Ανάμεσα σε ένα τέρας και σε έναν ήρωα, / γυναίκα είναι εκείνη που ξέρει να κρατά τη θέση της
Έσκυψα, χάιδεψα το σκυλί στο κεφάλι και είδα στα μάτια του κάποια φωτόνια ανταμοιβής
Με το δεξί της χέρι έδιωξε το σύννεφο που ‘χε καθίσει πάνω στα μάτια της
Κάποιες στιγμές νιώθεις ότι πεθαίνεις στη θέση ενός άλλου
Κινούμαι διαρκώς στο μεταίχμιο μεταξύ προαγωγής και υποβάθμισης
Είχε ήδη φτάσει στο χθες, όταν άκουσε τους μεντεσέδες της πόρτας και τον ρώτησε
Γίνεται εγώ να σε βλέπω κι εσύ να μην μπορείς να με δεις;
Αν ήμουν σπίτι θα είχα όψη νεοκλασική. Τα ανάγλυφα στοιχεία μου θα μου προσέφεραν κάτι περισσότερο από την αύρα του κομψού.
Eνορχηστρώνει μύθους τον καιρό / πήρε ένα χάρτη και τον χάιδεψε / με μπλε βαθύ ηρέμησε τη θάλασσα / κι από τον σάκο του Αιόλου...
Ωστε κάθε βράδυ, όταν έρχεται η ώρα να μοιραστώ την κλίνη μου με την ακατανόμαστη μοιχαλίδα...
Κάποιος πενθεί τα τρυγόνια στο άδειο διαμέρισμα / η πόρτα κλείνει / τα βήματα σιγούν / ένα τσέρκι κυλάει στο άπειρο
Τις νύχτες που σαλεύουν οι μορφές / ξαγρυπνώ και με το πρώτο φως διακρίνω / την τάξη που διαταράχτηκε