Χάρτης 75 - ΜΑΡΤΙΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-75/afierwma/doksompois-dyo-skines-apo-enan-topo-paralimnio-kai-maghiko
[ Το πρωινό που έμαθα ότι ο Πάνος Θεοδωρίδης έφυγε από τη ζωή, μου ήρθαν στον νου δύο σκηνές από την ταινία Δοξόμπους (1987) του Φώτου Λαμπρινού, όπου ο Θεοδωρίδης είχε γράψει όλους τους διαλόγους του σεναρίου. Με τα λόγια εκείνου: «το σενάριο έχει ελάχιστα μη πραγματικά στοιχεία. Το Δοξόμπους, σήμερα Μύρκινος, χωριό στο έβγα του Πάνακος (Αγγίτη) στη Στρυμονική λεκάνη, στον μεσαίωνα ήταν χωριό της αγιορείτικης Λαύρας και υπάρχει το “πρακτικό” του, ήτοι ένας κατάλογος παροίκων και άλλων κατοίκων, οι περιουσίες τους και τα ονόματά τους. Από αυτήν την πηγή βαφτίστηκαν τα πρόσωπα της ταινίας. Τα υπόλοιπα, ήτοι οι συγκρούσεις πριν και κατά τον εμφύλιο των Ανδρονίκων, ήταν πιο γνωστά».
Στις δύο αυτές σκηνές εμφανίζονται ο ορθόδοξος ηγούμενος ενός μοναστηριού της περιοχής και μια ομάδα αιρετικών Βογομίλων αγιογράφων. Ο ηγούμενος φαίνεται να τους γνωρίζει από παλιά, να εκτιμά την τέχνη τους και να είναι ανεκτικός απέναντί τους. Όπως αποτυπώνεται και στην ταινία, η διδασκαλία των Βογομίλων απέρριπτε την εκκλησιαστική ιεραρχία και τη φεουδαρχία. Από θεολογικής άποψης, πίστευαν ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε από τον Σατανά, αλλά η ψυχή από τον Θεό, και ότι το καλό και το κακό συνυπάρχουν και αλληλοσυμπληρώνονται. Θεωρούσαν τους ναούς της επίσημης Εκκλησίας κατοικίες δαιμόνων ενώ δεν αποδέχονταν τα εκκλησιαστικά μυστήρια, τον νηπιοβαπτισμό, τη Θεία Ευχαριστία, καθώς και το δόγμα του Αειπάρθενου της Θεοτόκου.
Αν πρέπει να ερμηνεύσω γιατί συνέδεσα τις συγκεκριμένες σκηνές με το φευγιό του Θεοδωρίδη, θα πω ότι, ως λαμπρό και αχαλίνωτο πνεύμα, υπήρξε κι αυτός ένας αιρετικός της ζωής και των γραμμάτων, και σαν τέτοιος δεν αξιώθηκε να λάβει την αναγνώριση και, κυρίως, την αγάπη που του έπρεπε. Και καθώς κατέγραφε το οτιδήποτε οπουδήποτε, όντας πολυγραφότατος και πολυπράγμων, θαρρώ πως δεν θα είχε αντίρρηση να ξεκαρφωθούν από τον κινηματογραφικό αιθέρα τα όσα ανθρώπινα διαμείβονται στις σκηνές αυτές και να μείνουν καρφωμένα εδώ, ώστε να σκοντάφτουμε συχνότερα πάνω τους. ]
Μια μέρα, ένα καλογεράκι μού διηγήθηκε ένα επεισόδιο. Τότε που οι τεχνίτες σατανολάτρες έβαφαν το ναό. Μόλις έμαθαν, λέει, την άφιξη του χαμένου αρχηγού τους, το ’ριξαν στο τραγούδι. Ο ηγούμενος έβαλε τις φωνές, αλλά γρήγορα ο θυμός του –παράξενο πράγμα– κατέπεσε.
(Οι αιρετικοί τεχνίτες είναι σκαρφαλωμένοι σε σκαλωσιές και ζωγραφίζουν το καθολικό του μοναστηριού)
ΑΡΧΙΤΕΧΝΙΤΗΣ
Είδες ευθεία ο Ευθυμάκης με γυμνό χέρι; (Γέλια) Έλα, πάρε τον κανόνα, όλα στράβωσαν.
ΕΥΘΥΜΑΚΗΣ
Δε δουλεύει εδώ ο κανόνας. Και δε μ’ αρέσει και το χρώμα.
ΤΕΧΝΙΤΗΣ
Έλα, βρε Ευθυμάκη. Τη χάραξη φρόντισε τεχνικά να γίνει – Παιδιά! Ποιους βλέπω!
(Εισέρχονται στο ναό δύο σύντροφοί τους)
ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ ΤΕΧΝΙΤΩΝ
Τα ψέματα ας τελειώσουν: έρχεται ο πατέρας μας, έρχεται ο οδηγητής μας! Με βάρκα έρχεται, από τη νήσο. Σύντομα θα είναι εδώ!
(Οι τεχνίτες πάνω στις σκαλωσιές πιάνουν το τραγούδι)
Ξέρω τι, έξυπνε
Ξέρω τι ’ναι μοναστήρι
Ξέρω τι ’ναι μοναστήρι
Του διαβόλου το τσαντίρι
Ξέρεις μο, μπάσταρδε
Ξέρεις μόνο να διατάζεις
Ξέρεις μόνο να διατάζεις
Πότε Απρίλης, πότε Μάης
Ξέρεις μο, άχαρε
Ξέρεις μόνο να σκοτώνεις
Ξέρεις μόνο να σκοτώνεις
Και την ερημιά ν’ απλώνεις
Ξέρεις μόνο να σκοτώνεις
Και την ερημιά ν’ απλώνεις
(Ο ηγούμενος, συνοδευόμενος από έναν νεαρό καλόγερο, εισέρχεται με ορμή στο ναό)
ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ
Συμφωνήσαμε! Δε συμφωνήσαμε; Τα πορνικά άσματα τι θέση έχουν εδώ, σ’ αυτό το χώρο;
(Παύση)
ΕΥΘΥΜΑΚΗΣ
Είμαστε οι καλύτεροι στη δουλειά.
ΤΕΧΝΙΤΗΣ
Πες το ψέματα. Κι αν ίσως ξεσπάσαμε λιγάκι, προς τι ο ψόγος και η ταραχή;
ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ
Σιωπήστε, μη σας πετάξω έξω!
ΑΡΧΙΤΕΧΝΙΤΗΣ
Καλά δε ζωγραφήσαμε τα σιρίτια και τις κορδέλες; Το πνεύμα της αγιότητος δεν εμφυσήσαμε στον ασβέστη;
ΤΕΧΝΙΤΗΣ
Μα κοίτα ζωντάνια στον Άγιο Νικόλαο. Ιδέστε ψάρια του γιαλού, ωσάν μπριάνες είναι, σαν δράκαινες και γριβάδια.
ΕΥΘΥΜΑΚΗΣ
Καλύτερα να ζωγραφίζω γουλιανούς στη θάλασσα, παρά λιοντάρια στη στεριά. (γέλια)
(Το καλογεράκι που συνοδεύει τον ηγούμενο παρεμβαίνει)
ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΙ
Σιωπή, μανιχαίοι! Ο γέροντας σάς επιπλήττει κι εσείς χασκογελάτε;
(Ο ηγούμενος ανεβαίνει τη σκάλα για να δει από κοντά την αγιογραφία του Αγίου Νικολάου)
ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ
Μαΐστωρ, τι κάμπος λερός γύρω τού φωτοστεφάνου είναι τούτος; Λαζούρια και κρόκους θέλατε και σας τελείωσαν;
ΑΡΧΙΤΕΧΝΙΤΗΣ
Όχι, γέροντα. Κοίτα, επίτηδες είναι λερά τα χρώματα, ο χαρακτήρας του Αγίου δεν διαφαίνεται αλλιώς.
ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ
Όλα στο σχέδιο πρέπει να είναι καθαρά και ωσάν βαμμένα. Άμα είναι να μιμηθείς τη φύση, πάρε και βάλε ανθρώπους να στέκονται αντί για εικόνες. Και να βάλουμε κι αγάλματα στις εκκλησιές, σαν τους παπιστάνους.
ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ ΤΕΧΝΙΤΩΝ
Δεν είναι οι χαρακτήρες των ανθρώπων καθαροί, και να τ’ αφήσετε αυτά οι συμβιβασμένοι. Λεπίδι πρέπει στους συμβιβασμένους. (γέλια)
ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΙ
Σε τι συμβιβαστήκαμε, μανιχαίε;
ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ ΤΕΧΝΙΤΩΝ
Εμείς στο βάπτισμα και στο αεροβάπτισμα και στο ανεμογάμι λέμε όχι, όχι, όχι! (γέλια)
ΑΡΧΙΤΕΧΝΙΤΗΣ
Μυστήριο και ο γάμος και η εξομολόγηση. Και δεν είναι μυστήριο η σπορά και το θέρισμα; Το όργωμα και το ψάρεμα;
(Κάτι πάει να πει το καλογεράκι, μα ο αρχιτεχνίτης το διακόπτει)
ΑΡΧΙΤΕΧΝΙΤΗΣ
Έχεις δει σπορέα ταπεινό ματιασμένο να σπέρνει και να αυγατίζει ο σπόρος του; Εγώ κανέναν. Παντού το κακό, κι όχι να το πολεμάμε, αλλά να το καταλαβαίνουμε.
ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΙ
Σαβριανίκε![1]
(Ο ηγούμενος επιπλήττει το καλογεράκι)
ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ
Εσύ στη διακονία σου, γρήγορα. Θα τέλειωσαν τα κάρβουνα, τρέχα!
(Το καλογεράκι υπακούει και απομακρύνεται. Ο αρχιτεχνίτης απευθύνεται στον ηγούμενο)
ΑΡΧΙΤΕΧΝΙΤΗΣ
Υποτιμάς τον κυρ-Νικόλα όταν τον θέλεις σε κάμπο καθαρό.
(Ο ηγούμενος υπομειδιά)
ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ
Τον Άγιο Νικόλαο, βλάσφημε.
ΤΕΧΝΙΤΗΣ
Άσ’ τους στις διακονίες τους, μαΐστορα τρανέ, άσ’ τους και βράσ’ τους.
ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ
Ήσυχα! Σας ξέρω καλά και με ξέρετε. Δε σας έφερα εδώ για τραγούδια και κουβέντες. Να ιστορήσετε γρήγορα το ναό και να φύγετε.
ΕΥΘΥΜΑΚΗΣ
Έννοια σου, παππούλη, κι εμείς βιαζόμαστε περισσότερο από ’σένα.
—
(Αργότερα, καθώς οι άνθρωποι του νέου βασιλιά πλησιάζουν, ο ηγούμενος σπεύδει να ειδοποιήσει τους αιρετικούς τεχνίτες, που έχουν καταφύγει σε μια όχθη της λίμνης, για τον θανάσιμο κίνδυνο που διατρέχουν)
ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ
Ώρα να φύγετε. Ώρα να τα μαζεύετε, ακούτε; Οι άνθρωποι του νέου βασιλιά είναι στη σκάλα και θα σας πιάσουν! Κι εγώ δε θα τους πω μια καλή κουβέντα, μήτε θα σας γλιτώσω.
ΑΡΧΙΤΕΧΝΙΤΗΣ
Εμείς ζωγραφίσαμε την εκκλησία, εμείς κατεβάσαμε το νερό, και τους τροχούς εμείς τους κινήσαμε.
ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ
Πάρτε το ποτάμι πίσω σας, περάστε τα καλάμια, θα βρείτε πόρο δυο μίλια ψηλότερα. Αφήστε μας εν ειρήνη, και ας σας συγχωρέσει ο Θεός!
ΕΥΘΥΜΑΚΗΣ
Εμείς ξενυχτήσαμε θυρωροί μπροστά στην άχρηστη πύλη σου.
ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ ΤΕΧΝΙΤΩΝ
Και τους αδελφούς σου εμείς συντροφέψαμε στην απελπισία τους, όταν δεν είχες ψωμί να τους δώσεις κι έπαιρναν απ’ το δικό μας.
ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ
Τα καλάμια θα σας κρύψουν καλά, μην ανάβετε φωτιές για δυο-τρεις μέρες κι όλα θα ξεχαστούν. Θα πω ότι λείπετε για γύρα στο μαύρο βουνό, θα πω ότι ψαρεύετε σε βαθιά νερά στον Καυκανά, ό,τι θέλετε θα πω, μόνο φύγετε!
ΤΕΧΝΙΤΗΣ
Δε θα τρομάξεις τους τρομαγμένους, δε θα σκοτώσεις τους πεθαμένους, στον τυφλό δε θα δείξεις τη μέδουσα, μήτε στον κουφό θα φανερώσεις το σφύριγμα της οχιάς.
ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ ΤΕΧΝΙΤΩΝ
Μέσα στη φωλιά μας είναι πνεύμα αλαλάζον, μέσα στην καρδιά μας φωλιάζει το κακό.
ΑΡΧΙΤΕΧΝΙΤΗΣ
Άφες, ηγούμενε, τα δαιμόνια, να βασιλέψουνε σε τόπο παραλίμνιο και μαγικό.
ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ
Δεν κρατάνε σκλάβους σημαδεμένους αιρετικούς αυτοί! Θα ποτίσετε τη λίμνη με το αίμα σας…
(Όπερ και εγένετο)