Ένα κείμενο με υποσημειώσεις...
Τρέχεις, σα να ερωτεύεσαι. Σα να κρατιέσαι από μια σπάνια -μια μαγική- αλληγορία σ’ ένα σύμπαν όπου κυριολεκτεί μονάχα η σιωπή
Κάτω απ’ το δέρμα σου τρέχουν λαγοί / βγαίνουνε σύριζα στο φως της λέξης
Μια αμυγδαλιά-Πυθία, παραδομένη στους αέρηδες, σαν ανεμολόγιο, φυτρωμένο λοξά, πάνω από τον γκρεμό
Έχεις ακούσει για τη διπλή φύση; Το μεσημέρι, όταν ο ήλιος καίει και νομίζεις πως όλα είναι φωτιά, μια φοβερή φωνή που μιλάει;
«Για όνομα του θεού, πώς κάνεις έτσι; Σε πείραξε που είπα πλάτανο το δέντρο, και μου λες να χωρίσουμε; Πας καλά;»
Στις επτά φόρεσε νεγκλιζέ, τύλιξε δυο μεγάλα ρολά στα μαλλιά της και άπλωσε κρέμα από φύκια στο δέρμα της...
Τα βιβλία εσωτερικεύτηκαν σε οθόνες / και το ξεφύλλισμα στο ανέπαφο νόημα / να διαβάζεις αυτό που δεν διάβηκες
στους προσαγωγούς της νύχτας / φύεται ένα αγκάθι / όσο σφίγγει καρφώνει / όσο καρφώνει σφίγγει
Κέρκυρα, Μεσολόγγι, Σκιάθος
Με κινήσεις χορευτικές πλησίασε τη ντουλάπα, στάθηκε στις μύτες των ποδιών και με τα μπράτσα να πάλλονται ξεκλείδωσε την κλειδαριά
Εμένα δεν με λένε Πηνελόπη / Περνάω με κόκκινο τα φανάρια / όταν οι δρόμοι είναι άδειοι / κι οι διαγραμμίσεις της ασφάλτου θαμπές