Κάτι να σε θυμίζει στους επόμενους τα γέλια όταν παίζαμε ποδόσφαιρο στο χολ και τη μαμά
Δύο ... δυνητικά διηγήματα
οι μέρες τώρα πια βυθίζονται η μία μέσα στην άλλη μια θάλασσα πλατιά από μέρες που σκάνε σαν κύματα χωρίς ταυτότητα καμιά
Στην πόλη του Αμίν τα παιδιά περπατάνε μες στη ζέστη, δίπλα σε δρόμους χωρίς πεζοδρόμια, πλάι σε οικόπεδα γεμάτα σκουπίδια.
Τι έχασες, τι απέκτησες σε περασμένες εποχές; Ακόμα και το σώμα σου δε σου ανήκει χωρίς τη γνώση του
Και να ’χει απλώσει ρίζες ο χειμώνας μέσα μου, και να διστάζω ν’ απλώσω το χέρι να τον ακουμπήσω τάχα τυχαία. [ΔΥΟ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ]
Στο νου της η λευκή ποδιά. Να ξασπρίσει τις κόκκινες πιτσιλιές με σόδα, να τη σιδερώσει, να είναι άσπιλη για το επόμενο μαγείρεμα
Τα μεσάνυχτα είναι η πύλη η ιερή της αγρυπνίας των αφανών για τους κεκοιμημένους
Καλά, έλα απόψε να διεκπεραιώσουμε τη μοναξιά μας και γινόμαστε αύριο φως
Σιωπή. Εκείνος αόρατος, ήσυχος, πλέον συχνάζει, σα φίλος. Σκύβω στο βιβλίο με ζήλο, κι εγώ θεατρίνος.
Περπατούσα κατευθυνόμενος στο σπίτι του παλιόφιλου του Φρανκ. Μέσ’ απ’ τους κορμούς των δέντρων χρύσιζε το τελευταίο φως.
Ολοκληρώνοντας τη λίστα των συγγραφέων που συνδέονται με το μυστήριο του Βραβείου, ας εξετάσουμε τα δεδομένα της υπόθεσης