Το μόνο που σου ζητάω είναι να τρυπήσεις το χέρι μου. Μετά θα σκουπίσεις τη σύριγγα και θα βάλω εγώ τα δικά μου δάχτυλα
Στην συκιά να μην πηγαίνεις γιατί θα σου πάρει την μιλιά
αμέριμνο το μυαλό ροχαλίζει / μάρτυράς μου ο χώρος κι ο χρόνος / έτοιμη είμαι / το επόμενο λάθος να κάνω
Γεννήθηκα στο σώμα ενός παιδιού / την εποχή που πετούσαν οι γυπαετοί / από ένα πατέρα ορθόδοξο / κι ένα παππού Αχέροντα
Η τηλεόραση δεν ήταν / για να δούμε κάτι σ’ αυτήν / αλλά την ίδια την επίπεδη οθόνη της / ένα φινίρισμα ρηχό της όρασής μας
Γίνεται εγώ να σε βλέπω κι εσύ να μην μπορείς να με δεις;
Αν ήμουν σπίτι θα είχα όψη νεοκλασική. Τα ανάγλυφα στοιχεία μου θα μου προσέφεραν κάτι περισσότερο από την αύρα του κομψού.
Eνορχηστρώνει μύθους τον καιρό / πήρε ένα χάρτη και τον χάιδεψε / με μπλε βαθύ ηρέμησε τη θάλασσα / κι από τον σάκο του Αιόλου...
Στοχαζόμενος και καθώς ο έρωτας τού έτρωγε τα σωθικά, αναζητούσε μια βοήθεια για να μπορέσει να ξεφύγει από το πνιγηρό αδιέξοδο
Περπάτα με τα χέρια, καθάρισε τ ’αφτιά σου απ΄ τα δάκρυα / Φίδι ακέφαλο βουστροφηδόν παλλόμενο η γνώση σου
Ίσως συμβαίνει σε κάθε ευκαιρία: να χαίρονται που ανακαλούν, χωρίς να μπαίνουν στα μυστικά της γραφής
τεχνητό με περιτύλιγμα / κρεμαστούς κήπους από πλαστικό / και προσχεδιασμένες περιπέτειες σε κυκλικές ράγες