έχω μια πίστη πως μια μέρα / εμείς οι δυο θα κάψουμε / για πάντα κάθε ασφάλεια // (χιλιάδες βατ επιθυμία)
Η Άγνωστη καθόταν στην ίδια θέση αλλά τώρα ανοιγόκλεινε τα πόδια της∙ ο Μπάρμαν σερβίριζε έναν νέο πελάτη
Έχει ξεπέσει η τύχη μας / με φαρμάκια που δεν απαλύνουν τις χαρακιές πια
Κύτταρο που τρίβεται / με οικείο κύτταρο / κατά τους φυσικούς / απαράβατους νόμους / εξαίσιας γυμνότητας
[ Απόσπασμα από την ομότιτλη ποιητική σύνθεση ]
Έχουμε τρίψει τα σώματά μας επιταχύνει τις λέξεις σε βογγητά και φθόγγους βρει τα φαράντ και τα βολτ που χωράνε την επιθυμία
Το φίδι, όμως, το 'τρεφα στον κόρφο μου. Δίπλα στα εικονίσματα τα φύλαγα τα στέφανα. Κάτω απ' τα στέφανα, πάνω στο κρεβάτι μας...
Προτού με δεις στο ραντεβού να φτάνω η φιγούρα σου δίπλα στο περίπτερο άδικα άγνωστη ανυπεράσπιστη μέσα στη ροή της πόλης...
Ξυπνάω κουρασμένη. Σέρνομαι στο μπάνιο. Το νερό χλιαρό και δεν ξεπλένει το κορμί μου. Τα ψαράκια κατρακυλούν από τα βλέφαρά μου
Πρέπει να πλησιάσω, να τη φωτογραφίσω, στέκομαι στην άκρη του τείχους, δεν θα με πιστέψουν...
Ακίνητοι εμείς θωρούμε / ακίνητα θαρρούμε τα φυτά / ενώ οι ρίζες τους / δρόμο ανοίγουνε / βαθιά / όλο και πιο βαθιά ...
Ένα κείμενο με υποσημειώσεις...