Πώς προσμετράται ο χρόνος στην αντίπερα όχθη; / Κι οι υφάντρες των ονείρων πότε θα βρούν αναπαμό;
Μια κλωστή φάνηκε να σπάει στο μυαλό της και είπε στη μαμή πως γέννησε τον Άνεμο του Χιονιά και να της τον φέρει να τον θηλάσει
Ενετικό κάστρο / θωρακισμένος ο κόσμος σου / σε μεσογειακά παράλια / στο ανελέητο φως / είναι αδύνατο να μείνεις αόρατος.
Οι χάρτινες τσάντες έμειναν ένα μήνα δίπλα στην εξώπορτα του διαμερίσματος περιμένοντας τις φίλες της
Κάτι ήθελα να σου πω / αλλά, το ξέχασα!
Από τους κροτάφους, το φως ταξίδεψε αστραπιαία στο έντερο, στην αφετηρία όλων των ασθενειών
Φορούσε κράνος; με ρώτησαν στην αστυνομία. Ναι, πάντα τού φορούσα σκούφο, μπέρδεψα τα λόγια μου.
Τα αυτοκίνητα πήγαιναν αργά, σχεδόν ακίνητα, και τα κορναρίσματα δεν ακούγονταν, παρά τις επίμονες προσπάθειες των οδηγών
Ακούστηκαν οι κραυγές τρόμου από πολλές κότες ταυτόχρονα κι ένιωθε πως όλες μαζί με προτεταμένα τα ράμφη τους ορμούσαν πάνω του
Καίγομαι να σας αποκαλύψω κάτι ανυπόφορο που με σπρώχνει στην τρέλα και μου συνέβη όταν κρυβόμουν από τους Ρώσους...
Άκουσα κάτι σα βοή. Κοίταξα τη βιτρίνα. Σκιάχτηκα απ τη σκιά. Ανάμεσα στην καραμπίνα και τους σάκους πρόλαβα τη ριπή απ' το βλέμμα
Προβάρει τον εαυτό της σ’ έναν καθρέφτη / που καθρεφτίζει κάθε μέρα την προηγούμενη / Έτσι η αντίληψή της δραπετεύει στα περασμένα