η ποίηση είναι τυπική,
ενυπάρχει μέσα σε όρια, σε στενωπούς που επιβάλλει
η γλώσσα ή η παράδοση. Το βράδυ έφτασε με τις πένθιμες
κωδωνοκρουσίες του Αγίου Μάρκου,
τις σκοτεινές ριπές του μύρου και του λιβανιού.
Σε μια πόλη όπως αυτή, θεμελιωμένη πάνω σε τέτοια κομψότητα,
όπου τα μεταξωτά και τα βελούδινα ακολουθούν πανηγύρια βενζόης
και βετιβέριας, το νυχτερινό μυαλό ξεγελιέται
τόσο γλυκά και πιστεύει στη μονιμότητα.
Η Moira Egan γεννήθηκε το 1962 στη Βαλτιμόρη, έζησε για τρία χρόνια (1998-2001) στη Θεσσαλονίκη, όπου δίδαξε στο Κολλέγιο Ανατόλια· εδώ και πολλά χρόνια ζει στη Ρώμη. Έχει εκδώσει πέντε συλλογές ποιημάτων στα αγγλικά και τρεις στα ιταλικά. Τα ποιήματα που παρουσιάζουμε εδώ είναι από την τελευταία της συλλογή, Synæsthesium (2017). Μαζί με τον επιδημιολόγο σύζυγό της Damiano Abeni μετάφρασε συλλογές των Τζον Άσμπερυ, Μαρκ Στραντ, Λόρενς Φερλινγκέτι και Τσαρλς Σίμιτς στα ιταλικά.