Μηχανές πτήσης
Πέρασε χρόνια στο υπνοδωμάτιο: παιδιόθεν με επισκέψεις γιατρών, συσκευές οξυγόνου, σιγανές κουβέντες και πόνο, πόνο στα κόκκαλα, στα σπλάχνα, στις κλειδώσεις. Ώσπου βρέθηκε μια νέα θεραπεία. Δεν θα ήταν πια μονίμως κλινήρης. Μπόρεσε να γνωρίσει και τα υπόλοιπα δωμάτια που τα βρήκε πιο φωτεινά απ’ το δικό του.
Ευτυχώς κατοικούσε σε σπίτι παλαιού τύπου με ωραία καγκελωτή περίφραξη και κήπο απ’ όπου ακουγόταν το σφύριγμα του παππού, λυπημένα τραγούδια που ο γέρος τα διασκεύαζε σταθερά προς το πιο λυπητερό. Με τον καιρό το άρρωστο παιδί θα αποκτούσε δικαιώματα σε λίγο ήλιο αφού η πάθησή του απαιτούσε σκίαση και δροσιά εσωτερικού χώρου, το είδος της αργοσάλευτης ζωής δίχως γεγονότα: ζωή χωρίς ζωή θα την βάφτιζε μέσα του, όταν κάποια στιγμή ανακάλυψε πως με τις λέξεις μπορείς να κερδίσεις πολλές δεύτερες ευκαιρίες. Η ελάχιστη εξωτερική κίνηση τις άφηνε να οργιάζουν. Και εκτός από τις λέξεις, τα όνειρα, αρχέγονα και ασφαλή πτητικά μέσα για την καθηλωμένη σάρκα.
Ένα χάραμα είδε στον ύπνο του την Αμερικανίδα συγγραφέα Περλ Μπακ που είχε ζήσει στην Κίνα τη δεκαετία του ΄30. Θυμόταν το όνομά της σε μια γωνία της βιβλιοθήκης του παππού. Αφού του συστήθηκε, τον άφησε να τη ζυγώσει και τον ρώτησε: πρώτη σoυ φορά στη Σαγκάη; Πρέπει να της απάντησε κάτι έξυπνο και ίσως αστείο, γιατί αποκλείεται να αρκούνταν σε ένα απλό όχι. Σπάνια όμως μπορούσε να ανασύρει με ακρίβεια τα λόγια του από τον βαθύ, πρωινό ύπνο. Ξύπνησε όταν ο παππούς άρχισε να σφυρίζει τα Παιδιά της Σαμαρίνας. Το αγαπημένο του.
Νικόλας Αλ. Σεβαστάκης