Τα καναρίνια δεν ξέρουν από κινδύνους πτήσης / στουκάρουν στον τοίχο / και σπάνε τον αυχένα σαν χορευτική πιρουέτα
Ένας «αστυνομικός» θεατρικός μονόλογος σε απόδοση ΚΩΣΤΑ ΜΑΝΤΖΑΚΟΥ
Από κάθε γενιά στην οικογένειά μου μια γυναίκα γεννιέται με ένα σημάδι: ένα πούπουλο στη ράχη του ώμου
Απορούσα πώς σύχναζε στην Αττική μια τρυγόνα ...
Στοιχηματίζω πως η αδέσποτη γάτα της γειτονιάς είχε άλλα σχέδια για εκείνον...
Άνθρωποι φοβισμένοι, που καταπνίγουν πάσα προϋπάρχουσα εσωγενή αρετή με την ναρκωτική αναρχία ενός άθλιου, ζοφείδελου μεθυσιού...
Το μίσος του δικού μας γένους είναι ενοχικό και σαν τέτοιο στρέφεται ενίοτε προς τον εαυτό του
Τίναξε το κεφάλι, καταρράχτης το κύμα της χαίτης. Τα μάτια του μαγνήτης τραβούσαν την ψυχή
Η Σιαμέζα σύνεδρος γούρλωσε τα μπλε αμυγδαλωτά μάτια της και έβγαλε μια κραυγούλα σαν να 'κλαιγε μωρό!
Μιλούσε μόνο με ομοιοκαταληξίες, με ρυθμό που θύμιζε ψαλμωδίες ή αρχαίες προσευχές
«Είναι ασφαλές να κοιμηθώ με μια ψαλίδα να κόβει βόλτες στο ταβάνι από πάνω μου;»
Από τη θέση μου δίπλα στον κάδο με τις σημαίες, την έβλεπα να βγάζει το κεφάλι της στην επιφάνεια του νερού