Χάρτης 37 - ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2022
https://www.hartismag.gr/hartis-37/afierwma/tragoydi-toy-palioy-kairoy
Το «Τραγούδι του παλιού καιρού» είναι το μοναδικό ποίημα που έγραψε ο Νίκος Γκάτσος μετά από την Αμοργό. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ο Ταχυδρόμος στις 25 Νοεμβρίου 1965 σε αφιέρωμα στον Γιώργο Σεφέρη ο οποίος ένα μήνα πριν είχε βραβευτεί με το Νομπέλ Λογοτεχνίας. Αποτελείται από επτά πεντάστιχες στροφές με ενδεκασυλλάβους σε ομοιοκαταληξία ABABA. (Η ισπανική μας μετάφραση είναι σε ανομοιοκατάληκτο δεκαπεντασύλλαβο).
Το ποίημα παραπέμπει σε θέματα, λέξεις, στίχους από το ποιητικό έργο του Γιώργου Σεφέρη,[1] ακόμα και στο στροφικό σχήμα της Στέρνας, ένα ποίημα που επίσης αποτελείται από πεντάστιχες στροφές· είναι κι αυτό γραμμένο σε ενδεκασύλλαβο, και έχει ως μότο ένα σχόλιο του Ελ Γκρέκο για το έργο του Άποψη και χάρτης του Τολέδο: «Βρέθηκα στην ανάγκη να βάλω το νοσοκομείο του Δον Χουάν Ταβέρα με τη μορφή μοντέλου, γιατί όχι μόνο ερχότανε να σκεπάσει την πύλη του Βισάγκρα, αλλά και ο θόλος του ανέβαινε με τρόπο που ξεπερνούσε την πόλη· κι έτσι μια που το ’βαλα σα μοντέλο και το μετακίνησα από τον τόπο του, μου φαίνεται προτιμότερο να δείξω την πρόσοψή του παρά τις άλλες του μεριές…».[2] Ένα σχόλιο ―εξηγεί ο Πέδρο Μπάδενας δε λα Πένια στην ισπανική του έκδοση της ποίησης του Σεφέρη― με το οποίο υπογραμμίζεται η αναπαραστατική ελευθερία του καλλιτέχνη έστω και αν στη συγκεκριμένη περίπτωση προσπαθεί να αναπαραγάγει την πραγματικότητα.[3]
Στο δεύτερο στίχο της πρώτης στροφής —«του κόσμου το ποτάμι είναι θολό»— ακούγεται ο απόηχος του δεύτερου στίχου του πέμπτου μέρους του Ερωτικού λόγου του Σεφέρη: «Δε θα βρεθεί ένας ποταμός να 'ναι για μας πλωτός;»[4] Στον τελευταίο στίχο της ίδιας στροφής βρίσκεται το ρήμα κεντώ, που εδώ έχει την έννοια του γράφω, γράφω στη λάσπη, την πρώτη ύλη της δημιουργίας. Ένα ρήμα που επαναλαμβάνεται στην σεφερική ποίηση.
Η αρχή της δεύτερης στροφής ―«Το πέλαγο πικρό κι η γη μας λίγη / και το νερό στα σύννεφα ακριβό»— μπορεί να σχετιστεί με άλλο ποίημα του Σεφέρη ―Μυθιστόρημα Ι΄―: «Ο τόπος μας είναι κλειστός, όλο βουνά / που έχουν σκεπή το χαμηλό ουρανό μέρα και νύχτα. / Δεν έχουμε ποτάμια δεν έχουμε πηγάδια δεν έχουμε πηγές,...»[5] Το μοτίβο της στάχτης που εμφανίζεται στον τέταρτο στίχο —«το χόρτο καίει τη στάχτη του βουβό»— βρίσκεται στο πέμπτο μέρος («Άντρας») της ενότητας «Ο κ. Στράτης Θαλασσινός περιγράφει έναν άνθρωπο»: «Υποταχτήκαμε και βρήκαμε τη στάχτη».[6] Το ίδιο μοτίβο στο πέμπτο μέρος της Αμοργού —«Εν μέσω αναστεναγμών δακρύων πείνης οιμωγών και τέφρας υπογείων φρεάτων»— και στο ποίημα «Χρόνος», του Ανδρέα Εμπειρίκου: «Η νύχτα συνεπήρε τα υπόλοιπα κλωνάρια και στη ρίζα του δέντρου έμεινε σποδός».[7] Και η λέξη τέφρα, επιλογή του Γκάτσου στην Αμοργό, και η λέξη σποδός που χρησιμοποιεί ο Εμπειρίκος στο «Χρόνο» παραπέμπουν στη στάχτη που προκύπτει από την καύση των σωμάτων.
Η τρίτη στροφή —«Κι ήρθες εσύ και σκάλισες μια κρήνη...»— απευθύνεται ευθέως στον Γιώργο Σεφέρη, που με τη Στέρνα του πρόσφερε νερό στην ελληνική ποίηση: «Εδώ, στο χώμα ρίζωσε μια στέρνα / μονιά κρυφού νερού που θησαυρίζει...».[8] Οι στίχοι δεύτερος και τρίτος —«για τον παλιό του πόντου ναυαγό / που χάθηκε μα η μνήμη του έχει μείνει»— παραπέμπουν στα αργοναυτικά και οδυσσειακά μοτίβα, στα θέματα της ξενιτιάς και της περιπλάνησης, που δεσπόζουν στην ποίηση και σε όλο το έργο και τη ζωή του Γιώργου Σεφέρη. Επίσης οι στίχοι τέταρτος και πέμπτος —«κοχύλι λαμπερό στην Αμοργό / και βότσαλο αρμυρό στη Σαντορίνη»— παραπέμπουν σε σεφερικά μοτίβα που βρίσκονται σε ποιήματα του Τετραδίου Γυμνασμάτων: «ένα παράξενο κοχύλι που δοκίμαζε / να το εξηγήσει επίμονα η ψυχή μας»[9] και «Στη Σαντορίνη αγγίζοντας νησιά που βουλιάζαν».[10] Επιπλέον, το τοπωνύμιο Σαντορίνη παραπέμπει στο πρώτο από τα δύο ποιήματα που συνθέτουν την Γυμνοπαιδία, το οποίο τελειώνει με τον στίχο «βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες»,[11] έναν στίχο που επαναλαμβάνεται στο «Μυκήνες», το δεύτερο ποίημα της Γυμνοπαιδίας: «Βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες· / τούτες τις πέτρες τις εσήκωσα όσο βάσταξα / τούτες τις πέτρες [...] / καταδικασμένος από τους δικούς μου θεούς, τούτες τις πέτρες»,[12] έκφραση κατηγορηματική, σχολιάζει ο Πέδρο Μπάδενας δε λα Πένια, της «συνείδησης ενοχής και μοιραίας καταδίκης που ο Σεφέρης ένιωθε να βαραίνουν τόσο τον ίδιο όσο και τη γενιά του».[13]
Στην τέταρτη στροφή ο Γκάτσος επιστρέφει στο θέμα του ποτισμένου από τον Σεφέρη τοπίου της ελληνικής ποίησης και αναγνωρίζει ότι αναζωογονείται από τη δροσιά του. Το μοτίβο του τετραδίου ―«δεφτέρι»― (στίχος 3) είναι ένα επαναλαμβανόμενο σεφερικό μοτίβο, και μάλιστα τίτλος μιας ποιητικής συλλογής: Τετράδιο Γυμνασμάτων. Όπως άλλωστε και τα «παραμύθια» (στίχος 5 ), οι μύθοι:
στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητη
που έταξαν για να μου θυμίζει την πατρίδα,
άραξα μοναχός μ’ αυτό το παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως οι άνθρωποι δε θα ξαναπιάσουν
τον παλιό δόλο των θεών·
αν είναι αλήθεια
πως κάποιος άλλος Τεύκρος, ύστερα από χρόνια,
ή κάποιος Αίαντας ή Πρίαμος ή Εκάβη
ή κάποιος άγνωστος, ανώνυμος, που ωστόσο
είδε ένα Σκάμαντρο να ξεχειλάει κουφάρια,
δεν το ’χει μες στη μοίρα του ν’ ακούσει
μαντατοφόρους που έρχουνται να πούνε
πως τόσος πόνος τόση ζωή
πήγαν στην άβυσσο
για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη.[14]
Στην πέμπτη στροφή, μια εβδομάδα των παθών με προμηθεϊκές προεκτάσεις που επίσης απαντούν σε στίχους του Σεφέρη: «Βλέπω τα χέρια κάθε αυγή να γνέφουν στο γύπα και στο γεράκι».[15]
Η αρχή της έκτης στροφής —«Κι άμα θα ιδείς κρυφά στο μέτωπό σου, / να λάμπει μ’ απαλή μαρμαρυγή / τ’ αλλοτινό πεφτάστερο σηκώσου»— θυμίζει κατά κάποιον τρόπο τον στίχο «Τι να μου κάμει η σταλαγματιά που λάμπει στο μέτωπό σου;» από το τρίτο τμήμα του δεύτερου μέρους της Αμοργού, όπως και κάποιους στίχους από το «Ο κ. Στράτης Θαλασσινός περιγράφει έναν άνθρωπο»: «η φωνή χάθηκε / μα ένα πεφταστέρι / σα να ’βλεπα για πρώτη φορά ένα πεφταστέρι».[16] Τέλος, επαναλαμβάνεται το μοτίβο του νερού που ο Σεφέρης έφερε στην ποίηση: η στέρνα, η κρήνη, η πηγή, και η παραπομπή στον προμηθεϊκό βράχο.
[ Από την εισαγωγή στην ισπανική έκδοση ]
[1] Ο Τάσος Λιγνάδης έχει καταγράψει επιμελώς τα ίχνη της ποίησης του Σεφέρη στο «Τραγούδι του παλιού καιρού». Βλ. Τάσος Λιγνάδης, Διπλή επίσκεψη σε μία ηλικία και σ’ έναν ποιητή. Ένα βιβλίο για τον Νίκο Γκάτσο, Εκδόσεις Γνώση 1983, σσ. 166-176.
[2] Γιώργος Σεφέρης, Η Στέρνα, Ποιήματα, Ίκαρος, ένατη έκδοση, 1974, σ. 33.
[3] Yorgos Seferis, Poesía completa, μετάφραση, εισαγωγή και σημειώσεις του Pedro Bádenas de la Peña, Μαδρίτη, Alianza Editorial, 1986, σσ. 306-307.
[4] Γιώργος Σεφέρης, Ερωτικός λόγος Ε΄, Ποιήματα, σ. 32.
[5] Γιώργος Σεφέρης, Μυθιστόρημα, Ποιήματα, σ. 55.
[6] Yorgos Seferis, «Ο κ. Στράτης Θαλασσινός περιγράφει έναν άνθρωπο: 3. Άντρας», Τετράδιο Γυμνασμάτων, Ποιήματα, σ. 120.
[7] Ανδρέας Εμπειρίκος: Υψικάμινος, Άγρα 1988 [1935], σ. 17.
[8] Γιώργος Σεφέρης,
Η Στέρνα, Ποιήματα, σ. 35.
[9] Γιώργος Σεφέρης, «Φυγή», Τετράδιο Γυμνασμάτων, Ποιήματα, σ. 95.
[10] Γιώργος Σεφέρης, «Με τον τρόπο του Γ. Σ.», Τετράδιο Γυμνασμάτων, Ποιήματα, σ. 99.
[11] Γιώργος Σεφέρης, «Σαντορίνη», Γυμνοπαιδία, Ποιήματα, σ. 76.
[12] Γιώργος Σεφέρης, «Μυκήνες», Γυμνοπαιδία, Ποιήματα, σ. 77.
[13]
Yorgos Seferis, Poesía completa, σ. 312.
[14] Γιώργος Σεφέρης, «Ελένη», Ημερολόγιο καταστρώματος, Γ', Ποιήματα, σσ. 241-242.
[15] Γιώργος Σεφέρης, «Κ΄ [Ανδρομέδα]», Μυθιστόρημα, Ποιήματα, σ. 67.
[16] Yorgos Seferis, «Ο κ. Στράτης Θαλασσινός περιγράφει έναν άνθρωπο: 3. Έφηβος», Τετράδιο Γυμνασμάτων, Ποιήματα, σ. 116.