Χάρτης 76 - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-76/afierwma/sinantiseis
Η δική μου γνωριμία και φιλία με το Μ. Μ. είναι έμμεση, θα μπορούσα να την ονομάσω “εξ αγχιστείας”, γιατί οφείλεται στο σύζυγό μου Γιώργο Βαΐτση.
Συνομήλικοι, συμφοιτητές στη Νομική Θεσσαλονίκης, αναζητούν από κοινού, πέρα από το αυστηρό περιεχόμενο και τα όρια των σπουδών τους στη νομική επιστήμη, τους δρόμους του πνεύματος, της ποίησης και των τεχνών γενικότερα, μέσα από το φοιτητικό όμιλο θεάτρου και κινηματογράφου.
Ο Μιχάλης δεν ολοκληρώνει τις σπουδές της Νομικής. Τον κερδίζει η ποίηση, (γενιά του ΄70) και η συγγραφή και από το ΄71 βρίσκεται εγκατεστημένος στην Αθήνα, στρέφοντας το επαγγελματικό του ενδιαφέρον στη δημοσιογραφία. Ο Γ.Β. ως ασκούμενος σε δικηγορικό γραφείο της Αθήνας, ξαναβρίσκει το Μιχάλη στο καλλιτεχνικό και πνευματικό κέντρο «Ώρα», που είχε ιδρύσει από το ΄69 ο Ασαντούρ Μπαχαριάν, ο σπουδαίος ζωγράφος, άνθρωπος και αγωνιστής.
Περνούν πολλές ώρες εκεί, όπου ο Μ. εργάζεται και ο Β. ως φιλότεχνος είναι τακτικός επισκέπτης, κάτω από τη σκέπη του γλυκύτατου Μπαχαριάν, στην ανάγκη του να εξισορροπεί την αυστηρότητα της Νομικής, με την ελευθερία και την απόλαυση της Τέχνης.
Εκεί γίνονται γνωριμίες με ανθρώπους του πνεύματος και της Τέχνης και πολλές και γόνιμες συζητήσεις γύρω από την Τέχνη και φυσικά την Πολιτική.
Άλλωστε η «Ώρα» του Μπαχαριάν ήταν, ―όπως εύστοχα έχει χαρακτηριστεί― «μια όαση στα χρόνια της χουντικής Σαχάρας, όπου έβρισκαν καταφύγιο και βήμα έκφρασης δημιουργοί από το χώρο των εικαστικών, του λόγου και της μουσικής, που είχαν αποκλειστεί από το δημόσιο χώρο και παρέμεινε και στη Μεταπολίτευση ένας ζωντανός οργανισμός καλλιτεχνικής δημιουργίας, ώσμωσης ιδεών και ελεύθερης έκφρασης».
Στον χώρο αυτό γίνονταν σεμινάρια, διαλέξεις και εκθέσεις, παράλληλα με τις εκδόσεις βιβλίων τέχνης.
Στο δημιουργικό κλίμα της «Ώρας», ο Μ. έχει ρόλο και στην οργάνωση των εκδηλώσεων, αλλά κυρίως στις εκδόσεις, με το βάρος να πέφτει στην έκδοση του Χρονικού, της ετήσιας πολιτιστικής επιθεώρησης της «Ώρας».
Εργάστηκε στην ΩΡΑ πριν και μετά την τετράχρονη (΄79 - ΄83) εγκατάσταση / παραμονή στο Λονδίνο, για σπουδές ραδιοσκηνοθεσίας, αλλά και εργασίας στο ελληνικό τμήμα του BBC. Με την επιστροφή του ωστόσο στην Ελλάδα, από το ΄84 περιστασιακά και από το ΄87 συστηματικά, ως τακτικός υπάλληλος, εργάζεται στην ΕΡΤ. Οι ραδιοφωνικές εκπομπές του, όπως η «Ανωνύμου του Έλληνος», έγιναν μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα. Καλοκαίρι του ΄88 συζητάμε το ενδεχόμενο να κάνει εκπομπή με τον πατέρα μου, όπως π.χ. έκανε με καπνεργάτη της Καβάλας, γιατί ήταν πρόσφυγας από τον Πόντο και επιπλοποιός. Η έγνοια του Μ. ήταν, αν μπορεί ο πατέρας μου να αρθρώσει καθαρό λόγο. Το σχέδιο δεν προχώρησε, μόνο γιατί δεν το επέτρεψε η αρρώστια και στις αρχές του ΄89 ο θάνατος του πατέρα μου.
Από αυτά που έχω να θυμάμαι από τη φιλία μας, ―εκτός της τηλεφωνικής και γραπτής επικοινωνίας, με γράμματα/σημειώματα και κάρτες που η καθεμιά είναι και ένα έργο του οπτικής ποίησης―, είναι οι συναντήσεις στην Αθήνα, για να δούμε μαζί μία ταινία (π.χ. Β. Βέντερς: «Τα φτερά του έρωτα»), για να φάμε στο χορτοφαγικό εστιατόριο «Edem» της Πλάκας (που δεν υπάρχει εδώ και χρόνια πια) και, κυρίως, οι επισκέψεις στην «Ώρα», για τις εκθέσεις – συναντήσεις με Μιχάλη και Μπαχαριάν και καλλιτέχνες, όπως ο Δ. Διαμαντόπουλος, ο Μποστ ή ο δικός μας Γ. Καφενταράκης.
Ακόμη, συναντήσεις στο Βόλο, σε καλοκαιρινές διακοπές, τακτικές, όσο πηγαίνουμε πίσω χρονικά, που αραίωσαν και σταμάτησαν τα τελευταία χρόνια της ζωής του, με τη νοσταλγία όμως να εκφράζεται με όποια ευκαιρία.
Συναντήσεις ακόμη με αφορμή την οργάνωση εκδηλώσεων π.χ. Για τον Ντε Κίρικο ή για την πραγματοποίηση εκδήλωσης με το Μένη Κουμανταρέα στο Δημαρχείο της πόλης ή στο Δίαυλο με το Ζάχο Σιαφλέκη.
«Μιχάλης,
ο παλιός σας φίλος»,
έτσι συνήθιζε να υπογράφει τα τελευταία χρόνια τις κάρτες και τα σημειώματα που μας έστελνε.
Αυτόν τον παλιό φίλο είδαμε για τελευταία φορά στην Αθήνα, στην κηδεία του αγαπημένου μας Ζάχου Σιαφλέκη, τον Απρίλη του ΄17, να έχει και το βάρος του πρόσφατου πένθους, από την απώλεια της Νατάσας Χατζιδάκι.
Αντάμωσαν εκεί τρεις φίλοι μαζί, επίσης για τελευταία φορά, Μήτρας, Ζήρας και Βαΐτσης.
Τον αποχαιρετήσαμε οριστικά το Μάρτη του ΄19, στο Κοιμητήριο του Βόλου, στη γενέθλια γη, ανάμεσα στα αδέλφια του, κάποιους συγγενείς και λίγους φίλους.
Επειδή όμως θέλουμε αυτό το μνημόσυνο για το Μιχάλη να είναι και κάπως χαρούμενο, θα αναφερθώ και σε δύο συναντήσεις, που αποτελούν ξεχωριστό κεφάλαιο. Πρόκειται για συναντήσεις στην Νταμούχαρη Πηλίου, τα καλοκαίρια του ΄76 και ΄74.
Η συνάντηση του '76 έγινε με Μπαχαριάν και τη γυναίκα του Χριστίνα, τον Μιχάλη και τη Νατάσα, τη Μάρθα Χριστοφόγλου κ.ά. Από τη συνάντηση αυτή έμεινε μια ακουαρέλα του Μπαχαριάν.
Για τη συνάντηση του ΄74 έμαθα τα δύο τελευταία χρόνια. Καλοκαίρι του ΄74 ο Γ. Βαΐτσης και άλλος κοινός φίλος, ο Πάνος Διακονιλέας, βρίσκονται ως επιστρατευμένοι στην περιοχή του Λαγκαδά. Περνούν εκεί μέρες και όταν τελειώνει το φιάσκο της επιστράτευσης, ο Βαΐτσης προτείνει και ο Διακονιλέας δέχεται να πάνε στην Νταμούχαρη, για να ξεκουραστούν. Μία ή δύο μέρες μετά, έρχεται να τους συναντήσει ο Μιχάλης. Τον καιρό εκείνο, η Νταμούχαρη συνδεόταν μόνο από τη θάλασσα με τον Άη Γιάννη ή με μονοπάτια από τον Άη Γιάννη, το Μούρεσι ή την Τσαγκαράδα.
Ο Μιχάλης φθάνει με το λεωφορείο του ΚΤΕΛ στην Τσαγκαράδα, όπου τον περιμένει ο Διακονιλέας, για να τον συνοδεύσει στην κάθοδο από το καλντερίμι για την Νταμούχαρη. Είναι διαδρομή διάρκειας μιάμισης ώρας, που γίνεται πιο δύσκολη στο τελευταίο της τμήμα, με πολλές στροφές και απότομες κλίσεις, που οι ντόπιοι ονομάζουν καγκιόλια. Το τελευταίο αυτό τμήμα φέρνει τους πεζοπόρους πάνω από τη θάλασσα, στο νότιο άκρο της παραλίας. Οι δυο τους καθηλώνονται, όταν αντιλαμβάνονται ότι κολυμπά εκεί ή λιάζεται παρέα γυμνών γυναικών, ανάμεσα στις οποίες διακρίνουν τη Ρόμι Σνάιντερ. (Όταν γινόταν η περιγραφή, στα μάτια μου ζωντάνεψε ο πίνακας του Σεζάν «Οι λουόμενες»). Μετακινούνται στην προσπάθειά τους να έχουν καλύτερη ορατότητα και ταυτόχρονα να μη γίνουν αντιληπτοί, με αποτέλεσμα ο Μιχάλης να παραπατήσει και να πέσει μέσα σε αγκάθια, βάτα και πέτρες και να τραυματιστεί. Το οφθαμόλουτρο έλαβε τέλος με τον τραυματισμό του Μιχάλη.
Τότε μόνο έτρεξε σε βοήθειά τους ο Βαΐτσης, που στην άλλη άκρη της παραλίας διάβαζε, «ασυγκίνητος» από το θέαμα, Έριχ Φρομ.