Μαγιόμπε-μπόμπε-μαγιομπέ!
Μαγιόμπε-μπόμπε-μαγιομπέ!
Μαγιόμπε-μπόμπε-μαγιομπέ!
Η οχιά έχει δυο γυάλινα μάτια,
να ‘τη η οχιά, φιδογυρίζει στο ραβδί·
με τα γυάλινα μάτια της, στο ραβδί,
με τα γυάλινα μάτια.
Η οχιά περπατά χωρίς πόδια·
η οχιά τρυπώνει στο χορτάρι·
περπατώντας τρυπώνει στο χορτάρι,
περπατώντας χωρίς πόδια.
Μαγιόμπε-μπόμπε-μαγιομπέ!
Μαγιόμπε-μπόμπε-μαγιομπέ!
Μαγιόμπε-μπόμπε-μαγιομπέ!
Χτύπα τη με το πελέκι να πεθάνει:
χτύπα τη!
Μην τη χτυπήσεις με το πόδι, θα σε δαγκάνει,
όχι με το πόδι, θα το σκάσει!
Σενσεμαγιά,* η οχιά,
σενσεμαγιά.
Σενσεμαγιά, με τα μάτια της,
σενσεμαγιά.
Σενσεμαγιά, με τη γλώσσα της,
σενσεμαγιά.
Σενσεμαγιά, με το στόμα της,
σενσεμαγιά.
Η πεθαμένη οχιά δεν μπορεί να φάει·
η πεθαμένη οχιά δεν μπορεί να πιει·
δεν μπορεί να σφυράει,
δεν μπορεί να δει.
Η πεθαμένη οχιά δεν μπορεί να περπατήσει·
η πεθαμένη οχιά δεν μπορεί να ορμήσει·
δεν μπορεί να ανασάνει,
δεν μπορεί να δαγκάνει.
Μαγιόμπε-μπόμπε-μαγιομπέ!
Σενσεμαγιά, η οχιά…
Μαγιόμπε-μπόμπε-μαγιομπέ!
Σενσεμαγιά, δεν σαλεύει…
Μαγιόμπε-μπόμπε-μαγιομπέ!
Σενσεμαγιά, η οχιά…
Μαγιόμπε-μπόμπε-μαγιομπέ!
Σενσεμαγιά, είναι νεκρή!
(1934)
* Αφρικανική θεότητα με μορφή φιδιού