Η πτώση ας μένει στην ανάγνωση

Τζόρτζιο Ντε Κίρικο, «Η Κωμωδία και η Τραγωδία», 1926 (λεπτομέρεια)
Τζόρτζιο Ντε Κίρικο, «Η Κωμωδία και η Τραγωδία», 1926 (λεπτομέρεια)

George Steiner, «Επανεξετάζοντας την τραγωδία», εισαγωγή – μετάφραση Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, Έρασμος 2014

Μέσα από το αγαπημένο μου κύκλιο σχήμα, ο πρόσφατα χαμένος κριτικός της λογοτεχνίας Τζωρτζ Στάινερ επανέρχεται στις αρχές του 21ου αιώνα στο θέμα που τον απασχόλησε, από την αρχή ακόμη της συγγραφικής του πορείας, σχεδόν μισόν αιώνα πίσω: αυτό της τραγωδίας και της έννοιας του τραγικού εν γένει (στο έργο του Ο θάνατος της τραγωδίας). Δύσκολο να προσάψεις ρηχότητα σε μια τέτοια επιμονή και εμμονή σε τέτοιο θέμα απαιτητικό, όπως έκαναν επικριτές του έργου του, θέμα με το οποίο αναμετρήθηκαν κορυφαίοι δημιουργοί, και φιλόσοφοι όπως οι Καρλ Γιάσπερς και Μαξ Σέλερ, έργα των οποίων για το τραγικό περιλαμβάνονται επίσης στην καλαίσθητη, εμβριθέστατη σειρά των εκδόσεων Έρασμος. Από αυτό που σίγουρα πάντως δεν γλυτώνει το έργο του είναι οι σχηματοποιήσεις, αναπόφευκτες όταν κανείς επιχειρεί να συλλάβει το όλον. Άλλο πράγμα βέβαια από ποιες προϋποθέσεις εκκινεί η ανάλυση, τις οποίες θα δούμε στην πορεία.
Ο Στάινερ εκκινεί από... καταβολής κόσμου για να καταλήξει στο σήμερα. Πρωταρχικό επεισόδιο στην ιστορία του ανθρώπου, η Πτώση. Όλη η ιστορία των ιδεών αφορμάται από εκεί, επιχειρώντας να ερμηνεύσει την πτώση, διαλεγόμενη τελικά με τον ίδιο τον Θεό, ακόμη και —ιδίως— μέσα από το να τον αρνείται. Η βασική λοιπόν προϋπόθεση της τραγωδίας ως είδους αλλά και της τραγικής αίσθησης της ζωής είναι η θεολογική ερμηνεία του κόσμου. Η τελευταία αυτή δεν έχει υπερβαθεί ούτε από την αθεΐα, τον μοντερνισμό και το παράλογο, καθώς και αυτά συνιστούν μια σημειολογική αντιστροφή, θα έλεγα, της θεολογικής ερμηνείας, επικαλούμενα και αυτά έναν θεό, που εδώ απλώς δεν υπάρχει ή έχει υποκατασταθεί, από την τύχη λόγου χάρη. Ο Στάινερ θέλει να υπερτονίσει ξανά εδώ, επιστρέφοντας στην τραγωδία, την οντολογική ανεστιότητα του ανθρώπου μετά την πτώση, την έλλειψη νοήματος και ουσίας, την εκδικητική φύση της θεότητας που τιμωρεί τον άνθρωπο για το αρχέγονο, προπατορικό αμάρτημά του. Όμως, προσοχή. Ό,τι μολύνει η ελπίδα παύει να είναι τραγικό. Και πρώτα από όλα ο Χριστιανισμός: καθιστά την τραγωδία άτοπη, καθώς προσφέρει ένα αίσιο τέλος. Το ίδιο και οι μεταθρησκείες που ακολουθούν, αιρέσεις από την ίδια μήτρα, ο μαρξισμός, η ψυχανάλυση και ο δομισμός, που προσφέρουν τις δικές τους ιδρυτικές αφηγήσεις, τη δική τους εγκοσμιοκρατική ερμηνεία της πτώσης με τις αντίστοιχες μεσσιανικές υποκαταστάσεις. Η έννοια της δομικής ανεστιότητας της ύπαρξης εκκινεί βέβαια από τον Γιάσπερς και τον Χάιντεγγερ ενώ η συμφιλίωση ως κατάληξη που αναιρεί την τραγωδία ανάγεται στον Γκαίτε και τη δική του θέαση της τραγωδίας ως αγεφύρωτης σύγκρουσης. Υπό αυτή την έννοια απόλυτη, ανόθευτη και καθαρή τραγωδία έχουν γράψει μόνον οι αρχαίοι έλληνες τραγικοί, τις Βάκχες, τον Αίαντα ή την Αντιγόνη λόγου χάρη (στην οποία ο Στάινερ θα αφιερώσει το 1984 το εμβληματικό του έργο αναφοράς Αντιγόνες), αλλά και για τον πρόσθετο, πολιτικό λόγο ότι η τραγωδία εμπλέκει πνεύματα λόγια που δεν ανευρίσκονται εύκολα σήμερα στην εκδημοκρατισμένη συνθήκη.

Τζορτζ Στάινερ (1929-2020)

Mε τις προϋποθέσεις ανάγνωσης του τραγικού από τον Στάινερ επιχειρώ μία συνομιλία στο υπό έκδοση βιβλίο μου Αντιγόνη, Εσταυρωμένη. Και πρώτα-πρώτα, ποιος είναι ο Χριστιανισμός για τον οποίο γίνεται λόγος; Ο καλβινιστικός μονοθεϊσμός, μας λέει ο συγγραφέας. Ο οποίος σωστά ερμηνεύει τον καλβινιστικό προκαθορισμό της προγραμματισμένης καταδίκης ως μεταγενέστερη εκδοχή της αρχαίας μοιρολατρίας. Εδώ λοιπόν υποφώσκει μια μηχανιστική θεώρηση, σαν να μην είναι το κακό γεγονός βουλητικό, σαν να μην υπάρχει ελεύθερη βούληση ή σαν αυτή να υποτάσσεται εντέλει, στο ασυνείδητο λόγου χάρη... Υποφώσκει όμως ακόμη ως βασική προτεσταντική θεώρηση, η απόλυτη αμαύρωση και εξαχρείωση της εικόνας του Θεού στον άνθρωπο μετά την πτώση αλλά και η υπόνοια ότι ο άνθρωπος χάνει την τελειότητα την οποία προ της πτώσεως δήθεν διέθετε. Και από εδώ προκύπτει η απόλυτα ηθικιστική θεώρηση της ιστορίας ως βέβηλου, εφάμαρτου πεδίου. Αλλά και η κληρονομία της ενοχής για το προπατορικό αμάρτημα καθιστά τον βίο πέρα από βέβηλο και αβίωτο ενώ ο θάνατος φαντάζει ως μόνη λύση σε μια εκδοχή αθεϊστικού σαρτρισμού με μόνη την αισθητική ικανοποίηση να μετριάζει την αίσθηση του ανθρώπου ως ερριμένου στον κόσμο... Στις θεωρήσεις αυτές χάνεται η θεμελιακή διττότητα της ανθρώπινης συνθήκης και επικρατεί μόνο το στοιχείο του μηδενός, από το οποίο βέβαια και προέρχεται ο άνθρωπος, το οποίο καταβροχθίζει σαν μαύρη τρύπα. Απουσιάζει άλλωστε και το συναφές στοιχείο των τραγικών ανακυκλήσεων, που δεσπόζει στην ανάγνωση του τραγικού από τον Ρενέ Ζιράρ, λόγου χάρη. Αλλά και η έμφαση του τελευταίου στην Ανάσταση του Χριστού, ως προσφέρουσα τη μόνη εναλλακτική διέξοδο στην αυτοκαταστροφή, τη ματαίωση, την οδύνη, την αυτοκτονία: συγχώρηση και συμφιλίωση, η οποία δεν αναιρεί την τραγικότητα, όπως θέλει ο Στάινερ, καθώς η τελευταία δεν συνίσταται στην καταστροφή που επισυμβαίνει στο τέλος αλλά στην ελευθερία και τη δυνατότητα επιλογής του ατόμου πέρα από όποιους ντετερμινισμούς. Ακόμη βασική εδώ κρίνεται η καθόλα θεμιτή φεμινιστική απαίτηση για αποκάθαρση του θηλυκού στοιχείου από τη θεώρησή του ως φορέα του κακού.          

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: