H Temppeliaukion Kirkko, «Εκ­κλη­σία των Βρά­χων», απο­τε­λεί αξιο­θέ­α­το του κε­ντρι­κού Ελ­σίν­κι. Σκα­μέ­νη ανά­με­σα σε όγκους γρα­νί­τη και σκλη­ρών πε­τρω­μά­των, που κύ­λη­σαν ως εκεί από την Επο­χή των Πα­γε­τώ­νων, έρ­γο των αδελ­φών Τί­μο και Τού­ο­μο Σού­μα­λαϊ­νεν, χτί­στη­κε στην διε­τία 1968-1969, εξυ­πη­ρε­τεί θρη­σκευ­τι­κούς σκο­πούς και προ­σφέ­ρε­ται ως χώ­ρος συ­ναυ­λιών, χά­ρη στην εξαι­ρε­τι­κή ακου­στι­κή, την οποία εξα­σφα­λί­ζει το κυ­κλι­κό σχή­μα της και ο μο­νο­κόμ­μα­τος κυ­κλι­κός χάλ­κι­νος θό­λος της. Εκεί­νη την ημέ­ρα κα­λο­και­ρί­ας, ώρα του δει­λι­νού που κα­θυ­στε­ρού­σε τον ερ­χο­μό της νύ­χτας, η συ­ναυ­λία ήταν αφιε­ρω­μέ­νη σε έρ­γα του Άλ­φρεντ Σνίτ­κε (Alfred Schnittke). Το ακρο­α­τή­ριο πο­λυ­πλη­θές, τα μου­σι­κά ακού­σμα­τα περ­νού­σαν από πνευ­μα­τώ­δη παι­χνι­δί­σμα­τα σε σύγ­χρο­νες ανα­τα­ρά­ξεις, από στο­χα­στι­κά συ­ναι­σθή­μα­τα σε απο­κρού­σεις βί­ας, από την χα­λά­ρω­ση στην έντα­ση.

Reginald Gray: πορ­τρέ­το του Αlfred Schnittke

Με­τά το τέ­λος της συ­ναυ­λί­ας, το κοι­νό απο­χω­ρού­σε αρ­γά και ψι­θυ­ρι­στά, ευ­λα­βού­με­νο πι­θα­νώς τον εκ­κλη­σια­στι­κό χώ­ρο, όταν δια­δό­θη­κε πως ο συν­θέ­της εί­χε ει­σέλ­θει ακρο­πο­δη­τί με­τά την έναρ­ξη της εκ­δή­λω­σης και πα­ρέ­με­νε κα­θι­σμέ­νος στην τε­λευ­ταία σει­ρά κα­θι­σμά­των, στην πέ­ρα γω­νία. Μια μι­κρή ου­ρά σχη­μα­τί­στη­κε για να τον χαι­ρε­τή­σει. Ανταλ­λά­ξα­με με­ρι­κές φρά­σεις στα αγ­γλι­κά πε­ρί Μου­σι­κής, του έσφι­ξα το χέ­ρι, δια­τη­ρώ την ει­κό­να ενός αδύ­να­του αν­θρώ­που με μα­κριά ολόι­σια μαλ­λιά και βα­θου­λω­μέ­να σπιν­θη­ρο­βό­λα μά­τια, που φο­ρού­σε ένα βα­ρύ και φαρ­δύ σα­κά­κι, ένα κο­ντό κα­σκόλ ήταν τυ­λιγ­μέ­νο στον λαι­μό του, έσκυ­βε μπρο­στά σαν να ντρε­πό­ταν για τα κα­λά λό­για που άκου­γε από τους θαυ­μα­στές του, ευ­χα­ρι­στώ­ντας στα ρω­σι­κά και στα γερ­μα­νι­κά, οπι­σθο­χω­ρώ­ντας λες και έψα­χνε να βρει από πού θα έφευ­γε το τα­χύ­τε­ρο.