Ο κοροναϊός που εμφανίστηκε τον περασμένο Δεκέμβριο στην πόλη Ουχάν, δεν είναι η πρώτη επιδημία που ξεκίνησε από την Κίνα. Πολλές ανάλογες περιλαμβάνονται στις ιικές εξαγωγές της χώρας, με σοβαρές επιπτώσεις στην παγκόσμια υγεία. Μία από αυτές εκδηλώθηκε πριν από 63 χρόνια, εξελίχθηκε σε πανδημία και κόστισε τη ζωή σε δύο εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Ανάμεσα στις χώρες που επλήγησαν ήταν και η Ελλάδα, η οποία βίωσε μια κατάσταση παρόμοια με την τωρινή.
«Ας αρχίσουμε με ολίγα περί γρίπης. Οι περισσότεροι που την αρπάζουν ταλαιπωρούνται αφαντάστως. Ψήνονται από τον πυρετό και διαλύονται κυριολεκτικώς. Κι’ όταν σηκώνονται από το κρεββάτι, έχουν την όψι Λαζάρων! Κι’ όμως οι αρμόδιοι επιμένουν ότι η νόσος είναι ελαφράς μορφής», έγραφε στα Πικάντικα του Επταημέρου το περιοδικό Ρομάντσο, με ημερομηνία 15 Οκτωβρίου 1957. Η ασιατική γρίπη είχε μόλις κάνει αισθητή στη χώρα την επικίνδυνη παρουσία της.
Τα πρώτα κρούσματα της επιδημίας εντοπίστηκαν το Φεβρουάριο της χρονιάς εκείνης στην επαρχία Γκουιζού της νοτιοδυτικής Κίνας. Μέσα σε έξι μήνες ο ιός είχε κάνει το γύρο του κόσμου. Στην Ελλάδα έφθασε τέλος Σεπτεμβρίου, εξαιτίας ενός δεύτερου, ισχυρότερου κύματος που εμφανίσθηκε το φθινόπωρο του 1957. Εκτός από τα επείγοντα μέτρα ασφαλείας και τις οδηγίες προφύλαξης του πληθυσμού, στον πόλεμο κατά του ιού επιστρατεύθηκε και το χιούμορ. Εφημερίδες και περιοδικά πρόταξαν τη σάτιρα, ως ασπίδα κατά της ανησυχίας και του φόβου που διασπείρονταν γρηγορότερα της επιδημίας.
Το εβδομαδιαίο περιοδικό ποικίλης ύλης Ρομάντσο, του εκδότη Νίκου Θεοφανίδη, αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα των σατιρικών αναχωμάτων που στήθηκαν σε αυτή την επέλαση, με όπλο το γέλιο. Από τις αρχές Οκτωβρίου και μέχρι υποχώρησης της ασιατικής γρίπης, η ύλη του περιοδικού επικεντρώθηκε στα… αντισώματα κατά της ασθένειας. Τουλάχιστον στο επίπεδο της ψυχικής διάθεσης του κοινού. Ευθυμογράφοι και γελοιογράφοι που συνεργάζονταν με το περιοδικό, όλοι γνωστές πένες και πενάκια της εποχής, ένωσαν τις δυνάμεις τους ενάντια στον κοινό εχθρό: τον ιό Α, Η2Ν2, προπάτορα του σημερινού κοροναϊού.
Ο Ασημάκης Γιαλαμάς (αχώριστο συγγραφικό ντουέτο με τον Κώστα Πρετεντέρη σε μεγάλες θεατρικές και κινηματογραφικές επιτυχίες) κρατούσε για χρόνια μια χιουμοριστική στήλη με τίτλο «Πεπές ο ευγενικός». Ο γαλλοτραφής ήρωάς του ήταν ένα από τα θύματα της επιδημίας, στο δημοσίευμα με τίτλο «Η γρίπη»:
«Που λέτε μεσιέ – νταμ, έρχεται και με βρίσκει στο σπίτι ο πρώην μαθητής μου, ο μεσιέ Πιέρ.
– Μπονζούρ, μεσιέ Πιέρ, του κάνω. Είσαι καλά;
Δεν μου απαντάει. Κουνάει το κεφάλι του και μου ρίχνει κατά πρόσωπο κάτι φτερνίσματα δυνατά και θορυβώδη.
– Δάσκαλε, μου κάνει, την άρπαξα την ασιατική γρίπη. Αυτή την στιγμή που σου μιλάω θα ’χω και σαράντα πυρετό.
– Γίνομαι κατακίτρινος. Οπισθοχωρώ και του λέω
– Γι’ αυτό φτερνίζεσαι;
– Δεν φτερνίζομαι μόνο, δάσκαλε. Βήχω κιόλας. Γι’ αυτό ακριβώς ήρθα σ’ εσένα.
– Για να βήξεις και να φτερνιστείς;
– Όχι, βρε αδελφέ. Να, επειδή η σπιτονοικοκυρά μου είδε ότι είμαι Ασιάτης…
– Τί είσαι;
– Ασιάτης. Δηλαδή έχω ασιατική γρίπη… Μου έκλεισε την πόρτα και μου δήλωσε ότι δεν θα μου ανοίξει να μπω μέσα, αν δεν γίνω προηγουμένως καλά. Γι’ αυτό ήρθα σε σένα, να ξαπλώσω και να φύγω μόλις γίνω καλά.
Και ξαπλώνει στο κρεβάτι μου
– Τρέχα, μου κάνει, για πενικιλίνες.
Και τρέχω. Οι κανόνες της ευγενείας δεν επιτρέπουν να διώξω έναν άνθρωπο άρρωστο. Αποτέλεσμα; Μέσα σε δύο μέρες γίνεται καλά ο Πιέρ και την αρπάζω εγώ. Και μένω μια εβδομάδα στο κρεββάτι. Και το σπουδαιότερο: ο Πιέρ, μόλις με είδε άρρωστο, έφυγε αμέσως για να μη ξανακολλήσει. Φρίκη…».
Με ισχυρούς, ακόμα, τους κώδικες που χαρακτήριζαν την καταγωγή και το ιδιόλεκτο του κοινωνικού μωσαϊκού στα χρόνια εκείνα, αλλά και τους τύπους που κυριαρχούσαν στα θεατρικές επιθεωρήσεις και, κατ’ επέκταση, στις κινηματογραφικές κωμωδίες (η Σμυρνιά, ο Αρμένης, ο Κρητικός κ.λπ.), αρκετές στήλες του περιοδικού είχαν ως πρωταγωνιστές αντίστοιχους χαρακτήρες. Ένας από αυτούς ήταν ο Αγκόπ, Αρμένης στην καταγωγή -και στο γλωσσικό ιδίωμα-, με κύριο εκφραστή τον ηθοποιό Φίλιο Φιλιππίδη, είχε τη δική του γωνιά στις σελίδες του Ρομάντσου σε κείμενα που υπέγραφε ο ίδιος ο Φ. Φιλιππίδης: «…Τώρα γιαβρούμ, με το επιντημίγια της γκρίπης, ντιάβασα σε ένα φημερίντα πως ούλοι πρέπει να περάσουμε το ασιγιατικό γκρίπη, γκιατί, λέει, αν ντεν μας τσακώσει τώρα που είναι Φτινόπωρο, και μας τσακώσει το χειμώνα με τα κρύγκια, τα είναι πολύ επικίντυνο. Ε, λέγκω στον αυτόν μου: “Αγκόπ, αφού ντεν ήρτε το γκρίπη να τσακώσει εσένα, ντεν πας να το τσακώσεις εσύ για να γκλυτώσεις το χειμώνα από το κίντυνο;”. Και πήρα που λες γιαβρούμ των οματγιών μου και όποιον μαχαλά εύρισκα μπροστά μου, βαρούσα τις πόρτες των ησπιτγιών και ρωτούσα: “Σας περικαλώ, μήπως έχετε ασιατικό γκρίπη;”. “Τον κακό σου τον καιρό έχουμε’, με λέγκανε και με ηκλίνανε κατάμουτρα την πόρτα».
Το χιούμορ ήταν, και παραμένει, ένα από τα πιο αποτελεσματικά αντίδοτα στην έντονη ανησυχία και τους μεγάλους φόβους που διασπείρει ο ιός. Στην Ελλάδα του ’50 μάλιστα, ανακαλύφθηκε το καλύτερο φάρμακο κατά της ασιατικής γρίπης, με εμπνευστή τον Πολύβιο Βασιλειάδη (της συγγραφικής δυάδας με τον Νίκο Τσιφόρο), στα θεατρικής δομής κείμενα που δημοσίευε κάθε εβδομάδα στο Ρομάντσο. Η σελίδα του, με τίτλο «Η ζωή είναι κωμωδία», δεν θα μπορούσε να αφήσει ασχολίαστη την επιδημία, παρουσιάζοντας μάλιστα, σε επίσημη πρώτη, ένα… εθνικό αντίδοτο.
Η δίπρακτη κωμωδία του Η “Ασιατική” στην ταβέρνα είχε δύο πρωταγωνιστές: τον ευκολόπιστο Αντώνη και τον γείτονά του, Δήμο, «εφευρέτη» του αποτελεσματικού εμβολίου κατά της φονικής γρίπης. Η σκηνή διαδραματίζεται στο δρόμο όπου συναντιούνται τυχαία:
ΔΗΜΟΣ (κοιτά επίμονα στο πρόσωπο τον Αντώνη): Δεν μου λες, κυρ Αντώνη, από ασιατική πώς πας;
ΑΝΤΩΝΗΣ (που δεν καταλαβαίνει αμέσως): Ορίστε;
ΔΗΜΟΣ: Λέω, από ασιατική γρίπη πώς πας; Γιατί, δεν σε βλέπω καλά. Το χρώμα σου είναι ωχρό. Πάρα πολύ ωχρό. Μήπως έχεις κομμάρες;
ΑΝΤΩΝΗΣ: Κομμάρες; (το σκέφτεται)
ΔΗΜΟΣ: Ναι, Στα πόδια, στα χέρια και γενικά παντού στο σώμα..
ΑΝΤΩΝΗΣ: Κάτι λίγες έχω. Πάντως…
ΔΗΜΟΣ: Τα είδες; Ό,τι είχα κι’ εγώ. Όμως εγώ σώθηκα. Δεν την άρπαξα.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Δεν την άρπαξες;
ΔΗΜΟΣ: Όχι. Έκανα εμβόλιο και τη γλύτωσα.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Εμβόλιο; Και πού το βρήκες, βρε Δήμο;
ΔΗΜΟΣ: Πουλάνε όσο θες.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Στα φαρμακεία;
ΔΗΜΟΣ (βάζει τα γέλια): Ποια φαρμακεία, βρε άνθρωπέ μου; Στην ταβέρνα του κυρ-Μηνά του βαρελά. έχει ένα σώσμα νέκταρ. Πίνεις δύο ποτηράκια και κάνεις εμβόλιο για ένα χρόνο. Αντιασιατικό με τα ούλα του. Ούτε γρίπη μένει, ούτε ο ιός της, ούτε η μάνα της. Πάμε να σε εμβολιάσω με κρασί!».
[ Οι γελοιογραφίες είναι από το περ. Ρομάντσο, τεύχη Οκτωβρίου 1957 / Aρχείο Α. Μαλανδράκη ]