Στην πόλη του Αμίν τα παιδιά περπατάνε μες στη ζέστη, δίπλα σε δρόμους χωρίς πεζοδρόμια, πλάι σε οικόπεδα γεμάτα σκουπίδια.
Τι έχασες, τι απέκτησες σε περασμένες εποχές; Ακόμα και το σώμα σου δε σου ανήκει χωρίς τη γνώση του
Και να ’χει απλώσει ρίζες ο χειμώνας μέσα μου, και να διστάζω ν’ απλώσω το χέρι να τον ακουμπήσω τάχα τυχαία. [ΔΥΟ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ]
Στο νου της η λευκή ποδιά. Να ξασπρίσει τις κόκκινες πιτσιλιές με σόδα, να τη σιδερώσει, να είναι άσπιλη για το επόμενο μαγείρεμα
«Αν δεν σας κάνει κόπο, θα προτιμούσα να χρησιμοποιήσετε το στυλό με το οποίο έχω γράψει όλα σας τα βιβλία…», του είπα χαμηλόφωνα
Επτά ιστορίες από την ομότιτλη συλλογή διηγημάτων που θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο
Σε λίγο το ποτάμι έστριβε σε γωνία τριάντα μοιρών και εκεί, ναι, ναι εκεί τον περίμενε η τέλεια λήψη που ονειρευόταν.
Τι κι αν δεν είμαι θάλασσα! Στα ρηχά σπλάχνα μου δε θυσιάστηκαν θαρρείς για τον έρωτα ή το χρυσάφι;
Το πεπρωμένο κάθισε στα κλαδιά του κέδρου. Σιωπή.
Τους άκουγα, αλλά δεν τους έκρινα. Δεν ήμουν εκεί για να δώσω άφεση αμαρτιών. Δεν ήταν δική μου δουλειά. Ήμουν απλά ο κουρέας.
Φαίνεται στο άσπρο τού χιονιού περισσότερο και απ' το σκοτάδι γιατί είναι ο φυσικός του προάγγελος (σκότος-σκοτώνω κλπ.).
Περπατώ στα ξερ’κά τον Αύγουστο και σου φέρνω ψωμί και τυρί, και τα πόδια μου είναι γυμνά, και σε κάθε βήμα η γη σκίζεται...