Χάρτης 74 - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-74/afierwma/sapfws-proslipsi-apo-ti-dysi
Ν’ αγαπιέσαι σημαίνει να παρέρχεσαι, ν’ αγαπάς σημαίνει να διαρκείς
ΡΑΪΝΕΡ ΜΑΡΙΑ ΡΙΛΚΕ[1]
Ήδη στην Αρχαιότητα ο Πλάτων ονομάζει τη Σαπφώ «δέκατη Μούσα»[2]
«Μελιχρόν αύχημα Λεσβίων» την περιγράφει ο Λουκιανός, περιγραφή που κάνει και η ίδια για τον εαυτό της στις Ηρωίδες του Οβιδίου, δίνοντας την εικόνα μιας μαυριδερής, κοντής και ασχημούλας λυρικής ποιήτριας που θεωρείτο ο λυρικός Όμηρος. Πριν από τη μέγιστη λυρική Ελληνίδα ποιήτρια ήταν στην Ανατολική Μεσόγειο ο επικός Όμηρος, ο Ησίοδος, το έπος του Γιλγαμές, οι Βέδες.
Ο συμπατριώτης της, λυρικός ποιητής Αλκαίος που φέρεται ερωτευμένος μαζί της θα υμνήσει τις πλεξούδες της και το μελένιο της χαμόγελο:
Ιόπλοκ’ άγνα μελλιχόμειδε Σάπφοι 384 ap. (Alcaeus)[3]
( =violet – haired, holy, sweetly –smilling Sappho
Pure Sappho, aux tresses violetes, au doux sourire
Αγνή Σαπφώ, με βιολετί τις πλέξες, το γλυκό χαμόγελο)
Στα ρωμαϊκά χρόνια οι λυρικοί παλαιότερα ο Κάτουλλος, αλλά και η ελεγειακή τριάδα Τίβουλλος, Προπέρτιος και Οβίδιος γράφουν ερωτικά ποιήματα και ελεγείες υπό την επήρεια της ποιήτριας. Ο Κάτουλλος υμνεί την αγαπημένη του Λεσβία.[4] Ο Τίβουλλος γράφει τις ερωτικές ελεγείες του για τη Δηλία, τη μούσα του που της δίνει αργότερα το όνομα Νέμεση. Ο Προπέρτιος για την Κυνθία… (μτφρ. Αντώνης Ζέρβας)… Ο Οράτιος, επίσης στις Ωδές του εμπνέεται από τον λυρισμό αλλά και από τα μέτρα της Σαπφώς, αλλά και του Αλκαίου, Πινδάρου, κ.ά. Βρίσκουμε στις ωδές του «τη Σαπφώ /την οποία παρά λίγο θα έβλεπε / στα βασίλεια της μαύρης Περσεφόνης / να θρηνεί με αιολική λύρα για τις συμπολίτιδες κοπέλες»[5].
Ο Οβίδιος στιχουργεί για τη δική του Κόριννα, που φέρει το όνομα λυρικής ποιήτριας του 6ου
π. Χ. αιώνα, από τη Βοιωτία, η οποία είναι κάτι ανάμεσα σε αρχαία εταίρα και ελεγειακή puella (κόρη). Και για την έμπνευσή του επικαλείται τη Μούσα:[6]
Μούσα, βάλε γύρω στους ξανθούς κροτάφους σου μυρτιά
Κι εγώ σε δίστιχο ελεγειακό θα σε υμνήσω
Την εποχή του Μπαρόκ γυναίκες εμπνευσμένες με μυστικιστική έκσταση γράφουν στίχους ερωτικούς. Όπως οι Juana Inés de la Cruz (για να μάθει γράμματα ντύθηκε άντρας), κι η Teresa de Avila (και οι δύο στην ισπανική λογοτεχνία). Αν πάρουμε μέτρο το πάθος της έκφρασής τους και με τη λογική εξίσωση ότι την πρώτη την ονόμασαν «δέκατη Μούσα», έχουμε κι εδώ να κάνουμε με κάποια συνέχεια της φλόγας της ποιήτριας από τη Λέσβο.
Προηγήθηκαν, βέβαια, οι Αναγεννησιακοί ποιητές και οι ποιήτριες που επανέρχονται με ζέση στη Μούσα της Λέσβου.
Όταν η Λουίζ Λαμπέ στην πρώτη από τις τρεις ερωτικές Ελεγείες της επικαλείται τη Μούσα, πρόκειται για τη Σαπφώ που ανακαλεί ως Μούσα για την έμπνευσή της :
Maintenant que sa fureur divine… Τώρα που η μανία η θεϊκή
Remplit d’ ardeur ma hardie poitrine Γεμίζει τη γενναία μου καρδιά μ’ ορμή
Il m’ a donné la lyre, qui les vers μου δώρισε τη λύρα που με μεθυστικούς στίχους
Souloit chanter de l’ Amour Lesbienne στη Λέσβο στον έρωτα ύψωνε ύμνους[7]
Αλλά και η ίδια η Γαλλίδα Αναγεννησιακή ποιήτρια παρομοιάζεται με τη Σαπφώ, αναγνωρίζεται και από τους σύγχρονους της ποιητές και παραμένει ως τα σήμερα ως η «Σαπφώ της Λυών»[8]
Στις σελίδες της Μαντλέν Λαζάρ αναφέρεται η κρίση του François Rigolot ότι η Λαμπέ «θέλει να «ξαναβρεί τη φωνή της Σαπφώς» που ενσαρκώνει στους στίχους της την εικόνα της ερωτευμένης ποιήτριας με την εξαιρετική μοίρα και το ταλέντο, με την παραδοσιακή ερωτική συμπεριφορά, ξεχνώντας την καταδικαστέα, και φέρνοντας στην επιφάνεια το αδιέξοδο πάθος της για τον Φάωνα.
Η Γαλλίδα ποιήτρια Marguerite Yourcenar έκρινε από την πλευρά της ότι οι γυναίκες της Αιολικής γης απολάμβαναν μεγάλη ελευθερία.
Η Λουίζ Λαμπέ φέρει επάξια τον τίτλο της, «νέα Σαπφώ», γιατί έχει την τόλμη της αρχαίας Ελληνίδας ποιήτριας, όταν, στην επιστολή προς την Clémence de Bourges, καλεί τις γυναίκες της Λυών να υψώσουν το πνεύμα τους πάνω από τις ρόκες τους για να αποκτήσουν τη δόξα που φέρνουν τα Γράμματα και οι Επιστήμες όπως και την αρετή (vertu/ λατινικά virtus ― στη ρίζα της η λέξη vir=άνδρας) που ήταν ως τότε προνόμιο των ανδρών και να ξεπεράσουν ή τουλάχιστον να εξισωθούν με τους άνδρες. Μια φεμινίστρια avant la lettre. Η μόρφωση επιτρεπόταν για τις γυναίκες στην εποχή της Αναγέννησης, αλλά ήταν μόρφωση κατευθυνόμενη για να αντιμετωπίσουν εκείνες την αδυναμία τους και να ετοιμάζονται για τον γάμο και τον ρόλο της καλής χριστιανής, όπως υποστήριζε και ο Vivès, συγγραφέας τού Ο θεσμός της γυναίκας ως χριστιανής. Η γραφή ανήκε στη δικαιοδοσία των ανδρών! Ο τίτλος της Λυωνέζας Σαπφώς ταιριάζει στη Λουίζ και για το πάθος με το οποίο εκφράζει τον έρωτά της, μάλιστα με τρόπο πρωτόγνωρο, γυναίκα αυτή προς τον άντρα. Το θύμα του έρωτα στο έργο της δεν είναι ο άντρας (όπως στο έργο του Πετράρχη ― ο ποιητής παγιδεύεται στον έρωτα της Λάουρας, πράγμα που συνέβαινε και προγενέστερα με τους Λατίνους ποιητές,[9] αλλά και αργότερα με τους ποιητές τής Πλειάδας στη Γαλλία).λλά η γυναίκα. Η γυναίκα είναι το θύμα τού έρωτα και στη Σαπφώ από τη Λέσβο, γιατί, τουλάχιστον όπως την παρουσίασε η Λαμπέ, έπεσε από τον Λευκάτα στη θάλασσα εξαιτίας του άτυχου έρωτά της προς τον Φάωνα.
Χαρακτηριστικό γοητευτικό και κοινό στην αρχαία Ελληνίδα ποιήτρια και στη αναγεννησιακή Γαλλίδα, ο πόθος, που φτάνει και ως την ερωτική μανία. Στην πρώτη εμφανίζεται με λύσιμο των μελών, στη δεύτερη με τα γεμάτα πάθος φιλιά, που δεν λείπουν και από την πρώτη. Γι' αυτό και στα ποιήματα που της αφιερώνουν με θαυμασμό και έρωτα όσο είναι στη ζωή ακόμη, η δεύτερη, τα φιλιά κρατούν μεγάλο μερδικό (Ode sur les baisers de Louise Labé = Ωδή στα φιλιά της Λουίζ Λαμπέ). Στο πρώτο από τα αφιερωμένα προς αυτήν ποιήματα, γραμμένο στα ελληνικά, η Λουίζ στο ποιητικό στερέωμα παίρνει τη θέση της Σαπφώς που την απώλεσε ο «παμφάγος χρόνος».[10] Δεν είναι να εκπλήσσεται κανείς για την επίδραση της Σαπφώς μέσα στο έργο της Λαμπέ, αφού, όταν τελείωνε τη συλλογή των ποιημάτων της η Γαλλίδα ποιήτρια, σπουδαία αποσπάσματα από την ποίηση της Ελληνίδας ποιήτριας δημοσιεύονταν, σχολιάζονταν και προκαλούσαν μεγάλη δραστηριότητα στον κύκλο των Ουμανιστών. Όπως κυκλοφορούσαν τα εμπορεύματα στην κοσμοπολίτικη Λυών, έτσι κυκλοφορούσαν και οι ιδέες και οι κουλτούρες. Τα έργα των παλαιότερων ανθρώπων των Γραμμάτων, του Δάντη, του Βοκάκιου, του Πετράρχη, των σύγχρονων Καστιγιόνε, Μακιαβέλι, Μπέμπο, Αριόστο, τα έργα του Έρασμου κατακλύζουν την πνευματική αγορά της Λυών. Στην πόλη αυτή διαμένουν ένας Ραμπελέ ή ένας Κλεμάν Μαρό.
Τα έργα των αρχαίων Ελλήνων και Λατίνων περνούν σε όλη την Ευρώπη, χάρη στον Άλδο Μανούτιο, όταν μάλιστα οι ιταλικοί χαρακτήρες γραμμάτων υποκαθιστούν τους γοτθικούς.
Στην εποχή του Dolce Stil Nuovo η γυναίκα ντύνεται με θρησκευτικά συναισθήματα, όπως η Βεατρίκη του Δάντη, ή η Λάουρα του Πετράρχη. Τώρα, στην εποχή του Ουμανισμού ανακαλύπτεται εκ νέου ο Πλάτωνας και επαναξιολογείται από το σχόλιο, λ.χ. του Συμποσίου για τον «έντιμο έρωτα» (l’amour honnête). Ο έρωτας βρίσκεται στο κέντρο της ποίησης και των συζητήσεων στους κύκλους των γραμματισμένων, στα χρόνια της Αναγέννησης, με τον Marsile Ficin να καταλήγει για τον τέλειο έρωτα ότι καθένας από τους εραστές πεθαίνει μέσα του για να ζήσει μέσα στην καρδιά του ερώμενου προσώπου. Παρόμοια σκέψη που συναντά κανείς και στους ερωτικούς στίχους της Λουίζ Λαμπέ μόνο που εδώ δεν πεθαίνει ο ένας μέσα στον άλλο, αλλά αναγεννιέται από την ηδονή των αισθήσεων:
Juissons-nous l’ un de l’ autre à notre aise Απόλαυσέ με ευχάριστα κι εγώ μες στη χαρά θα σ’ απολαύσω
Lors double vie à chacun suivra Τότε για μας τους δυο θ’ ακολουθήσει ζωή διπλή
Chacun en soi et son ami vivra Καθένας για τον ίδιο και το ταίρι του θα ζει (XVII)[11]
Η Λαμπέ, παρά το ότι χρησιμοποιεί το σχήμα των αντιθέσεων που βρίσκουμε στον Πετράρχη, αλλά αργότερα και στον Κάτουλλο στην περίφημη, λόγου χάρη, ωδή του «Odio et amo» (= Μισώ κι αγαπώ), δεν χρησιμοποιεί την αντίθεση πνεύμα-σάρκα, καλό-κακό, που συναντάμε σε Πετράρχη, Maurice Scève, στην Pernette du Guillet∙ αγνοεί και το αίσθημα του αμαρτήματος. Θα εξάρει, αντίθετα, τις αισθήσεις, θέμα παγανιστικό, που αφθονεί και στη σαπφική ποίηση.
Πριν μιλήσουμε για την επίδραση του Κάτουλλου και κυρίως της τριάδας των ελεγειακών ποιητών στην ποίηση της Λαμπέ, με συνοδό πάντα τις Μούσες που δέκατη ήταν από την αρχαιότητα η Σαπφώ, τη θέση της οποίας πήρε στην Αναγέννηση η Λουίζ Λαμπέ, θα σταθούμε λίγο στην τελευταία ωδή την αφιερωμένη στη Λυωνέζα ποιήτρια.
«L’ ode des louanges de L.L.» που αποδίδεται στον καλλιεργημένο παρισινό δικηγόρο Guillaume Aubert και είναι η κατακλείδα των γραπτών για να τιμήσουν τη Λουίζ Λαμπέ Έcrits, hommage collectif à L.L. Στην ωδή που γίνονται υπαινιγμοί στη ζωή της Γαλλίδας ποιήτριας, η πρώτη στροφή είναι αρνητική, σχετικά με τη βοήθεια των εννέα Μουσών τής « bande lyrique de Sappho, / la bande pucelle»όπου εννοούνται τα νέα κορίτσια της ομάδας της Σαπφώς, και γίνεται λόγος για τη δέκατη αδελφή τους∙ στην 47η στροφή αντικαθίσταται η παλιά 10η Μούσα με τη νέα, τη Λουίζ Λαμπέ, με τη βεβαίωση ότι όλη η λυρική ποίηση της αρχαίας Ελλάδας δεν θα έφτανε να υμνήσει τους επαίνους της «νέας Σαπφώς».
Ένας μεγάλος ποιητής του 20ού αιώνα, ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, στην περιοδεία του στη Λατινική Αμερική εισήγαγε σε διάλεξή του στο Μπουένος Άιρες, το 1934, το «duende», έννοια μέσω της οποίας «αποκαλύπτεται η βαθύτερη σχέση πνεύματος και φύσης», όπως γράφει ο ποιητής Γιώργος Γεωργούσης, μεταφραστής της έκδοσης («Ντουέντε»
Φρειδερίκος Γκαρθία Λόρκα (εκδ. Γαβριηλίδης 2007) . Εκεί η Μούσα εκμηδενίζεται μπροστά στο ντουέντε. Ο Ισπανός ποιητής έφερε πολλά παραδείγματα και συμφώνησαν μαζί του σημαντικά ονόματα της νεότερης ποίησης. Άμα δεν έχεις ντουέντε δεν μπορείς να κάνεις κάτι το μεγαλειώδες. Δεν συγκινείς τον κόσμο.
Αλλά αυτή η δέκατη Μούσα, η Σαπφώ, η Ιωάννα του Σταυρού (Juana Inés de la Cruz), που ονομάστηκε επίσης 10η Μούσα, τον 17ο
αιώνα, η Βυβλίδα που αγάπησε τον δίδυμο αδελφό της, τον Καύνο κι όλη της η ανικανοποίητη φλόγα μεταμορφώθηκε σε πηγή, η Πορτογαλλίδα μοναχή Μαριάννα Alcoforado, η Gaspara Stampa, η Teresa d’ Avila ― επίσης Ισπανίδα ποιήτρια και μοναχή που έγραψε φλογερούς ερωτικούς μυστικιστικούς στίχους, οι Ηρωίδες του Οβίδιου, η Λουίζ Λαμπέ επιτέλεσαν ένα θαύμα, το θαύμα της αγάπης. Το ίδιο και, κυρίως, η Σαπφώ α) με τις «σπασμένες λέξεις» της και β) με τα μετρικά της συστήματα ( Σαπφώ του Οδυσσέα Ελύτη , Ίκαρος 1984/1985). Αυτή η δέκατη Μούσα όλων των εποχών, με πρωθιέρεια τη Σαπφώ τη Λεσβία είχαν το «ντουέντε»! Κι ας λέει ο Λόρκα για το κορίτσι με τη χτένα πως έπρεπε να φτωχύνει, να διώξει τη μούσα, για να παλέψει για το ντουέντε. Όλες αυτές οι ιέρειες της γραφής που έσβησαν μέσα στη φλόγα της αγάπης πλουτίζουν την πένα του Ράινερ Μαρία Ρίλκε.[12]
Κι επανερχόμαστε. «Λεσβία» από τον τόπο της καταγωγής της λέει ο André Thévet, δεν πήρε το όνομα mascula (αρσενικιά) εξαιτίας ηθών, αλλά γιατί είχε vertus (=αρετές, virtus λατινικό) που ως τότε άρμοζαν σε άντρες. Τα ίδια βήματα είχε κάνει και η Λουίζ που το δικό της παράπονο το κάνει να προσιδιάζει στη Σαπφώ, η οποία παραδόθηκε στον έρωτά της για τον Φάωνα.
Ο Οράτιος, σ’ αυτό το σημείο, κρίνει τη Σαπφώ ένοχη. Ενώ ο Οβίδιος μιλάει για ομοφυλοφιλία πριν από τον έρωτά της για τον Φάωνα. Στις Ηρωίδες του εξαίρει το πάθος της ποιήτριας γι αυτόν τον ωραίο νέο που κάποτε ήταν γέρος και η Αφροδίτη τού έδωσε νεότητα και ομορφιά.
Ο Κάτουλλος στη συλλογή του Carmina, σε ελεύθερη απόδοση της περίφημης σαπφικής «Ωδής στην αγαπημένη», στις τρεις πρώτες στροφές είχε δώσει μια εκδοχή «αρσενικού γένους» στο ποιητικό πρόσωπο. Το ποίημα του Λατίνου ποιητή μπήκε σε σελίδα πλάι στο κείμενο της ίδιας της Σαπφώς σε έκδοση σχολιασμένη το 1554, στη Βενετία, στις εκδόσεις του Μανούτιου.[13]
Στο έργο του Οβίδιου,
Ηρωίδες,
με μορφή επιστολών, τη θέση του άντρα αναλαμβάνει η επιστολογράφος γυναίκα. Εκεί περιλαμβάνεται και η Σαπφώ προς Φάωνα, δούλα του έρωτα κι αυτή στον εραστή της. Δεν λείπει, και στην οβιδική ποιήτρια από τη Λέσβο, η ερωτική μανία, όπου η ερωτευμένη Σαπφώ ως «μανιασμένη Εννυώ» (“quam furialis Enyo”), θεά του πολέμου, αναζητά μέσα σε δάση και σπηλιές τον χαμένο εραστή της (στ. 140).[14]
Αυτές οι ερωτικές επιστολές με χαρακτήρα «παραπονετικό» αποτέλεσαν πρότυπο στους ελεγειακούς ποιητές. Αν και μερικοί, όπως ο Κοïντιλιανός, ο Τίβουλλος, ο Προπέρτιος θεωρούσαν τον Οβίδιο άσεμνο.
Η Λουίζ Λαμπέ στην αποκορύφωση της Αναγέννησης, με τα 25 σονέτα της, αλλά και με τις τρεις ελεγείες της είπε τα ερωτικά της παράπονα, βασικό θέμα, του είδους της ελεγείας, αλλά και εμψύχωσε τις συμπολίτισσές της τής Λυών, ωθώντας τες στη δημιουργία, όχι μόνο με την ποίηση, αλλά και με τη μουσική, όπως έκανε και η αρχαία ποιήτρια που πρόσθετε και τον χορό στην εκμάθηση τέχνης και εκλέπτυνσης τρόπων.
Ας θυμηθούμε ότι την εποχή αυτή, της Αναγέννησης, όπου πολλά ήταν τα θαυμαστά, αλλά και τα παράδοξα, τα τραγικά και τα αντιφατικά, όπου ο λόγιος Ολλανδός Έρασμος θεολόγος ων, τασσόταν υπέρ της κυριαρχίας της τρέλας και έριχνε πετριές στη γνώση,[15] είχε φίλο τον Ερρίκο τον Η΄της Αγγλίας και τον μεγάλο ουτοπιστή Τόμας Μορ, φίλο επίσης του Ερρίκου, είδε φίλους του να δολοφονούνται και τον ίδιο τον Μορ, με τον οποίο μετέφραζε τον Λουκιανό από τα Σαμόσατα, να αποκεφαλίζεται από τον Ερρίκο, επειδή εκείνος, ως καγκελάριος, δεν ενέκρινε το διαζύγιο τού Ερρίκου. Σ’ αυτή την εποχή που κυκλοφορούσαν ευρέως και οι Αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι σε εκδόσεις (Βενετία: Άλδος Μανούτιος…) αλλά και νεότεροι, Όμηρος, Πλάτων, Σαπφώ, Βιργίλιος, Κάτουλλος, Οράτιος, Οβίδιος, Τίβουλος, Προπέρτιος, εικάζεται ότι η Λαμπέ είχε δει στο πρωτότυπο και Τίβουλο αλλά και περίφημους στίχους της Σαπφώς.
Η Σαπφώ έδωσε στο γυναικείο τρόπο έκφρασης ευγένεια και χάρη και οι καλύτεροι συγγραφείς της ελληνικής και λατινικής Αρχαιότητας απέδειξαν την κυριαρχία της στον λόγο και την πρωτοτυπία της και τη μιμήθηκαν. Όπως και ποιητές της γαλλικής Πλειάδας, Ρονσάρ και Ντι Μπελέ. Συναντάμε, για παράδειγμα στον Ρονσάρ έννοιες του ερωτικού πάθους ήδη σαπφικές : την «ερωτική μανία»
Je sens …une amoureuse rage/ qui… m’ affole (Νιώθω μανία ερωτική / κι αυτή… με ξετρελαίνει
Και την ανάμνηση του φιλιού:
Mes lèvres , les avant-portiers (Τα χείλη μου, οι προπομποί
Du baiser του φιλιού)
Στον ίδιο θα βρούμε ακόμη κοινά θέματα με αυτά της ποίησης της Σαπφώς, όπως εκείνο ως αίτημα της αιώνιας νιότης, μύθος Αυγής-Τιθωνού, ή το θέμα της προσέγγισης έρωτα-θανάτου, καθώς και τη συχνή αναφορά στις Μούσες και στις Χάριτες.[16]
Τον 17ο
αιώνα, θα γράψει με το ίδιο πάθος και φλόγα ερωτικούς στίχους η μοναχή , ξεχωριστό απόκτημα της Ισπανικής Λογοτεχνίας, η Χουάνα Ινές ντε λα Κρους (1651-1695). Γεννημένη στο Σαν Μιγκέλ ντε Νεπάντλα κοντά στο Μεξικό, όπου και πέθανε, από οικογένεια Ισπανών ευγενών θα γράψει, εκτός από τα ποιήματά της και μια απαντητική Επιστολή στον επίσκοπο που τής έγραψε με το όνομα μοναχή Φιλοθέα του Σταυρού. Με την ίδια γενναιότητα της Σαπφώς και αργότερα της Λουίζ Λαμπέ θα απαντήσει η Χουάνα στις κατηγορίες του κλήρου που έθιγαν την πνευματική της οντότητα με τόσο πειστικό τρόπο χρησιμοποιώντας τη ρητορική τέχνη, εκθέτοντας τις δυσκολίες του βίου της και διεκδικώντας την πρόσβαση των γυναικών στη μελέτη, που ο επίσκοπος επέτρεψε την επόμενη χρονιά την έκδοση των ποιημάτων της.[17]
Ένα από αυτά ξέχειλο από έρωτα:
«Τραγούδι της ψυχής στη σκοτεινή νυχτιά»[18]
Στη σκιά μιας νύχτας σκοτεινής
Από έρωτα βασανιστή φλογισμένη
Τύχη που μ’ οδηγεί ευτυχισμένη
Βγαίνω δεν μ’ έχει αντιληφθεί κανείς
Το σπίτι μου σ’ απόλυτη ηρεμία
Ακίνδυνα στη σκοτεινιά
Από μια σκάλα μυστική,
Φορώντας πέπλα ξενικά
Το έσκασα κρυφά-κρυφά
Τι τύχη! Όταν στο σπίτι φωνή καμία
Φορώντας πάνω μου τη νύχτα
Αθώρητη μες στο σκοτάδι πάντα,
Και ούτε πράγμα μπορούσα να θωρώ
Μη έχοντας κανένα άλλο φως ή οδηγό
Απ’ της καρδιάς τη φλογισμένη λάμπα
Εκείνη άπλετο φως στο δρόμο μου έχυνε
Πιο σίγουρα και από καταμεσήμερου
Τον πάμφωτο ήλιο και με πήγαινε
Στα βήματα του πόθου μου τ’ ανήμερου
Εκεί όπου ζωντανό κάτω απ’ τον ουρανό δεν φαίνονταν κανένα
Ω! η νύχτα που μ’ ακρίβεια μ’ οδηγεί
Που ποιο πολύ την αγαπώ απ’ την αυγή
Η ευτυχισμένη νύχτα που ένωσε μαζί
Αγαπημένο με την Αγαπημένη
Αυτήν που ο Έρωτας στου εραστή της τη μορφή έχει χυμένη
Τ’ ανθοσπαρμένα στήθη μου
Που τρυφερά φυλώ μόνο για κείνον
Κι όπως κοιμάται, για χατίρι του,
Αγνά με χάρη και αβρότητα του δίνω
Όταν κυματιστή η αγκαλιά του Κέδρου κεντά το πανηγύρι του.
Η Αυγή με τους γλυκείς Ζεφύρους της
Την ακατάστατή της κόμη,
Τα χέρια πλέρια απ’ τα ζεφύρια της
Νιώθουν χαΙδευτικά οι δυο μου ώμοι
Γλύκα μετέωρες τις αισθήσεις μου κρατάει ακόμη.
Ηρέμησα έτσι και ξεχάστηκα,
Με το κεφάλι πάνω στον καλό μου,
Στη χάρη του απόθεσα όλο τον εαυτό μου,
Όλα βαθιά ήταν τώρα βυθισμένα,
μ’ όμορφους κρίνους μυροσκεπασμένα
Τον 18ο
αιώνα ο αβάς Pernetti στο βιβλίο του Recherches pour servir à l’ histoire de Lyon ou les Lyonais dignes de mémoire (Έρευνες χρήσιμες για την ιστορία της Λυών ή αξιομνημόνευτοι Λυωνέζοι, 1757), ανάμεσα σε άλλα πρόσωπα αναφέρει τη Λουίζ Λαμπέ. Για να κάνει πιο πικάντικο το πορτρέτο τής Ωραίας Σχοινοποιού κρατά τον χαρακτηρισμό της που έγινε παραδοσιακός ως courtisane (=ελευθεριάζουσα, εταίρα, πόρνη). Την είχε ήδη χαρακτηρίσει έτσι και ο μεταρρυθμιστής και δογματικός ενός αυστηρού χριστιανισμού, ο Καλβίνος (Jean Calvin, 1509-1564: L’ institution de la religion chretienne = Ο θεσμός της χριστιανικής θρησκείας, 1536) ο οποίος έβλεπε τη σωτηρία του ανθρώπου μόνο από τον Θεό που όριζε τον «προορισμό» του καθενός. Ο αβάς αφήνει να υπονοηθεί ερωτική αντιζηλία με την Clémence de Bourges και τις βαφτίζει «οι δύο Σαπφώ του 16ου αιώνα»,
παρόμοιες με την Ελληνίδα ποιήτρια «από την ομορφιά του πνεύματός τους, από το ταλέντο τους να γράφουν χαριτωμένους στίχους… και από την ακόλαστη συμπεριφορά τους».[19]
Τον 19ο αιώνα η Λουίζα και το αιώνιο θηλυκό επανέρχονται στο προσκήνιο καθώς και ο θαυμασμός για τη Λυωνέζα ποιήτρια. Βγαίνει ένας τόμος που τον ανοίγει «ένας διάλογος της Σαπφώς με τη Λουίζ Λαμπέ», στις εκδόσεις Durant et Perrin. Σε αντιπαράθεση με πρωταρχικά κείμενα παρατάσσονται σημειώσεις και σημαντικές μελέτες από τον F. Cochard και, κυρίως τον C. Breghot. Αυτός ο διάλογος θέλει να δείξει την ύπαρξη μια γυναικείας λογοτεχνικής παραγωγής και διαλύει κάθε μομφή ομοφυλοφιλίας χαράσσοντας την ηθική αποκατάσταση της Λυωνέζας. Δυστυχώς όμως, στη βιογραφία της Λουίζας, ο εκδότης αισθάνεται υποχρεωμένος να αναφερθεί στις κατηγορίες εναντίον της Λουίζας στη διάρκεια τριών αιώνων.[20]
Τον 19ο
αιώνα, ο πρωτεργάτης των καταραμένων ποιητών στη Γαλλία, ο συμβολιστής Charles Baudelaire, θα αναφερθεί σε ποίημά του στην ποιήτρια από τη Μυτιλήνη, στη Σαπφώ, ως λεσβία όχι για την καταγωγή της, αλλά και για τη φύση του έρωτά της, χωρίς να παραγνωρίζει ωστόσο τον έρωτα της Σαπφώς προς τον Φάωνα :
ΛΕΣΒΟ
Λέσβο, όπου οι Φρύνες σου γλυκά σφιξίματα ανταλλάζουν
και πάντα έχει ανταπόκριση έρωτα όποιος γυρεύει ,
όπως την Πάφο, έτσι κι εσέ τ’ αστέρια σε θαυμάζουν
κι η Αφροδίτη τη Σαπφώ δίκιο έχει να ζηλεύει
…
Άσε το γέρο Πλάτωνα τα φρύδια να σουφρώνει∙
σου δίνουν τη συχώρεση τ’ αμέτρητα φιλιά σου,
ω ρήγισσα της ηδονής ευγενικιά και μόνη,
κι εκείνα σου τ’ ατέλειωτα τα χάδια τα λεπτά σου
…
Της Ψάπφας που ήταν έρωτα και ποίηση γεμάτη
κι απ’ Αφροδίτη πιο όμορφη για την πικρή χλωμάδα!
Νικήθηκε το γαλανό από το μαύρο μάτι
όπου το μαυροκύκλωσε του πόνου η φαρμακάδα
…
Της θείας Σαπφώς που πέθανε ‘πα στην τρανή οργή της
…
πρόσφερε για στερνή βορά τ’ όμορφο το κορμί της
στον εγωιστή που χτύπησε σκληρά την αθεḯα[21]
Στον εικοστό αιώνα ο Οδυσσέας Ελύτης μετέφρασε τα ποιήματά της με ένα προλογικό περιεκτικό σε ουσία και χάρη σημείωμα: «Τέτοιο πλάσμα ευαίσθητο και θαρρετό συνάμα δεν μας παρουσιάζει συχνά η ζωή. Ένα μικροκαμωμένο, βαθυμελάχρινο κορίτσι, ένα “μαυροτσούκαλο“… που ωστόσο, έδειξε ότι είναι σε θέση να υποτάξει ένα τριαντάφυλλο, να ερμηνεύσει ένα κύμα ή ένα αηδόνι και να πει “σ’ αγαπώ“ για να συγκινηθεί η υφήλιος.»[22]
Αερίων επέων άρχομαι αλλ΄ονάτων αρχινώ το τραγούδι μου μ’ αιθέρια λόγια
έγω το κάλλος επιτ{ } μέζουν∙ τι γάρ μα γι αυτό κι απαλά στ’ άκουσμα την
ηνεμ{ αί με τιμίαν επόησαν έργα Ομορφιά διακόνησα∙ τι πιο μεγάλο θα μπο
τα σφά δοίσαι μνάσεσθαί τινα φα ρούσα που μ’ αξίωσαν (οι Μούσες) τή
μι και ύστερον αμμέων δική τους δύναμη δίνοντας να λέω:
αλήθεια σε μελλούμενους καιρούς κάποιος θα βρίσκεται να με θυμάτ’ εμένα.
Η Catherine Pozzi (1882-1934) που κατέχει «τη ζοφερή λάμψη και την πυκνότητα» της Λουίζ Λαμπέ, ποιήτριας με την οποία η Ποζί ταυτιζόταν[23]
βρίσκεται στην ίδια ευθεία με την Ελληνίδα ποιήτρια.
Στον 21o πρώτο αιώνα, η σύγχρονη Γαλλίδα ποιήτρια Ingrid Auriol που έχει πολλά κοινά σημεία με την ομοεθνή της Λουίζ, θα γράψει δύο ποιήματα για τη σκοτεινή και ηδονική Σαπφώ τη Λεσβία:
ΣΑΠΦΩ Ι
Αγαπώ μια γελαστή όμορφη γυναίκα
―η χαρά πάντα θα νικά από έρωτα―
Η σάρκα της πληγωμένη από φιλιά
Πιο πολύ ακόμη την αγαπώ, αν τολμούσα…
θα ήμουν εκείνη ο προφανής της πόθος τόσο κοντά σε μένα
Για το καλύτερο ή για το χειρότερο
―ποιος ξέρει;―
Γιατί
Τίποτε δεν έπαιξε καλύτερα
Ποτέ στην άρπα μου
Απ’ την απούσα λέξη αδύνατη σκιά
με σκοτεινή μορφή ―της Σαπφώς― απόσπασμα[24]
Και η σύγχρονη Ελληνίδα ποιήτρια Τασούλα Καραγεωργίου θα ολοκληρώσει την πολύχρονη θεώρηση του έργου της Λεσβίας ποιήτριας και τον διάλογό της με την Σαπφώ :
.}.ε.{….} . {…κ}έλομαι σ’ αείδην τη Γογγύλα, Αβανθίς, σ’ ικετεύω να ψάλεις
Γο}γγύλαν {Άβ} ανθι λαβοισαν α.{ τη λύρα στα χέρια σου παίρνοντας,
πά{κτιν, ας σε δηύτε πόθος τ.{ ενώ γύρω σου πάλι ο πόθος γι αυτήν
αμφιπόταται φτερουγίζει – την όμορφη∙[25]
Και
ο}ιμεν ιππήων στρότον οι δε πέσδων Άλλοι λένε το ιππικό πως είναι πιο όμορφο
οι δε νάων φαίσ’ επ{ί} γαν μέλαι{ν} αν πάνω στη μαύρη γη, άλλοι το πεζικό
έ}μμεναι κάλλιστον, έγω δε κήν’ ό- και άλλοι τα καράβια∙ εγώ όμως λέω πιο όμορφο
τω τις έραται∙ εκείνο που αγαπάμε∙
…
Ναι, γιατί όπως το είπε ο Οβίδιος στην Επιστολή της Σαπφώς στον Φάωνα, στις Ηρωίδες του :
Δεν σε παρακαλώ να μ’ αγαπάς, αλλά να μου επιτρέψεις να σε αγαπάω!
(non ut ames oro, me sed amare sinas!) (στίχ. 96).
Κι όπως στοχάζεται και ο «μονήρης μέσα στη νύχτα του» στον Μάλτε τού Ρίλκε « ξεφυτρώνει μπροστά του η μικρή ως το άπειρο μορφή που όλοι εννοούσαν όταν λέγανε η ποιήτρια» … «Δεν απορεί που… έβλεπαν σ’ αυτήν μόνο την υπερβολή και όχι την καινούργια μονάδα του μέτρου της αγάπης και του καημού.»
«Γιατί παραγνώρισαν την αποφασιστική καρδιά που ήταν έτοιμη να επιτελέσει ολόκληρη την αγάπη ως το τέλος» (σσ. 172, 173).