Χάρτης 37 - ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2022
https://www.hartismag.gr/hartis-37/afierwma/otan-h-athanasia-exei-toys-logoys-ths
«Τι ζητάς, Αθανασία, / στο κατώφλι μου μπροστά…»
Όταν ένας δημιουργός περνά στην περιοχή των συμβόλων, είναι αδύνατο να ανακληθεί το όνομά του ανεξάρτητα από τα σύμβολα αυτά. Ακόμη κι αν το ανακαλεί μια κοινωνία σχεδόν συντετριμμένη σε μια εποχή με δυσανεξία στα σύμβολα. Ο Νίκος Γκάτσος είναι πάντα ο μύθος του. Μύθος που πάει μαζί μ’ εκείνον του Μάνου Χατζιδάκι και των δύο πάλι μέσα στον ευρύτερο μύθο της ακμής (κάποτε…) του ελληνικού τραγουδιού. Βέβαια η συλλογική μνήμη δύσκολα θα στραφεί στην Αμοργό του, αυτή την έκρηξη εικονοπλαστικής φαντασίας και ρυθμοποιίας του ελληνικού υπερρεαλισμού. Πολύ εύκολα όμως —και με την αμεσότητα που επανακάμπτει και αναστατώνει ένα ισχυρό προσωπικό μας βίωμα— θα στραφεί στα ανεξάντλητα αποθέματα της εμπνευσμένης και συχνά υψηλής στιχουργικής του. Αυτή παραμένει δραστική εδώ και τώρα. Η ικανότητά του να χτίζει μικροσκοπικές παραλογές —«Ο Γιάννης ο φονιάς»!— με το πρόσθετο, πλην αισθητό, άρωμα τής ρεμπέτικης θεματολογίας θαυμαστά αφομοιωμένης, συναγωνίζεται σε ευχέρεια και συγκινησιακή ένταση την ικανότητά του να εικονογραφεί είτε τη δυστοπία ενός κόσμου ρημαγμένου κάλλους —«Ο εφιάλτης της Περσεφόνης»!— είτε τα χαριτωμένα παιχνίδια με εικόνες Αιγαίου και τη μανιέρα των ερωτικών δημοτικών τραγουδιών —«…πετάς κυπαρισσόμηλο/ κι εγώ πετάω μήλο…»— προσδίδοντας στην τέχνη του τον χαρακτήρα μιας ειδικής έκφρασης γνήσια ποιητικής αλλά όχι ποιητικίζουσας. Όπως δηλαδή πρέπει να είναι η στιχουργική χωρίς καθόλου να χρειάζεται να αντιπαραβληθεί γι’ αυτό με την ποίηση και να πιστοποιηθεί έτσι δευτερογενώς η αξιοσύνη της.
Η στιχουργία του Γκάτσου έχει πίσω της τεράστια φιλολογική παιδεία, όμως ο πηγαίος τρόπος με τον οποίο αναπλάθεται η γνώση, κατακτάται η κληρονομιά και ξάφνου όλα αστράφτουν καινούρια και εντελώς προσωπικής αισθητικής έχει πίσω του ίδιον μουσικόν ένστικτον, φυσική αίσθηση του ρυθμού, μουσικοποιητική δηλαδή φύση. Γι’ αυτό η διά βίου προσκόλληση του δημιουργού σ’ αυτήν δεν συνιστά κάποια …προδοσία της Αμοργού του ούτε κάποιον πανικό μπροστά στις αξιώσεις της ποίησης ή κάποια αποκαρδίωση υπαρξιακού χαρακτήρα, νομίζω. Συνιστά ανταπόκριση σε βαθιά φυσική κλίση. Αυτή η φόρμα του ταίριαζε.
Η σύντομη, υπαινικτική, υποβλητική πλην ευκρινής και άμεση γλώσσα των στίχων ενός τραγουδιού που δεν αρθρώνεται πλήρως παρά με την άρρηκτη σύνδεσή της με τη μουσική. Κι επειδή ακριβώς αυτή και όχι κάποια άλλη, συγγενική της, ήταν, πιστεύω, η φύση του, γι’ αυτό ο Γκάτσος δημιούργησε τόσο πλήρη και τόσο επιδραστικό κώδικα μέσων και τρόπων του στιχουργείν και τελικά λειτούργησε ως μια συγκροτημένη Ποιητική σχετικά με το είδος, που είναι αδύνατο να προσπεράσει ακόμη και σήμερα οποιοσδήποτε τραγουδοποιός ή στιχουργός ψάχνει το στίγμα του σε περιοχές που δεν αρνούνται τη λυρική μας παράδοση. Η σύνδεσή του με την ευρύτερη παρακαταθήκη της γενιάς του ΄30 ισχυροποιεί το σήμα της τέχνης του χωρίς να αμφισβητεί τον προσωπικό της εντελώς ιδιαίτερο χώρο.
Το ότι και το μεταφραστικό του έργο παραμένει εν πολλοίς εμβληματικό ενισχύει την πεποίθηση ότι ο Γκάτσος σε ό,τι καταπιάστηκε ακολούθησε πηγαία, εντατική και γόνιμη παρόρμηση. Γι’ αυτό και το αποτέλεσμά του δεν μαρτυρεί παραίτηση από κάτι μεγάλο αλλά ενθουσιώδη επιλογή ενός δικού του κόσμου. Στον οποίο εξακολουθεί να διατηρεί έναν θρόνο.