Εισαγωγικό σημείωμα:
Ένα ανοιξιάτικο –αλλά αρκούντως χειμωνιάτικο ακόμη– παρισινό βράδυ του 1998, στην οδό Lourmel του πολυπολιτισμικού 15ου Διαμερίσματος, τρεις φίλοι συγγραφείς δειπνούν στο λιβανέζικο εστιατόριο «al-Wadi» με αραβικούς μεζέδες και κρασί.
Και οι τρεις κατοικούν στο Παρίσι: ο [πρόσφατα βραβευμένος με το Νομπέλ] αυστριακός Πέτερ Χάντκε στα νοτιοδυτικά προάστια της πόλης, ο σύρος Άδωνις σ’ ένα βορειοδυτικό προάστιό της και ο έλληνας Άναλις στην Porte d’Auteuil του 16ου Διαμερίσματος. Και οι τρεις κουβαλούν μιαν εσωτερική ρωγμή: ο Χάντκε έχει σλοβενικό αίμα από τη μητέρα του, ο Άδωνις έχει αποποιηθεί το αραβικό του όνομα για να ενδυθεί ένα όνομα μυθικό, ενώ ο Άναλις, αν και γεννημένος στην Αθήνα, έχει επιλέξει ως γλώσσα γραφής τη γαλλική. Και οι τρεις μιλούν σαν «παλιοί γνώριμοι», αλλά ο πεζογράφος Χάντκε αφήνει να μιλούν περισσότερο οι δύο ποιητές από τη Μεσόγειο, προτιμώντας να παρακολουθεί τους παράλληλους μονολόγους τους στη γαλλική: «ο Σύρος [εκφράζεται] με την κυριαρχικότητα [ενός] μεγαλύτερου αδελφού», ενώ «ο Έλληνας, αν και όχι πολύ νεότερος, με τον ζήλο του μαθητευόμενου». Πλην όμως, ο τελευταίος φαντάζει ενίοτε «απόκοσμος» ή οργισμένα αναστατωμένος έναντι του σύρου ποιητή, που διατηρεί μες στη μελαγχολική του σωφροσύνη ένα είδος «πεφωτισμένη[ς] διαύγεια[ς]».[1]
Αυτό που συνδέει ή τέμνει ενίοτε τα λόγια τους είναι «μια αίσθηση επείγοντος, μια απεγνωσμένη άμυνα, μια προσπάθεια οριοθέτησης απέναντι στην επίκαιρη “νέα τάξη των πραγμάτων” […] στους τόπους καταγωγής»[2] τους. Στο τέλος της βραδιάς, ο Χάντκε θα τους προτείνει να δώσουν στα λόγια τους την «πρόσθετη διάσταση της συγγραφής» και εκείνος να τα μεταφράσει.
Έτσι θα προκύψει, μες στο καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, η ανταλλαγή δεκαοκτώ επιστολών μεταξύ του Άδωνι και του Άναλι, από τις 15 Ιουνίου έως τις 15 Σεπτεμβρίου 1998. Ο Χάντκε θα μεταφράσει την αλληλογραφία τους στα γερμανικά και ο αυστριακός εκδοτικός οίκος Jung und Jung θα την εκδώσει τρία χρόνια μετά, με γενικό τίτλο Unter dem Licht der Zeit. Briefwechsel (Υπό το φως του χρόνου. Αλληλογραφία, 2001)· ένα χρόνο, δηλαδή, πριν κυκλοφορήσει το γαλλικό πρωτότυπο από τις εκδόσεις Obsidiane, με γενικό τίτλο Amitié, Temps & Lumière. Lettres de la Μéditerranée (Φιλία, Χρόνος & Φως. Γράμματα από τη Μεσόγειο, 2002).
Στα χρόνια που ακολουθούν, ο έλληνας ποιητής θα αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα υγείας, γεγονός που εξηγεί εν μέρει την αργοπορημένη ελληνική έκδοση των επιστολών, επτά χρόνια μετά, από τις εκδόσεις Λιβάνη (2009). Παρόλο που η ελληνική έκδοση μεταγράφει πιστά τον τίτλο του πρωτοτύπου, θα προτιμήσω να υιοθετήσω τον γερμανικό τίτλο της επιστολογραφίας, γιατί η Δύση, όπου κατοικούν οι δύο αλληλογράφοι, «είναι, κατά βάθος, μια σχέση χώρου-χρόνου», αλλά στις πατρίδες τους η δυαδική σχέση αυτή μεταλλάσσεται σε «φως-χρόνος», καθώς όλοι –θεοί και Θεός– γίνονται «συνένοχοι του φωτός».[3]
Οι διαλογισμοί των δύο αλληλογράφων, που τους ενώνουν κοινές καταβολές κάτω από το απηνές φως της Μεσογείου, συνδέουν μεταξύ τους «στιγμές»[4]
βιώματα-«περάσματα» από τον ένα τόπο στον άλλον όπου διαβιούν ή ταξιδεύουν, γιατί «ο χρόνος της Μεσογείου ήταν, και παραμένει, η αιωνιότητα και η στιγμή», δηλαδή, το προνόμιο μιας βραδύτητας που «σημαίνει να παίρνεις την ίδια κατεύθυνση με τον χρόνο».[5] Κι αν αληθεύει ότι το «να μιλάς για ευτυχία ή δυστυχία κάτω από τον ήλιο καταλήγει ένα και το αυτό», είναι εξίσου αληθές ότι οι δύο αλληλογράφοι αδυνατούν να φανταστούν «παιδική ηλικία μακριά από τις ακτές της [Μεσογείου], νεότητα χωρίς τον ερωτισμό […] και τη μυρωδιά που τη χαρακτηρίζουν, θάνατο χωρίς την αξιοπρέπεια που προσφέρει το σπαθί του ήλιου απέναντι στο[ν] χρόνο».[6]