Κοπακαμπάνα – Δούναβης, δυο πτήσεις δρόμος

Κοπακαμπάνα – Δούναβης, δυο πτήσεις δρόμος

Σίκο Μπουάρκε, «Βουδαπέστη», μτφ. Μαρία Παπαδήμα, εκδ. Καστανιώτη 2018


Ο Σίκο Mπουάρκε (Chico Buarque) ανήκει στην ευρύτερη ομάδα μουσικών που θεμελίωσαν το μεταπολεμικό μπουμ της βραζιλιάνικης μουσικής σκηνής, μαζί με τον Αντόνιο Κάρλος Ζομπίμ, τους Άστρουντ και Ζοάο Ζιλμπέρτο, την Μαρία Μπεθάνια κ.ά. Γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας του Ρίο, γεννημένος το 1944, είχε πατέρα ιστορικό/κοινωνιολόγο, μητέρα μουσικό και η αδελφή που χρημάτισε υπουργός πολιτισμού. Σε διαρκή επαφή με την τζαζ αλλά και με την κλασσική μουσική παράδοση, ανήκει ωστόσο σε κείνους που αξιοποίησαν την λαϊκή παράδοση, την φυλετική πολυμορφία και τους αυτόχθονες μουσικούς δρόμους για να γεννήσουν μουσικοχορευτικά ιδιώματα όπως η σάμπα κανσάο και η μπόσα νόβα. Μέσω αυτού και άλλων πολλών η μουσική έγινε το κύριο εξαγωγικό προϊόν της Βραζιλίας για πάνω από μισό αιώνα. Το ιδιαίτερο ωστόσο στην περίπτωσή του είναι ότι εκτός από την επιτυχία του στη μουσική σκηνή, έχει εγκαθιδρυθεί ως ένας από τους πλέον ενδιαφέροντες συγγραφείς στη σύγχρονης ιστορία της χώρας του.

Η Βουδαπέστη το πιστοποιεί σε μεγάλο βαθμό. Πρόκειται για ένα σύντομο αλλά πυκνό μυθιστόρημα, όπου ο Μπουάρκε παρακάμπτει τα στερεότυπα, τις γραφικότητες και τις ιδεοληψίες που συγκροτούν την εικόνα της χώρας του. Η Κοπακαμπάνα και οι μουλάτες, το καρναβάλι και το ποδόσφαιρο, ο ερωτισμός και οι φαβέλλες είναι όλα παρόντα, αλλά μόνο σε δεύτερο επίπεδο. Αυτό που κυρίως προβάλλεται εδώ είναι μια σταθερά αναπτυσσόμενη, εκσυγχρονισμένη αστική κοινωνία, ενσωματωμένη πλήρως στο παγκόσμιο σύστημα και τα πολιτισμικά του πρότυπα. Ο αφηγητής και κεντρικός πρωταγωνιστής της ιστορίας, ο Ζοζέ Κόστα, είναι ένας μεσοαστός ταλαντούχος συγγραφέας/ φάντασμα. Μη διαθέτοντας δική του αυτόνομη δημιουργική δύναμη, αξιοποιεί επικερδώς το ταλέντο του υποδυόμενος την πέννα των άλλων (καλλιτεχνών, πολιτικών, δημοσιογράφων και παντοειδών διασημοτήτων που θέλουν να δουν την αυτοβιογραφία τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων. Η ευρεία παιδεία του τον κάνει πλούσιο και διάσημο στην κοινότητα των συγγραφέων/ φαντασμάτων η οποία πραγματοποιεί την ετήσια συνέλευσή της ανά τον κόσμο, κάποτε στη Μελβούρνη, άλλοτε στην Καζαμπλάνκα ή την Κωνσταντινούπολη, αποκαλύπτοντας τους πραγματικούς συγγραφείς έργων ποικίλων διασημοτήτων της λογοτεχνίας και όχι μόνο.
Επιστρέφοντας στην πατρίδα του από μια τέτοια διεθνή διάσκεψη, το αεροπλάνο του Ζοζέ Κόστα κάνει αναγκαστική προσγείωση στη Βουδαπέστη όπου εν μέσω παρατεταμένης αϋπνίας ο ήρωας θα έρθει σε επαφή με την ουγγρική γλώσσα μέσω των νυχτερινών δελτίων ειδήσεων. Ταλαντούχος στην εκμάθηση ξένων γλωσσών (όπως και στη μίμηση αλλότριων στυλ γραφής) ο Ζοζέ αποκτά εμμονές με την Βουδαπέστη και την ανοίκεια ουγγρική κουλτούρα. Πίσω στο Ρίο και ενώ συγγράφει ένα εξαιρετικά ευφάνταστο βιβλίο για λογαριασμό ενός Γερμανού επιχειρηματία εγκατεστημένου εκεί, νοιώθει αλλοτριωμένος από τη ζωή με την αξιολάτρευτη πλην απομακρυσμένη σύζυγό του (εκφωνήτρια ειδήσεων στην τηλεόραση) όπως και με τον πεντάχρονο κακομαθημένο γιο του. Αφού παραδώσει λοιπόν το χειρόγραφο στον εκδότη του, της προτείνει διακοπές στη Βουδαπέστη. Βουδαπέστη; ρωτά με έκπληξη και αποστροφή η σύζυγος. Έτσι εκείνος φεύγει αναγκαστικά μόνος. Μετά από σειρά περιπετειών, μια χωρισμένη Ουγγαρέζα, η Κρίσκα, θα αναλάβει την γλωσσική εκπαίδευσή του όταν είναι πια εγκατεστημένος στο Πλάζα της Πέστης. Θα προκύψει ένας έρωτας βασισμένος πρωτίστως στα όσα ο ένας δεν γνωρίζει για την κουλτούρα του άλλου.
Η επιστροφή μετά από μήνες στο Ρίο συνοδεύεται από κάτι εξαιρετικά παράδοξο. Το βιβλίο που ο Ζοζέ συνέγραψε εν ονόματι του Γερμανού επιχειρηματία έχει απρόσμενη επιτυχία λόγω του ευφάνταστου θέματός του: σε αυτό, ο αφηγητής κρατάει σημειώσεις πάνω στο γυμνό σώμα της αγαπημένης του μουλάτας, γράφοντας έτσι ένα δερματικό / ενσώματο βιβλίο, και προκαλώντας μυριάδες θηλυκά να θελήσουν να αποτελέσουν σελίδα του ερωτικού του βίου. Ο Γερμανός έχει γίνει διάσημος με το μπεστ σέλλερ του, μάλιστα αισθάνεται ότι το έγραψε ο ίδιος. Σε ένα διαρκές παιγνίδι μεταξύ πραγματικότητας, φαντασίας, ρόλων και ταυτοτήτων θα γοητεύσει ακόμη και την σύζυγο του Ζοζέ. Αυτός πάλι, σε μια έξαρση ζήλιας, θα της ξεφουρνίσει το επαγγελματικώς ανομολόγητο, ότι δηλαδή είναι ο πραγματικός συγγραφέας του βιβλίου. Ωστόσο οι συγγραφείς-φαντάσματα δεσμεύονται με αυστηρότατες ρήτρες στα συμβόλαιά τους ότι δεν θα αποκαλύψουν ποτέ την αλήθεια. Επομένως ως μοναδική λύση προβάλλει η φυγή.

Η Βουδαπέστη θα υποδεχτεί ξανά τον Ζοζέ αλλά η Κρίσκα τον απατά και τον εξευτελίζει σε αντεκδίκηση για τη φυγή του, μέχρις ότου η υπομονή του με την ίδια και κυρίως με την εκμάθηση αυτής της γλώσσας «που σέβεται κι ο διάολος» θα την ξαναφέρουν κοντά του. Είναι πλέον λόγιος στα ουγγρικά, εργάζεται για την Εταιρεία Συγγραφέων και επανεφευρίσκει τον εαυτό του γράφοντας για άλλους στη νέα του γλώσσα. Καταφέρνει μάλιστα να συνθέσει ένα αριστούργημα το οποίο παραχωρεί στον γέροντα εθνικό ποιητή που η καριέρα του φυλλοροεί. Μετά από χρόνια ωστόσο, οι ουγγρικές αρχές τον απελαύνουν ως παράνομο μετανάστη. Η επιστροφή του στο Ρίο θα αποδειχθεί καταστροφική: η κοινωνία του έχει αλλάξει ριζικά και η μητρική του γλώσσα μοιάζει τώρα με επίκτητη. Είναι η Ουγγαρία που θα τον ξανασώσει καλώντας τον επισήμως πίσω, μέσω ενός θεόπεμπτου Ούγγρου συγγραφέα-φαντάσματος που γράφει για τη ζωή του Ζοζέ. Τίτλος του βιβλίου; Μα τι άλλο, Βουδαπέστη.

Έχουμε λοιπόν ένα παιγνίδι αντικατοπτρισμών και φαντασμάτων όπου ενδύεται η σημερινή προβληματική για την κρίση ταυτότητας και την έννοια της δημιουργίας. Με μια εμφανή δόση σαρκασμού, το κυνήγι του ξένου και του αλλότριου αντιστρέφεται: οι Τροπικοί (η Βραζιλία) θεωρούν ως γοητευτικά εξωτική την πάλαι ποτέ Κεντρική Ευρώπη (την Βουδαπέστη) – της οποίας η σύγχρονη ατμόσφαιρα αποδίδεται έξοχα με λιγοστές πινελιές. Ο Μπουάρκε ισορροπεί εντέλει σε τεντωμένο σκοινί πάνω από ένα υπαρξιακό γκρεμό, ωστόσο μας οδηγεί με ασφάλεια στο απέναντι χείλος της αβύσσου με την απλή, ευφάνταστη, ακριβή γλώσσα του. Η ποιητικότητα του κειμένου προκύπτει αβίαστα, όπως (εάν και όποτε) στην πραγματική ζωή. Η συγκίνηση παράγεται φυσιολογικά στα έμπειρα χέρια της καθηγήτριας Μαρίας Παπαδήμα, δοκιμασμένης μεταφράστριας του Πεσσόα και του Μασάντο ντε Ασσίς.
Η λογοτεχνία, αναμφίβολα δεν έχει σύνορα στις μέρες μας. Οι μεταμφιέσεις μας ωστόσο κάποτε ισορροπούν κι όλοι εντέλει ένα βιβλίο γράφουμε – πιθανώς πάνω στα σώματα των άλλων. Ο Βραζιλιάνος μουσικός αποδεικνύεται εδώ και σπουδαίος συγγραφέας σε ένα παιγνίδι αντικατοπτρισμών ρόλων και τόπων, τέχνης και ζωής.

ΒΡΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ:
Βουδαπέστη
του Σίκο Μπουάρκε

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: