Το δαχτυλίδι της τύχης
Ως προς την προέλευσή του κανένα μυστήριο δεν έκρυβε το όμορφο κόσμημα: δώρο του προπάππου μου στην σύζυγο και μητέρα των παιδιών τους από ταξίδι στην εσπερία, ήταν ζαφείρι δεμένο σε λευκόχρυσο μαζί με τέσσερα μικρά διαμαντάκια, όλα πολύτιμα και δυσεύρετα στην Ελλάδα του προ-προηγούμενου αιώνα.
Η πρόγιαγιά μου –πολλά χρόνια και παιδιά αργότερα– όταν ήρθε η ώρα να αποκαταστήσει την τελευταία της θυγατέρα, της έβαλε το κόσμημα στο δάχτυλο, τη φίλησε στο μέτωπο και «φέρνει καλή τύχη, θα δεις» τη βεβαίωσε.
Μισόν περίπου αιώνα αργότερα πρωτοείδα, παιδί εγώ, το δαχτυλίδι φορεμένο από τη γιαγιά μου με την ευκαιρία γιορτής ή επετείου.
Άστραψε το ζαφείρι στα μάτια μου σαν αστέρι κάπως, το κατάλαβε η γιαγιά «θα στο χαρίσω για να σου φέρει καλή τύχη, όταν μεγαλώσεις» υποσχέθηκε.
(Προσωπικώς μη πιστεύοντας στην τύχη και μάλλον όντας πιστή οπαδός της επιστήμης και των γονιδίων, παρατηρώ τις τύχες δικές μου και των άλλων, όσες πέρασαν και όσες μέλλουν, δίχως περιέργεια αλλά με κατανόηση).
Στο δαχτυλίδι, η τύχη επεφύλασσε ένα τέλος μάλλον άδοξο: όταν έφτασε η σειρά μου να το χαρίσω στη νύφη μου, το πήγα σε εκτιμητή.
«Ο λευκόχρυσος οκέι, οι πέτρες καλές απομιμήσεις, το ’χετε χρόνια;» ρώτησε.
Το ψεύτικο ζαφείρι δεν άλλαξε φυσικά χέρια και αναπαύεται πάντα στο συρτάρι μου, αγέρωχο πάνω στο μαύρο του σατέν, έτοιμο να προσφέρει την καλή του τύχη σε όποιον το πιστέψει για αληθινό.
Είναι φανερό, λέω, πως και οι πέτρες, σαν τις πίστεις κι αυτές, δεν διαθέτουν το φιλάνθρωπο γονίδιο του θανάτου.
Νίκη Χατζηδημητρίου