Δεν πλαγιάζουμε άλλο με τα υπάρχοντά μας / στις τονισμένες ωμοπλάτες κουβαλάμε λιόσπορους / και ζεστές ανάσες
Όπου με ένα ρουζ ή ένα κραγιόν —δηλαδή ομιλώντας απλώς— προσπαθείς όχι να φτιάξεις, αλλά να ξαναφτιάξεις ένα όνομα
Είμαι η Ζουλί, 16 χρονών. Τους ακούω που πανικοβάλλονται. Η απόγνωσή τους φτάνει σε κύματα που μυρίζουν αλλιώτικα στον καθένα
Ναι! Τα σφάγια πολλαπλών αναμνήσεων της σε κάδους ανακύκλωσης τελικά θα περάσουν στη λήθη ή σ’ αλλότρια χέρια
Βλέπω τα σπίτια του απέναντι χωριού να ξυπνούν, τις λάμπες στα δρομάκια του σε παράταξη αστερισμού να σβήνουν
Την ώρα που επιτέλους έβρισκε τον πρόχειρα κρυμμένο φάκελο με τα μετρητά, άκουσε γέλια και ποδοβολητά στην είσοδο
Πρέπει να παραδεχτείτε ότι εμείς οι δυο είχαμε πάντα ένα δικό μας, ξεχωριστό τρόπο για να κάνουμε τα πάντα
Μπουκέτο από μωβ και κίτρινα άνθη /Λιώνει δηλητηριάζοντας τη γλώσσα μου /Ένα κόκκινο άτι /Καλπάζει ξέφρενα στον οισοφάγο
Ένα μικροδιήγημα με τίτλο «Ισαβέλλα» (εμπνευσμένο από το διήγημα της Βιρτζίνια Γουλφ «Η κυρία στον καθρέφτη»)
Λεπίδες, θειάφι, ολοφυρμούς: αντιδωρίζει μας ο ουρανός ό,τι του στείλαμε. Δε μας λυπάται.
Και ύστερα μαγείρεμα, /προετοιμασίες στην εντέλεια, /φόβος μην έχει μαζευτεί το κατακάθι της ζωής στου φλιτζανιού τον πάτο
Ξέρω ότι το ποίημα με περιμένει. / Φροντίζω να μην αργήσω