Μάρκος τῷ Κοΐντῳ Χαίρειν

Μάρκος τῷ Κοΐντῳ Χαίρειν

«Πα­ρά να βλέ­πεις από το πα­ρά­θυ­ρό σου να­ούς, βι­βλιο­θή­κες, θέ­α­τρα και ωδεία, προ­τί­μα τους Γα­λά­τες στο Βερ­γκιν­γκε­ντό­ριξ, όπου βου­νά, βε­λα­νι­διές κι αλό­γα­τα. Σαν αδελ­φός σου, Κόι­ντε, σου ψι­θυ­ρί­ζω να στο­χα­στείς πως έχεις εμπρο­στά σου ελεύ­θε­ρους αν­θρώ­πους· δεν ήξε­ραν πο­τέ να κο­λα­κεύ­ουν και να πλα­τειά­ζουν, δεν ήταν και­ρο­σκό­ποι κι επι­πό­λαιοι, μη­δέ δου­λο­πρε­πείς κα­τά διά­νοια. Πά­ντα σα­φείς, μ’ ακρί­βεια και μ’ αί­σθη­ση του λό­γου, επι­φα­νές το πνεύ­μα και η καρ­διά τους, σαν τους πα­λιούς Ρω­μαί­ους, πο­λύ πριν ορι­στείς διοι­κη­τής στης Ιω­νί­ας τα μέ­ρη. Κά­νε το πρώ­το βή­μα, ξέ­χα­σε τη δό­ξα σου και μί­λη­σέ τους λί­γα ελ­λη­νι­κά, κου­βέ­ντια­σε μα­ζί τους, δεν λέω για τον και­ρό, αλ­λά για τον Ηρά­κλει­το ή έστω για τ’ αστέ­ρια που κυ­βερ­νώ­νται όπως κι αυ­τοί απ’ τον ήλιο. Θυ­μή­σου να τους πεις πως εί­σαι φί­λος και νιώ­θεις που οφεί­λεις να τους αγα­πάς. Πως το κα­θή­κον σου εί­ναι να τους βά­ζεις σε τά­ξη χω­ρίς πά­θος, για το κα­λό τους πά­ντα, κι η Ρώ­μη στη γω­νιά. Να ’χεις στο νου σου πως υπη­ρε­τείς ξε­χω­ρι­στά κά­θε πο­λί­τη, ωσάν φο­ρέα του νό­μου και της λο­γι­κής, και γί­νου στέ­ρε­ος δρό­μος, να τον πα­τούν λε­γε­ώ­νες αι­σθη­μά­των. Σου γρά­φω φι­λο­λο­γι­κά, ως με βα­ραί­νουν των κω­δί­κων πλή­θη, σμή­νος φι­λο­σο­φί­ας κ.τ.λ. Μην αρ­νη­στείς τον ίσκιο του πα­τρός μας και της μη­τρός και των προ­γό­νων όλων. Η σύν­θε­ση της σκέ­ψης σου να συμ­βα­δί­ζει με το φθαρ­τό της δρά­σης κλέ­ος, που συ­ντο­νί­ζει ακε­ραιό­τη­τα αρε­τής και σύ­νταγ­μα ψυ­χής. Σθέ­νος απλό και με­τρη­μέ­νο να ’χεις – το εί­πα­με, Γα­λά­τες δεν ορί­ζεις, σ’ Ελ­λη­νες ομι­λείς και μην το λη­σμο­νείς.»

*

Πε­ρί­που αυ­τά, για­τί και σεις κι εγώ δεν ήμα­σταν πα­ρό­ντες, μή­τε και λο­γο­κρί­να­με κα­νέ­να γράμ­μα (εξάλ­λου και να θέ­λα­με δεν θα μπο­ρού­σε να επι­τρέ­ψει τέ­τοιο πράγ­μα ο δαί­μων), αλ­λά πε­ρί­που αυ­τά, το ξα­να­λέω, να το πι­στέ­ψουν και οι λι­πό­ψυ­χοι Ρω­μαί­οι… Κόι­ντε, σέ­να μι­λώ και ξέ­ρω τι σου λέω. Για­τί δεν εί­χες δί­κιο που δεν έβλε­πες ποιους εί­χες εμπρο­στά σου, Έλ­λη­νες, αχ Έλ­λη­νες και δη της Ιω­νί­ας, βάρ­βα­ρε συ, ντυ­μέ­νος πα­νο­πλία που σε τρι­σέ­λα­μπε, με τους λε­γε­ω­νά­ριους να φυ­λάτ­τουν του σώ­μα­τος το ακέ­ραιον κι επι­φα­νές. Κι έγρα­ψες στον Κι­κέ­ρω­να πως μί­λη­σες στους Έλ­λη­νες ελ­λη­νι­κά: «Κι ελ­λη­νι­κά τους μί­λη­σα κι ακό­μα συ­ζή­τη­σα μα­ζί τους, κα­τα­δέ­χτη­κα να δώ­σω προ­σο­χή στην κο­λα­κεία τους, τον και­ρο­σκο­πι­σμό, τη δου­λο­πρέ­πεια, την επι­πο­λαιό­τη­τα, και τους πλα­τεια­σμούς τους, την απου­σία αί­σθη­σης πραγ­μα­τι­κό­τη­τας, εν κα­τα­κλεί­δι δε του στό­μα­τός τους το μι­κρόν γραι­κύ­λον.»

Πώς να κερ­δί­σεις, χάρ­τι­νε κι αδια­μόρ­φω­τε, ακό­ρε­στε από πά­θος λο­γι­κής και πε­ζο­πό­ρου ωσαύ­τως εξου­σί­ας, αυ­τούς που ο καλ­πα­σμός εί­ναι κα­νό­νας πα­λίμ­ψη­στης, πα­ρά­λο­γης εμπά­θειας, δια­βο­λής, ανα­ξιο­πι­στί­ας, λει­ψής ευ­θύ­νης και άλ­λα τέ­τοια, ανό­η­τε; Και δεν σου πέ­ρα­σε στιγ­μή από το μυα­λό πως όλοι αυ­τοί απώ­λε­σαν ελευ­θε­ρί­ες – σου το ’λε­γε ο σο­φός, αλ­λά να κα­τα­λά­βεις πού τέ­τοια τύ­χη· να έχεις τον Κι­κέ­ρω­να αδελ­φό, και δεν αξιο­ποί­η­σες τις συμ­βου­λές του, ανά­λο­γα την ύπαρ­ξή σου προ­σαρ­μό­ζο­ντας μπρο­στά σ’ αυ­τούς που πέ­ρα­σαν σκλα­βιές, και νιώ­θουν υπο­χρέ­ω­ση με τη σει­ρά τους ν’ απο­σα­θρώ­σου­νε το μέλ­λον τους. Κι αν, έστω, ένας τον άλ­λον επι­βου­λεύ­ο­νται, κι αν δεν ομο­νο­ούν ακό­μα και σε κά­τι που θα έκα­νε στο σύ­νο­λο κα­λό, στο­χά­σου ποιος τους έφθει­ρε τον νου.

Τον νου σου, Κόι­ντε, την προ­δο­σία να την αλ­λά­ξει δεν μπο­ρεί κα­νείς! Όλα γραμ­μέ­να εί­ναι σε χεί­λη πο­τα­μού. Για τού­το να ’σαι ευ­γνώ­μων στους θε­ούς και της ψυ­χής την κί­νη­ση να ξέ­ρεις.



Γύ­ρω στο 60 π.Χ. ο Μάρ­κος Τύλ­λιος Κι­κέ­ρων απέ­στει­λε από τη Ρώ­μη επι­στο­λή στον νε­ό­τε­ρο αδερ­φό του Κόι­ντο, έπαρ­χο στη Μι­κρά Ασία. Ο ονο­μα­στός φι­λό­σο­φος, ρή­το­ρας και πο­λι­τι­κός, με πνεύ­μα φι­λελ­λη­νι­κό τού δί­νει συμ­βου­λές για ει­δι­κή αντι­με­τώ­πι­ση των Ελ­λή­νων. Το ποί­η­μα στη­ρί­ζε­ται και στην απά­ντη­ση του Κόι­ντου, σε από­λυ­τη συ­νάρ­τη­ση με τα δε­δο­μέ­να των ημε­ρών μας.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: