Χάρτης 4 - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2019
https://www.hartismag.gr/hartis-4/afierwma/xoyliaras-gia-antwnakakh
Στα νότια της Αίγινας –σε μια βραχώδη πλαγιά, που βλέπει από ψηλά, το ψαροχώρι της Πέρδικας, την απόκρημνη πλευρά της νήσου Μονής και την απεραντοσύνη της θάλασσας, που φτάνει ως τις ακτές της Πελοποννήσου– βρίσκεται το μαγικό σπίτι των φίλων μου: του Γιάννη Μαυρακάκη και της γυναίκας του της Βαρβάρας που εξακολουθούν να πιστεύουν στα παραμύθια.
Το σπίτι αυτό, το σχεδίασαν και το 'χτισαν η Σουζάνα κι ο Δημήτρης Αντωνακάκης, που πίστεψαν πως το παραμύθι είναι υπόθεση ζωής και γίνεται από ύλη. Έτσι, λοιπόν, φτιάχτηκε το σπίτι αυτό για το οποίο σας μιλώ. Το 'δα να χτίζεται, το 'ζησα και τελειωμένο. Περπάτησα τους παραισθητικούς του χώρους, περιπλανήθηκα στα δαιδαλώδη δώματα με τις αναπάντεχες λεπτομέρειες και ανακάλυψα χιλιάδες μυστικά. Κοιμήθηκα στο μπλε κτίσμα-καράβι, με την τέντα πάνω απ' τη γέφυρα, να χτυπάει όλη τη νύχτα και να με ταξιδεύει, κι έφαγα πολλές φορές –με τούς φίλους μου– στο θερμό μαρμάρινο τραπέζι, έξω στο κιόσκι-παρατηρητήριο. Βούτηξα, από αλλεπάλληλες μεριές, στα γαλανά νερά που καθρεφτίζουν τα απερίγραπτα κτίσματα, το φοινικάκι της «πλατείας» και τις μεταφυσικές της κλίμακες –που παραπέμπουνε στη Βαβυλώνα– κι αφέθηκα να με τυλίξει η μαγεία αυτού του χώρου.
Ζώντας στο σπίτι του Γιάννη Μαυρακάκη έκανα μερικές σκέψεις –με αφορμή αυτό – για τούς φίλους μου: Τον Δημήτρη και τη Σουζάνα. Σκέφτηκα, λοιπόν, πώς πριν απ' όλα, ξέρουν καλά ότι ένας χώρος πριν γίνει σπίτι, είναι, ήδη, ένας χώρος κατοικήσιμος, σε άλλη κλίμακα, κι από παλιά. Τόπος κατοικημένος από όντα μικρότερα που ξέρουνε καλά το μέρος. Γι’ αυτό και λέω πώς η Σουζάνα κι ο Δημήτρης Αντωνακάκης πρέπει να έχουν διατελέσει κατά καιρούς –έστω και για λίγο–: μυρμήγκια, χελώνες, φίδια ή ζουζούνια και να έχουν παρατηρήσει απ' το δικό τους ύψος: το φως και το νερό να διατρέχουν τις παραμικρές επιφάνειες. Να έχουν δει καλά, τα παραισθητικά επίπεδα του εδάφους και τα χρώματα από κοντά. Τα επικλινή φυτά, τις γούρνες και τις πλάγιες όψεις κάποιου βράχου. Τα κλειστά σημεία της πέτρας, που προστατεύουν απ’ τον άνεμο, ή τ’ ανοικτά πλατώματα που αφήνουν χώρο ελεύθερο για δράση. Σκέφτηκα ακόμα πώς δεν ξέρουν μόνο τον μικρόκοσμο. Γνωρίζουν και την Ελλάδα: τα σπίτια της, ψηλά, από την Ήπειρο ώς κάτω, στα νησιά. Από μέσα κι απ’ έξω. Ξέρουν καλά τα χρώματα: τις ώχρες, τα λουλάκια, το χοντροκόκκινο τον τρόπο που συμπεριφέρονται στο φως. Κι ακόμα: Έχουν χαθεί, κατά καιρούς, στις περιπέτειες των βιβλίων. Κι όχι μόνο της Αρχιτεκτονικής. Έχουν ταξιδέψει, μ’ αυτόν τον τρόπο, κι έχουν ζήσει από κοντά τις λεπτομέρειες σε τόπους κατοικήσιμους: Στη Δύση, στην Εγγύς ή και στην Άπω Ανατολή. Έχουν μελετήσει τα κτίσματα της ζωγραφικής, απ’ την αρχαία Ελλάδα ώς τον Ντε Κίρικο αλλά και βόλτες έχουν κάνει στις αγορές: Εδώ στον τόπο μας ή και αλλού. Έχουν δει, προσεκτικά, τα εργαστήρια και τις αποθήκες: αυτούς τους αινιγματικούς χώρους κι όταν χρειαστεί, τους θυμούνται. Η μνήμη, λοιπόν, κατακλυσμένη από χιλιάδες αισθήσεις, παρούσα, κάθε φορά, που χρειάζεται να στηθεί, πρώτα μέσα στο μυαλό, ο χώρος που οραματίζονται. Κι αμέσως ύστερα – στη δαιδαλώδη πορεία προς το συγκεκριμένο– μοιάζουν σα να ξεχνούν τα πάντα και το παιχνίδι αρχίζει απ’ την αρχή. Προσεγγίζουν, με αθωότητα, τις ιδιομορφίες του χώρου και των υλικών τους ανθρώπους που θα κατοικήσουνε το σπίτι: τις ανάγκες και τον χαρακτήρα τους. Παίζουν, μαζί τους, χτίζοντας, και ανατρέπουν κάθε φορά τα δεδομένα. Αναδιπλώνονται σχολαστικά μέσα απ' τις λεπτομέρειες ενός κόσμου απόλυτα υλικού και καταφέρνουν, στο τέλος, να μετατρέψουν ένα χώρο χρηστικό σε χώρο μαγείας και παραμυθιού. Και να, λοιπόν, το σπίτι έτοιμο! Ένα σπίτι γεμάτο εκπλήξεις και μυστικά. Ένας χώρος για μεγάλους που δεν ξεχνούν πως είναι παιδιά. Ένα πεδίο παραισθητικό αλλά και στοργικά οικείο. Το σπίτι του Γ. Μαυρακάκη με τους κήπους και τα νερά. Η μεταφορά ενός υγιεινότατου εφιάλτη σε υλικό.
Ζώντας σ' αυτό το σπίτι, έμαθα κάμποσα πράγματα για τη Σουζάνα και το Δημήτρη Αντωνακάκη που το ’χτισαν, αλλά, την ίδια στιγμή, κατάλαβα πως δεν ξέρω ακόμα τίποτε γι’ αυτούς.
(Φεβρ. 1988)