Μνήμη Γιάννη Βαρβέρη
Πρώτο τραπέζι
με θέα στην Πατησίων
Βρέχει επίμονα από
νωρίς το απόγευμα
Στο τζάμι προβάλλει
αεικίνητος θίασος
Κύριοι βιαστικοί
που μάλιστα κρατούν με το ίδιο
χέρι κινητό κι ομπρέλα
Κυρίες που επιστρέφουν
με ψώνια ολόφρεσκα
γυαλιστερά αμπαλάζ
Υποδήματα Καλογήρου
πλεκτά Benetton
Ιταλίας
και δυο-τρεις με ανθοδέσμες
Ίσως και να ’ναι για την
Αρκάντινα ίσως και για
την άλλη, την ξανθιά
απ’ τον απέναντι
Τον άλλον θίασο
που ανεβάζει καταχείμωνο
αρχαία τραγωδία
Αυτήν που παίζει Φαίδρα
κι είν’ όπως γράψατε καλή
μόνη που ξεχωρίζει
Τις κοιτάτε ανέκφραστος
Κι αναδύονται κι άλλες φιγούρες
εμπρός σας
Μια κυρία με μαύρο παλτό
κατεβαίνει απ’ το τρόλεϊ 11
Είν’ η ίδια που καθότανε
πλάι σας στην πρεμιέρα
Τι μικρή η μεγάλη
αιωνία αυτή πόλη!
Δεν κοιμάται ποτέ
Όλα έμψυχα κι άψυχα
μένουν άγρυπνα εντός της
Ηχηρά τροχοφόρα της
με το πόδι στο γκάζι
Έχει κίνηση απόψε
Η βροχή κι η γιορτή όσο να ’ναι
Ένας κόσμος που το χρήμα
κινεί και ακόμη
κινείται
Τα ανωτέρω προ του ’11.
Και τώρα τι;
Αυλαία γκρίζα από μπετόν
με θέα στην Πατησίων
Εδώ απαγορεύεται το
απαγορευμένο
Λαθραία τασάκια από νερό
Καπνός αναδυόμενος στο
υπερπέραν
Απόψε βρέχει πάλι
επίμονα
Στο τζάμι μια λεωφόρος
αδειανή πεντέξι
φώτα πού και πού
Κι από κανένα όχημα
μέσα στην νύχτα
Είναι η απουσία σας
κύριε Γιάννη, αισθητή
κι όπως μας ζήτησαν
τώρα ένα κείμενο
για την Αθήνα
Έτσι, σχεδόν αυθαίρετα
στις ύστερές της δόξες
μαζί σας την θυμάμαι
μετά το θέατρο
να επιστρέφει
Εδώ
στο Au revoir της Πατησίων
για ένα τελευταίο