Έρως και επιστήμη

Σχάμα ἄειδε θεά

————————————
Συνδυάζοντας το προοίμιο της
Ιλιάδας με το απόφθεγμα του Πυθαγόρα «Σχάμα καὶ  βάμα» που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «κάθε νέο σχήμα είναι ένα βήμα προς τη γνώση» η στήλη φιλοδοξεί να ασχοληθεί με τους  τρόπους που οι τέχνες αναζητούν την έμπνευση στους δαιδάλους των μαθηματικών
————————————


[…] οι μαθηματικοί συλλογισμοί είναι σαν τον έρωτα. Αν παραχωρήσετε έστω και κάτι λίγο σ’ έναν εραστή σε λίγο θα πρέπει να του παραχωρήσετε περισσότερα κι αυτή η διαδικασία πάει μακριά. Με τον ίδιο τρόπο, παραχωρήστε σ’ ένα μαθηματικό και την ελάχιστη αρχή. Θα σας οδηγήσει σ’ ένα συμπέρασμα που θα πρέπει κι αυτό να το αναγνωρίσετε, κι από αυτό το συμπέρασμα θα πρέπει να οδηγηθείτε στο επόμενο. Κι έτσι χωρίς να το καταλάβετε θα οδηγηθείτε εκεί που δε φαντάζεστε. Αυτές οι δυο κατηγορίες ανθρώπων [ οι μαθηματικοί και οι εραστές ] παίρνουν πάντα περισσότερα από όσα τους παραχωρούμε….

Μέσα από αυτή την αναλογία, ο Bernard de Fontenelle προσπαθεί να εξηγήσει στην ανώνυμη συνομιλήτριά του, Μαρκησία de G, την επιστημονική του μέθοδο. Περιγράφει τους εραστές με τα λόγια που θα χρησιμοποιούσε μια ανήσυχη μητέρα συμβουλεύοντας την κόρη της ενόσω αυτή ετοιμάζεται για κάποια έξοδο. Κι ένας μαθηματικός σίγουρα θα αναγνωρίσει μέσα σε αυτά τα λόγια την αξιωματική – παραγωγική μέθοδο: Αν αποδεχθείτε ότι από ένα σημείο έξω από μια ευθεία άγεται μία μόνο παράλληλη, θα αναγκαστείτε να αποδεχθείτε (επειδή θα σας το αποδείξω) ότι οι γωνίες ενός τριγώνου έχουν άθροισμα 180 μοίρες, ότι δυο ευθείες κάθετες στην ίδια ευθεία θα είναι μεταξύ τους παράλληλες, ότι, ότι…

Έρως και επιστήμη

Ο Bernard Le Bouyer de Fontenelle γεννήθηκε στην Ρουέν της Νορμανδίας στις 11 Φεβρουαρίου 1657. Πέθανε στο Παρίσι στις 9 Ιανουαρίου 1757, λίγο πριν συμπληρώσει το εκατοστό έτος της ηλικίας του. Μετά τις σπουδές του στο Κολέγιο των Ιησουιτών της γενέτειράς του, ο νεαρός Bernard αποπειράθηκε να ακολουθήσει τη σταδιοδρομία του πατέρα του ως νομικός. Μετά τις πρώτες αποτυχίες του, έφυγε για το Παρίσι, όπου στράφηκε προς τη λογοτεχνία. Αρχικά προσπάθησε να μιμηθεί τον διάσημο θείο του, Pierre Corneille, γράφοντας θεατρικά έργα. Καταστροφή! Σύμφωνα με τον Racine, στις παραστάσεις των έργων του Fontenelle απέκτησε το κοινό τη συνήθεια να σφυρίζει όταν δεν του αρέσει το έργο!

Το επόμενο βήμα του ήταν να στραφεί προς την επιστημονική λογοτεχνία· κι εκεί πια φάνηκε ότι είχε βρει την πραγματική του κλίση. Το πιο γνωστό του έργο, Entretiens sur la pluralité des mondes (Διάλογοι σχετικά με την πλειονότητα των κόσμων ή Ομιλίαι περί πληθύος κόσμων όπως τιτλοφορείται η πρώτη μετάφραση στα Ελληνικά από τον Παναγιωτάκη Καγκελλάριο Κοδρικά - 1794) δύσκολα μπορεί να ενταχθεί σε μια συγκεκριμένη φιλολογική κατηγορία. Είναι σίγουρα έργο κοσμολογικής εικοτολογίας αφού με αναλογικά επιχειρήματα υποστηρίζει την ύπαρξη μορφών ζωής στη Σελήνη και τους πλανήτες του ηλιακού συστήματος· είναι επιστημολογικό πόνημα αφού ανάμεσα στα κύρια μελήματά του είναι η ανάλυση των επιστημονικών μεθόδων που υιοθετεί ο συγγραφέας· είναι, εν μέρει, επιστημονική πραγματεία αφού παραθέτει, μεταξύ άλλων, φυσικούς νόμους και αστρονομικά δεδομένα· και αναμφίβολα αποτελεί έργο επιστημονικής εκλαΐκευσης αφού όπως δηλώνει ο ίδιος ο συγγραφέας στο πρόλογο,

Θέλησα να χειριστώ τη φιλοσοφία κατά τρόπο μη φιλοσοφικό· προσπάθησε να την παρουσιάσω με μια μορφή που να μην είναι ούτε υπερβολικά στεγνή για τους ανθρώπους του κόσμου, ούτε υπερβολικά επιφανειακή για τους σοφούς.

Και πιο κάτω,

Οφείλω να προειδοποιήσω όσους έχουν γνώσεις φυσικής ότι δεν είναι πρόθεσή μου να τους διδάξω αλλά μόνον να τους ψυχαγωγήσω, παρουσιάζοντάς τους με τρόπο ευχάριστο και διασκεδαστικό όσα ήδη γνωρίζουν σε βάθος· ακόμη, προειδοποιώ αυτούς για τους οποίους αυτά τα πράγματα είναι καινούργια, ότι προσπάθησα και να τους ψυχαγωγήσω και να τους διδάξω.

Πρέπει ωστόσο να είμαστε επιφυλακτικοί ως προς το νόημα του όρου εκλαΐκευση, που σε αυτή την φάση δεν πρέπει να ερμηνεύεται ως προσπάθεια διάδοσης της γνώσης στις λαϊκές τάξεις – οι οποίες σε μεγάλο βαθμό δεν γνώριζαν ανάγνωση. Το κοινό στο οποίο απευθύνεται το πόνημα του Fontenelle, είναι εκείνα τα μέλη της αριστοκρατίας που χωρίς να διαθέτουν ιδιαίτερες επιστημονικές γνώσεις, προβληματίζονται για τον συνταρακτικό μετασχηματισμό που υφίσταται στην εποχή τους το κοσμοείδωλο και ενδιαφέρονται να γνωρίσουν τις αντικρουόμενες ιδέες που διαγκωνίζονται για να υποκαταστήσουν την αριστοτελική-πτολεμαϊκή εικόνα του σύμπαντος· είναι οι θαμώνες των φιλολογικών σαλονιών του διαφωτισμού, όπου συχνάζει η «καλή κοινωνία» και απ’ όπου έχουν την άτυπη υποχρέωση να περάσουν όλοι οι συγγραφείς για να διαβάσουν και να σχολιάσουν τα έργα τους, αφού χωρίς την υποστήριξη ενός τουλάχιστον ισχυρού φιλολογικού σαλονιού, δεν έχουν καμία ελπίδα για μια επιτυχημένη σταδιοδρομία.
Είναι εντυπωσιακό ότι σε μια αδιαμφισβήτητα ανδροκρατούμενη κοινωνία όπως αυτή της Γαλλίας του 17ου αιώνα, στην οποία οι γυναίκες δεν έχουν πρόσβαση στα πανεπιστήμια, ούτε γενικότερα δικαίωμα στη μόρφωση, κάποιες από αυτές, οι ονομαστές salonnières, κρατούν τα κλειδιά που οδηγούν στην Ακαδημία, στα Πανεπιστήμια και γενικότερα στην επιστημονική αναγνώριση.
Είναι άραγε αυτό το βασικό του κίνητρο για να επιλέξει ως κεντρικό συνομιλητή στο βιβλίο του μια γυναίκα; Ας δούμε τι λέει ο ίδιος:

H Μαντάμ Ντε ΛαΦαγιέτ

Επέλεξα να παρουσιάσω διαλόγους με μια γυναίκα η οποία διδάσκεται και που δεν έχει ακούσει ποτέ να μιλούν για αυτά τα θέματα. Θεώρησα ότι αυτό το εύρημα θα χρησίμευε στο να κάνει το έργο πιο ευχάριστο και θα ενθαρρύνει τις γυναίκες. […] Δεν τους ζητώ παρά να δώσουν στο φιλοσοφικό σύστημα που παρουσιάζω όση προσοχή δίνουν στην Πριγκίπισσα ντε Κλεβ.

Η Πριγκίπισσα ντε Κλεβ ήταν ένα αισθηματικό μυθιστόρημα της Madame de Lafayette· κυκλοφόρησε το 1678 και κέρδισε αμέσως την αγάπη των γυναικών της Γαλλικής αριστοκρατίας. Για πολλούς αναλυτές μάλιστα, αποτελεί το πρώτο δείγμα ενός νέου genre, του αισθηματικού – ψυχολογικού δράματος. Μας δείχνει αυτή η αναφορά ότι ο Fontenelle στοχεύει στο γυναικείο κυρίως αναγνωστικό κοινό; Πάντως η τακτική να απευθύνονται τα εκλαϊκευτικά κείμενα σε γυναίκες πρέπει να ήταν ιδιαίτερα επιτυχής αφού μερικά χρόνια αργότερα υιοθετήθηκε και από τον Francesco Algarotti, διάσημο πολυμαθή και περιζήτητο εραστή της εποχής. Το έργο του Μαθήματα Νευτωνισμού για κυρίες, που κυκλοφόρησε το 1737, επιχειρούσε να παρουσιάσει με απλά λόγια τις θεωρίες του Νεύτωνα για το φως.
Οι Διάλογοι σχετικά με την πλειονότητα των κόσμων εκδόθηκαν για πρώτη φορά το 1686 και είχαν τεράστια επιτυχία: όσο ο Fontenelle ήταν ακόμα εν ζωή έκαναν 33 εκδόσεις. Επιπλέον, του άνοιξαν το δρόμο για την Γαλλική Ακαδημία, στην οποία εκλέχθηκε το 1691 και όπου, από το 1699 μέχρι το 1737 κατείχε τη θέση του μόνιμου γραμματέα. Ανάμεσα στα καθήκοντά του ήταν να συντάσσει ένα ετήσιο μνημόνιο 100 - 150 σελίδων, στο οποίο να συνοψίζει τα βασικά επιστημονικά επιτεύγματα της προηγούμενης χρονιάς. Ήταν μια δύσκολη άσκηση αφού για να εκπονήσει αυτό το μνημόνιο όφειλε να κατανοήσει σε βάθος όλες τις σημαντικές ανακαλύψεις των μελών της Ακαδημίας, που εκτείνονταν σε ένα μεγάλο εύρος γνωστικών αντικειμένων, από τη βοτανική μέχρι την φυσική περνώντας από τα μαθηματικά και την αστρονομία, και να τις αποδώσει σε μια απλή, μη τεχνική γλώσσα. Το σύνολο αυτών των μνημονίων, περίπου 5.000 σελίδες, αποτέλεσε για την εποχή του ένα πρότυπο εκλαϊκευτικής γραφής. Ωστόσο δέχτηκε και πάρα πολλές επικρίσεις. Ο Jean-Baptiste Rousseau για παράδειγμα, ένας σύγχρονός του ποιητής και θεατρικός συγγραφέας, συνέταξε ένα σκωπτικό επίγραμμα όπου αναφέρει πως

Εδώ και τριάντα χρόνια ένας πνευματώδης γεροβοσκός από την Νορμανδία αποτελεί το πρότυπό τους. Τους διδάσκει να χειρίζονται τα μεγάλα θέματα με την περίτεχνη γλώσσα του δρόμου. Είναι ο πιο όμορφος σαχλός σε όλο τον κόσμο.

Ωστόσο η πλειοψηφία των διανοουμένων ήταν ευνοϊκά διακείμενη απέναντί του. Ίσως αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι ήταν από τη φύση του ήπιος και δεν εμπλεκόταν με πάθος στις μεγάλες επιστημονικές αντιπαραθέσεις της εποχής του. Έτσι, σε μια περίοδο που οι επιστημονικές διαφωνίες εξελίσσονταν συχνά σε ανταλλαγές κατηγοριών, ύβρεων και λιβέλλων, ο Fontenelle κατόρθωσε να συγκεντρώσει στο πρόσωπό του μια σχεδόν οικουμενική αποδοχή. Ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίζεται την πληροφορία μέσα στους Διαλόγους, είναι ενδεικτικός του πώς το πέτυχε: ενώ δεν διστάζει να πάρει ξεκάθαρες θέσεις πάνω στα θέματα που απασχολούν τους φιλοσόφους του καιρού του, τεκμηριώνοντάς τις με λιγότερο ή περισσότερο ορθολογικά επιχειρήματα, σπεύδει αμέσως μετά να πάρει τις αποστάσεις του, τονίζοντας ότι όλα αυτά είναι κατά κύριο λόγο εικασίες και ότι απαιτούν αποδείξεις τις οποίες ο ίδιος δεν διαθέτει.

Έχω μες το κεφάλι μου το σύστημα του σύμπαντος! Είμαι σοφή! αναφωνεί γεμάτη ευγνωμοσύνη η μαρκησία G. Ναι, της απάντησα, ως ένα σημείο έτσι είναι και έχετε επιπλέον την ευχέρεια, μόλις το θελήσετε, να σταματήσετε να πιστεύετε οτιδήποτε από όσα σας έχω πει.

Παρόλο που το συγγραφικό του έργο είναι τεράστιο (τα Άπαντά του που εκδόθηκαν το 1758 αποτελούνται από 11 τόμους), κανένα έργο του δεν γνώρισε την φήμη και τη δημοσιότητα των Διαλόγων σχετικά με την πλειονότητα των κόσμων. Στο επόμενο τεύχος του Χάρτη θα συζητήσουμε αναλυτικά το περιεχόμενο των Διαλόγων και θα αναφέρουμε τις αντιδράσεις που προκλήθηκαν όταν το κατά κύριο λόγο Καρτεσιανικού προσανατολισμού έργο του Fontenelle ήρθε αντιμέτωπο με το συγκροτημένο και απόλυτα τεκμηριωμένο Νευτώνειο σύστημα.

[ ΣYNEXIZETAI ]

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: