Εκείνο το απόγευμα, φεύγοντας απ’ τη δουλειά, αφέθηκα σε μια ανεξήγητη παρόρμηση και την ακολούθησα
Ήθελα να δώσω το χέρι μου σε κάποιον εδώ και να είναι από λόγια. Να του μιλήσω να ησυχάσει η ψυχή του. Στη Φαρμάκω πέντε βδομάδες
Όλοι φάγανε τον χυλό, εκτός από εμένα. / Την επόμενη μέρα όλοι στο χωριό με φώναζαν: «Τυχερή».
«Η οικονομία της χώρας κατέρρευσε πριν από λίγα χρόνια. Εγώ άρχισα να καταρρέω κείνο το πρωί». Πρόγευση αστυνομικού μυθιστορήματος
Θα περίμενε κανείς η θέα ενός γυμνού κεφαλιού να μου προκαλέσει αποστροφή ή έστω να μην τρέφει αυτήν τη μακάρια ασυναισθησία...
Πολλές φορές το χείλος της φιλάς κάθε μέρα. Πάθος ατελείωτο. Ας ήταν έτσι οι έρωτες να φέρνουν στη χειρότερη περίπτωση μόνο αϋπνία
Απομονώνω το βάθος του πυρήνα / όλα τα γύρω / γκρίζα και αιχμηρά / λειαίνονται, υπό το πρίσμα σου
Με τη γλώσσα σου φώσφορη ακόμα / του μαρμάρου να φέγγει το ημίφως / μάνα-κλώσα και πάλι μας μαύλισες / στου ολίγου φωτός τη φωλιά
Υπόθεση ενός αινίγματος. Αν ο χρόνος είναι ανεξαγόραστος / Τότε ο πόνος τι είναι;
Σε ανέμενα ματαίαν την ελπίδαν / και την ψυχήν ερειπωμένην. / Ποτέ δεν συμβιβάστηκα με την ιδέα / ότι είχες διά παντός χαθεί
Οι ασώματες κεφαλές της αρχαιολογίας των αγαλμάτων με μανταρίνια σκουλαρίκια στ' αυτιά θα ξαπλώσουν στην τυχαιότητα του πεσόντα
Ο γιατρός επανέρχεται με ένα σταντ από το οποίο κρέμεται ένας ορός. Μόλις τον βλέπει ο γέρος επιμένει: Δεν θέλω βελόνες, το είπα