Οι φωτογραφίες αρχαιοτήτων
Κοιτάζοντας φωτογραφίες του παρελθόντος γενικά και φωτογραφίες αρχαιοτήτων ειδικότερα, φαίνεται πως το τελευταίο που εξετάζουμε είναι η ίδια η φωτογραφία ως αποτέλεσμα υποκειμενικής διαδικασίας. Την αξία της φωτογραφίας που αποσπά ένα μεγάλο μέρος της προσοχής μας, την αποδίδουμε άλλοτε στο θέμα, άλλοτε στις πληροφορίες που περιέχει και άλλοτε στις δυσκολίες κατά τη λήψη τεχνικές ή άλλες. Η σημασία της απεικόνισης συχνά υποβαθμίζεται, σαν η φωτογραφία να ταυτίζεται απολύτως με αυτό που δείχνει, σαν να είναι αυθύπαρκτη. Αυτό είναι βέβαια κατανοητό και μάλλον φυσικό όταν αφορά στο παρελθόν, πολύ δε περισσότερο όταν αυτό το παρελθόν είναι μακρινό ή αν το θέμα έχει αλλάξει δραματικά ή έχει πάψει να υπάρχει. Συνεπώς η δημιουργική πρόθεση του φωτογράφου, ακόμη και η ίδια η συμμετοχή του, γίνεται δύσκολα αντιληπτή. Έτσι, δημιουργούνται διάφορες «αξίες» που μας απομακρύνουν από την ποιότητα της φωτογραφικής απεικόνισης και περιορίζουν την ολόπλευρη «ανάγνωσή» της μετατρέποντας την εικόνα σε απλό «τεκμήριο» υποβαθμίζοντας το δημιουργικό/υποκειμενικό περιεχόμενό της. Παρ΄ όλα αυτά η φωτογραφία μετά τα πρώτα αβέβαια και αναγνωριστικά βήματά της στις αρχές του 1850, άρχισε να διαγράφει μια ιστορία πειραματισμών και δημιουργικής προσπάθειας των φωτογράφων, να υποδηλώσουν και να ενσωματώσουν εικαστικά τη δική τους «ματιά» στην απεικόνιση αρχαιοτήτων. Ας εξετάσουμε μερικά σημεία αυτής της διαδρομής, μέσα από ομοιότητες και διαφορές φωτογραφιών με το ίδιο θέμα.
Η καθιερωμένη οπτική γωνία
Καθώς η τεκμηρίωση επιβάλλει συνήθως απεικονίσεις στον άξονα, στις φωτογραφίες του Παρθενώνα που ακολουθούν, η γωνία λήψης, το καδράρισμα, αρκετές φορές ακόμα και ο φωτισμός, υποτάσσονται σ’ αυτήν την ανάγκη με αποτέλεσμα να καθιερώνεται μια απεικόνιση που επαναλαμβάνεται για σχεδόν 170 χρόνια. Κατά συνέπεια η εικαστική πρόθεση σ’ αυτή την περίπτωση γίνεται εξαιρετικά δυσδιάκριτη, εάν και όταν υπάρχει (εικ.1-9).