στον Jonathan Aaron
4 ποιητές: J. Brodsky, C. Milosz, E. Jabès, J. Berryman
JOSEPH BRODSKY
Ex Voto
Kάτι σαν λιβάδι στην Oυγγαρία, δίχως όμως
την αθωότητά του. Kάτι σαν μακρύ ποτάμι, χωρίς
τις γέφυρές του. Aπό πάνω, ένα άρρητο διαζευκτικό
ματιών να κηλιδώνει τη θέα με πόνο.
Mεταθανάτιος ορίζοντας όπου οι λέξεις ανήκουν
περισσότερο στην ηχώ τους παρά σ’ αυτό που λέει κανείς.
Ένας άγγελος μοιάζει στα σύννεφα με το ξανθό αγόρι
που χάθηκε σε κάποιο Άουσβιτς υπαίθριων μικροπωλητών.
Kαι μια πέτρα σημαδεύει το μέρος όπου στάθηκε ένα σπουργίτι.
Στις βιτρίνες οι φοίνικες της προκυμαίας προλέγουν
σ’ ένα κουνούπι που αναμετριέται με την πρόσοψη
μιας βίλας ― ή, καλύτερα ακόμη, ενός ξενοδοχείου ―
το επίπεδο μέλλον του. Όσο απομακρύνεσαι, τόσο λιγότερο
ενδιαφέρεσαι για το έδαφος.
Ένα άβουλο παγόβουνο αγανακτεί με τα κακόβουλα σχόλια του Tύπου:
λειώνει και σχηματίζει ένα μυαλό.
[1983]
[Σ.τ.M.: Tο ποίημα αυτό ―όπως και πολλά άλλα― γράφτηκε από τον Mπρόντσκι απ’ ευθείας στα αγγλικά και περιέχεται στον τόμο To Urania: Selected Poems 1965-1985]
CZESLAW MILOSZ
Σαράγιεβο
—Ίσως αυτό δεν είναι ποίημα αλλά θα πω τουλάχιστον τι νιώθω.
Τώρα που πραγματικά χρειάζεται μια επανάσταση
όσοι υπήρξαν ένθερμοι οπαδοί της αδιαφορούν.
Την ώρα που η χώρα δολοφονείται και βιάζεται
η Ευρώπη αντί ν’ ανταποκριθεί στις εκκλήσεις για βοήθεια χασμουριέται.
Ενώ οι πολιτικοί επιλέγουν την αθλιότητα,
καμία φωνή δεν τολμάει να τη στιγματίσει.
Η εξέγερση των νέων που ζητούσαν έναν νέο κόσμο ήταν απάτη,
η γενιά εκείνη υπέγραψε τη θανατική της καταδίκη.
Ακούει με απάθεια τις κραυγές όσων χάνονται
αφού δεν είναι παρά βάρβαροι που αλληλοσφάζονται.
Και η ζωή όσων τρώνε πλουσιοπάροχα αξίζει
περισσότερο από αυτών που λιμοκτονούν.
Αποκαλύπτεται τώρα ότι η Ευρώπη τους ήταν εξ αρχής μια πλάνη,
αφού το όραμα και τα θεμέλιά της ήταν σαθρά.
Και το τίποτα, όπως επαναλαμβάνει ο προφήτης, γεννά μόνο το τίποτα,
και θα οδηγηθούν πάλι σαν αγέλη στη σφαγή.
Ας τρέμουν και την έσχατη στιγμή ας μάθουν ότι η λέξη Σαράγιεβο
στο εξής θα σημαίνει τον αφανισμό του γιου τους, τον ευτελισμό της κόρης τους.
Θα τον προκαλέσουν με το να επαναλαμβάνουν: «Είμαστε ασφαλείς»,
αγνοώντας πως αυτό που θα τους πλήξει ήδη ωριμάζει μέσα τους.
[Σ.τ.Μ.: Αν και το ποίημα γράφτηκε με αφορμή τα γεγονότα στη Βοσνία και δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο βιβλίο, The Black Book of Bosnia: The Consequences of Appeasement (λίγο αργότερα συμπεριελήφθη στον τόμο New and Collected Poems: 1931-2001), η σημασία του, σήμερα που η Ευρώπη βιώνει πάλι μια νέα κρίση και βρίσκεται στα πρόθυρα της διάλυσης, είναι προφανής.]
EDMOND JABES
Aπό το «Βιβλίο των μεριδίων»
Πολύ νωρίς, βρέθηκα αντιμέτωπος με το ακατανόητο,
το αδιανόητο, τον θάνατο.
Από κείνη τη στιγμή, κατάλαβα πως τίποτα σ’ αυτή τη γη
δεν μπορεί να μοιραστεί γιατί τίποτα δεν μας ανήκει.
Υπάρχει μέσα μας μια λέξη πιο ισχυρή απ’ όλες τις άλλες
και πιο προσωπική.
Λέξη μοναξιάς και βεβαιότητας, τόσο βαθιά θαμμένη
στη νύχτα της που με δυσκολία την ακούει ακόμη και ο ίδιος της ο εαυτός.
Λέξη άρνησης, αλλά ταυτόχρονα και απόλυτης αφοσίωσης,
που σφυρηλατεί τους δικούς της δεσμούς σιωπής στην αβυσσαλέα
σιωπή του δεσμού.
Αυτή η λέξη δεν μοιράζεται. Θυσιάζεται.
JOHN BERRYMAN
Από τα «Dream Songs»
36.
Οι σπουδαίοι πεθαίνουν, πεθαίνουν. Πεθαίνουν.
Υψώνεις το βλέμμα σου και ποιος απέμεινε;
—Ήρεμα, ήρεμα κ. Μπόουνς. Εγώ είμαι στο πλευρό σου.
Νιώθω τη θλίψη σου.
—Έδιωξα την θλίψη μου. Δεν μπορώ να θρηνώ
για πάντα. Με αυτούς όλους πέθανα πάλι και πάλι
και έκλαψα, και πρέπει να ζήσω.
—Ως προς αυτό, υπερβάλλεις, Κύριε. Πρέπει να πεθαίνουμε.
Αυτή είναι η αποστολή μας. Ν’ αγαπάμε & να πεθαίνουμε.
—Ναι· αυτό ακούγεται λογικό.
Αλλά υπάρχει λογική σ’ ό,τι συμβαίνει ανάμεσα στα δύο; Κι αν εγώ
παρ’ όλο που ανακατεύω τα σωθικά μου & μουρμουρίζω & κατεβάζω ιδέες, συνεχίζω
να μελαγχολώ ως προς το γιατί και
απλώς μένω αναποφάσιστος;
—Αμφιβάλλω αν έκανες ή κάνεις κάτι τέτοιο. Δεν υπάρχει επιλογή.
—Άνθραξ ο θησαυρός. Αλλά εγώ συνεχίζω να τον ψάχνω.
Το αγόρι και η αρκούδα
κοιτάχτηκαν στα μάτια. Οι ταύροι καρφώνουν με τα κέρατά τους
τον άνθρωπο και τον τινάζουν στον αέρα
και αυτός σβήνει από τις πληγές στα αχαμνά, φίλε.
Πού βρίσκεται ο Γουίλλιαμ Φώκνερ;
(Ο Φροστ είναι ακόμη εδώ).