Χάρτης 74 - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-74/klimakes/je-t-peri-pathois
Track#221 [repeat Track#139] / Εμμονικώς ο εμμονικός (σιγά την είδηση!) Συγγραφέας του Μυθιστορήματος, φρόντιζε, από τις 10 Ιουλίου και μετά, κάθε πρωί, στις 07:30, να φωτογραφίζει (με μια βαρύτιμη, ως προς τη συναισθηματική της αξία, Leica D-Lux 3· με την Fujifilm hybrid viewfinder exr processor x100, ιστορικής σημασίας καθόσον με αυτήν ακριβώς φωτογράφισε όλες, μα όλες τις παραστάσεις του αείμνηστου Λευτέρη Βογιατζή, ο Κώστας Ορδόλης, φίλος του Συγγραφέα του Μυθιστορήματος, ευρυτάτης μορφώσεως άνθρωπος και εξαίσιος εγλεντζές, προτού την πουλήσει, έναντι ενός συμβολικότατου μικροποσού στον εν λόγω Συγγραφέα του Μυθιστορήματος, τον Σεπτέμβριο του 2018· με την εσκεμμένα νεοαποκτηθείσα Polaroid Go Instant Camera Generation 2· και με το άθλιο κινέζικο κινητό του) ένα μπονζάι ποίημα/ετυμηγορία το οποίο, τα χαράματα της Πρωτοχρονιάς του έτους 2024, ημέρα Δευτέρα, και επιστρέφοντας με τον Συγγραφέα του Μυθιστορήματος, ύστερα από μια χαρμόσυνη εορταστική κραιπάλη στο σπίτι κάποιων φίλων, στο τότε κοινό τους ενδιαίτημα, είχε γράψει αυθορμήτως, ιδιαζόντως πιωμένη και καλοδιάθετη, πάνω σ᾽ ένα φθαρμένο χαρτί κολλημένο σε μια κολώνα της οδού Σπετσών, ανάμεσα στην οδό Λευκάδος και την οδό Ύδρας, με γράμματα κεφαλαία, η Κρυφή Ηρωίδα του Μυθιστορήματος, γνωστή και ως μεταμοντέρνα Βεατρίκη, αλλά και ως προσώρας Μαρία· ο Συγγραφέας του Μυθιστορήματος φρόντιζε εν συνεχεία, και εξίσου εμμονικώς, να επεξεργάζεται εικαστικώς την εκάστοτε καθημερινή, σχεδόν εωθινή φωτογραφία, και να την επικολλεί σε μία σελίδα του συλλεκτικού λευκού τετραδίου Pascal Monvoisin, που του είχε δωρίσει, την Τετάρτη 10 Απριλίου του έτους 2024, ο επί τέσσερις δεκαετίες φίλος, frenemy, και κατά περιόδους συνομιλητής του Μάνος Γιαννόπουλος.
Track#222 / ΑΝ ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ / Σ’ ΕΡΩΤΕΥΤΗΚΑ / ΔΕ ΦΤΑΙΣ ΕΣΥ / ΦΤΑΙΕΙ Η ΝΥΧΤΑ / ΚΑΛ / 0.1.24
Track#223 / … και για εβδομάδες ολόκληρες όταν, ύστερα από έναν καβγά που δεν κατάφεραν να υπερβούν όσο τους άλλους, Εκείνη δεν έστεργε να επισκέπτεται το γραφειόσπιτο εκείνου και είχε πεισματικά οχυρωθεί στο υπέροχο ιγκλού της, εκείνος άλλο δεν έκανε από το να παίζει ξανά και ξανά το φιλμ των ημερών και των νυχτών τους στην οθόνη του μυαλού του, να φλασάρει και να φερμάρει μέσα σε μια μοναξιά που ξαφνικά έμοιαζε αχανής και μαύρη, να πασχίζει να πείθει τον εαυτό του ότι, ούτως ή άλλως, έζησε αγκαλιά με το Απόλυτο, και να συνεχίζει εκείνη τη λυτρωτική συνομιλία που είχαν στήσει οι δυο τους στο μπαλκόνι της ευτυχίας, να εξακολουθεί να συναρμολογεί, μόνος του, το Βιβλίο τους, εμβυθισμένος στη χοάνη της αναμονής, ελπίζοντας με κάθε του κύτταρο ότι η κουφή ρουλέτα θα γίνει πάλι πόκερ της σαγήνης, ότι η σχάση θα ξαναγίνει σχέση, ότι Εκείνη θα πεισμώσει ενάντια στο πείσμα της και θα λειάνει τις αιχμές της, ότι θα ξημερώσει και πάλι θεσπέσια στη Κυψέλη, όπως ξημέρωνε θεσπέσια όταν Εκείνη χαμογελούσε βγαίνοντας από το ενύπνιό της κι εκείνος έλιωνε από το χαμόγελό της και έπιαναν να μιλάνε, με την τσίμπλα στο μάτι, για όσα είχαν κάνει την περασμένη μέρα, για τα όσα θα κάνουν σήμερα.
Track#224 / “the darkness was full of vibrations” / Lunar Caustic (76)
Track#225 / Il y a des auteurs originaux dont la moindre hardiesse révolte parce qu'ils n'ont pas d'abord flatté les goûts du public et ne lui ont pas servi les lieux communs auxquels il est habitué / Marcel Proust, À la recherche du temps perdu I, εκδ. Pléiade, σ. 262]
Track#226 / Ο Αύγουστος γίνεται Σεπτέμβριος, και το σύννεφο φέρνει βροχή. Και η βροχή φέρνει τη φράση του Vladimir Nabokov (από επιστολή στη Véra) ῾῾Do not be angry with the rain; it simply does not know how to fall upwards᾽᾽ και μετά φέρνει το ποίημα του Μάριου Μαρκίδη (καθένας με την ομπρέλα του/ αλλά εγώ δεν μπορώ χωρίς τη βροχή σου) και μετά φέρνει τα τραγούδια του Leonard Cohen και μετά φέρνει το Hallelujah του Cave και μετά φέρνει σαράντα σελίδες από το On the Road. Το Μυθιστόρημα είναι η Βροχή — είχε γράψει ο Συγγραφέας του Μυθιστορήματος έτη οχτώ προτού αναπάντεχα το βλέμμα του συναντηθεί με το βλέμμα της μεταμοντέρνας Βεατρίκης, προτού περάσει μαζί της κάμποσες νύχτες στο μπαλκονάκι του διαβάζοντας, τρώγοντας πράσινα μήλα και κόκκινα αχλάδια, και ακούγοντας τη μελωδία μιας ηδείας βροχής μέχρι το χάραμα.
Track#227 / The pain is stronger than ever. I've seen bits of lost Paradises and I know I'll be hopelessly trying to return, even if it hurts. The deeper I swing into the regions of nothingness, the further I'm thrown back into myself, each time more and more frightening depths below me, until my very being becomes dizzy. There are brief glimpses of clear sky, like falling out of a tree, so I have some idea where I am going, but there is still too much clarity and straight order of things, I am getting always the same number somehow. So I vomit out broken bits of words and syntaxes of the countries I've passed through, broken limbs, slaughtered houses, geographies. My heart is poisoned, my brain left in shreds of horror and sadness. I've never let you down, world, but you did lousy things to me. This feeling of going nowhere, of being stuck, the feeling of Dante's first strophe, as if afraid of the next step, next stage. As long as I don't sum up myself, stay on the surface, I don't have to move forwards, I don't have to make painful and terrible decisions, choices, where to go and how. Because deeper there are terrible decisions to make, terrible steps to take. It's at forty that we die, those who did not die at twenty. It is at forty that we betray ourselves, our bodies, our souls, by either staying on the surface or by going further but through the easiest decisions, retarding, throwing our souls back by thousands of incarnations. But I have come close to the end now, it's the question will I make it or will I not. My life has become too painful and I keep asking myself, what I am doing to get out of where I am, what am I doing with my life. It took me long to realize that it's love that distinguishes man from stones, trees, rain, and that we can lose our love and that love grows through loving. Yes, I've been so completely lost, so truly lost. There were times I wanted to change the world, I wanted to take a gun and shoot my way through the Western Civilization. Now I want to leave others alone, they have their terrible fates to go. Now I want to shoot my own way through myself, into the thick night of myself. Thus I change my course, going inwards. Thus I am jumping into my own darkness. There must be something, somehow, I feel, very soon, something that should give me some sign to move one or another direction. I must be very open and watchful now, completely open. I know it's coming. I am walking like a somnambulist waiting for a secret signal, ready to go one or another way, listening into this huge white silence for the weakest sign or call. And I sit here alone and far from you. And it's night and I'm reflecting on everything all around me, and I am thinking of you. I saw it in your eyes, in your love, you too are swinging towards the depths of your own being in longer and longer circles. I saw happiness and pain in your eyesand reflections of the Paradises lost and regained and lost again, that terrible loneliness and happiness. Yes, and I reflect upon this and I think about you, like two lonely space pilots in outer cold space, as I sit here this late night alone and I think about all this. [Jonas Mekas /As I Was Moving Ahead Ocassionally I Saw Brief Glimpses of Beauty (2000)]
Track#228 / Αν σας σφίγγεται η καρδιά διαβάζοντας αυτές τις σελίδες προβλέψιμης τρέλας, απρόβλεπτης αγάπης ή συνηθισμένου ηρωισμού, να ξέρετε ότι η πλήρης αλήθεια θα σας έκοβε πιθανότατα την ανάσα, ή θα σας προκαλούσε ευφορία. Σε τούτο το βιβλίο, η αλήθεια είναι κατακερματισμένη, ημιτελής, ανολοκλήρωτη, τόσο στο χρόνο όσο και στο χώρο […] στο μεταξύ σας υπόσχομαι, σε όσα ακολουθούν, μια κάποια τάξη στις συγκινήσεις και μια αναπόφευκτη αταξία στα συναισθήματα. [Kim Thúi, εμ, μτφρ. Λίζυ Τσιριμώκου, εκδ. Άγρα, σ. 11]
Track#229 / Υπάρχουν πρωτότυποι συγγραφείς που και το παραμικρό τους τόλμημα εξοργίζει, γιατί δεν δέχτηκαν πρώτα ν᾽ ανταποκριθούν στα γούστα του κοινού και γιατί δεν δέχτηκαν να του προσφέρουν τις κοινοτοπίες πού ᾽χε συνηθίσει / [Από τη μεριά του Σουάν, μτφρ. Παύλος Ζάννας, εκδ. Εστία, σ. 234]
Track#230 / Ιδρυτική Συνθήκη της Συγγραφής του Μυθιστορήματος, 11: Ήταν κι εκείνος ο γ@μημένος ανεκπλήρωτος έρωτας που εκπληρώθηκε, γαμώ το σπίτι μου, προτού καν προλάβει να οριστεί ως έρωτας.
Track#231 / Ο Έγελος μιλούσε για τον Δόλο του Λόγου· εν προκειμένω, πρόκειται για ένα αρνητικό χρίσμα του χρόνου, για μιαν ανεστραμμένη χρονικότητα (οφειλόμενη, εντούτοις, όχι τόσο στην περιβόητη —ίσως και διαβόητη— ψυχική ιδιοσυστασία του Συγγραφέα του Μυθιστορήματος, όσο στις γ@μημένες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, στην επαίσχυντη τάση πρώτα να γ@μιούνται οι δύσμοιροι σύγχρονοι (μη)πολίτες και εν συνεχεία να συστήνονται, ανήμποροι πλέον να ερωτοτροπούν, να κορτάρουν, να φλερτάτουν, να φλανάρουν στους σαγηνευτικούς μαιάνδρους του χρόνου, παραμένοντας έτσι αδαείς ως προς τα μυστήρια του έρωτα, του πρίγκιπα και αφέντη της χρονικότητας (μπορούμε κάλλιστα να είμαστε βέβαιοι, διατεινόταν ο Συγγραφέας του Μυθιστορήματος, ότι έρως ίσον χρόνος και ο χρόνος ίσον έρως).
Track#232 / Im Lauf der Zeit ist ein Roadmovie von Wim Wenders aus dem Jahre 1976. Der knapp dreistündige Schwarzweißfilm ist nach Alice in den Städten (1974) und Falsche Bewegung (1975) der dritte Teil der Spielfilm-Trilogie “Road Movie”.
Track#233 / Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι ο Συγγραφέας του Μυθιστορήματος, μελετώντας για νιοστή φορά, το έργο Panégyrique (Éditions Gérard Lebovici, Παρίσι, 28 Ιουλίου 1989) υπογράμμισε σαράντα δύο φορές τη λέξη temps και σύνθετες λέξεις που την εμπεριέχουν.
Track#234 / “Le temps trompeur nous dissimule ses traces, mais il passe, rapide’’, dit le poète Li Po, qui ajoute : “ Vous gardez peut-être encore le caractère gai de la jeunesse – mais vos cheveux sont déjà tout blancs ; et à quoi bon vous plaindre ?” Je ne pense à me plaindre de rien, et certainement pas de la manière dont j’ai pu vivre.
Track#235 / Ο Έρως είναι ο Μέγας Λογοκλόπος
Track#236 / Αφετηρία της δημιουργικής δραστηριότητας της νέας τέχνης είναι η λογοκλοπή [Μου φαίνεται τώρα ότι δίνω υπερβολική σημασία στη λογοκλοπή. Η διατύπωση επίσης ηχεί λίαν δραματική. Πιθανότατα υπήρξα ιδιαίτερα ενθουσιώδης με την ελευθερία που προσφάτως απέκτησα, να χρησιμοποιώ κείμενα άλλων] / Ulises Carrión, Η νέα τέχνη να φτιάχνεις βιβλία (μτφρ. Κύριλλος Σαρρής, εκδ. Ύψιλον/βιβλία, σ. 28 & 29) / 1975
Track#237 / Οι ιδέες βελτιώνονται. Η έννοια των λέξεων συμμετέχει σ᾽ αυτή τη βελτίωση. Η λογοκλοπή είναι αναγκαία. Η πρόοδος την επιβάλλει. Ακολουθεί από κοντά τη φράση ενός συγγραφέα, χρησιμοποιεί τις εκφράσεις του, σβήνει μια λαθεμένη ιδέα, την αντικαθιστά με τη σωστή [Guy Debord, Η κοινωνία του θεάματος, μτφρ. ΓΙΜ, εκδ. Μεταίχμιο, σ. 180] / 1967.
Track#238 / Οι ιδέες βελτιώνονται. Η έννοια των λέξεων συμμετέχει σ᾽ αυτή τη βελτίωση. Η λογοκλοπή είναι αναγκαία. Η πρόοδος την επιβάλλει. Ακολουθεί από κοντά τη φράση ενός συγγραφέα, χρησιμοποιεί τις εκφράσεις του, σβήνει μια λαθεμένη ιδέα, την αντικαθιστά με τη σωστή. [Isidore Ducasse, Ποιήματα Ι, ΙΙ, μτφρ. Γιάννης Δ. Ιωαννίδης, εκδ. Ύψιλον/βιβλία, σ. 41] / 1870.
Track#239 / Παρακαλώ; Είπατε τίποτα;
Track#240 / Στη γένεση του έρωτα υπάρχει ένας κανόνας αδιανόητος στην καθημερινή ζωή — το χτες παύει να μετρά
Track#241 / Έλεγαν ότι είναι Οπαδοί της Λήθης
Track#242 / Εμμονικοί της Εφηβείας, έλεγαν επίσης.
Track#243 / Lovers Left Alone, μου λέει· Only Lovers Left Alive, Της λέω. Η Εφηβεία δεν είναι μνήμη, δεν είναι χρονική ατασθαλία, δεν είναι φέξε μου και γλίστρησα, καμία επιπολαιότης δεν είναι η Εφηβεία, όχι. Η Εφηβεία είναι επάγγελμα, είναι καθιέρωση, θέσπιση είναι, προσήλωση. Η Εφηβεία είναι Immanuel Kant, η πιο σέξι κατηγορική προσταγή, το έλα-να-δεις της ιδιοφυίας.
Track#244/ Η Εφηβεία είναι: Της ανάβω το τσιγάρο στο Μπούρτζι και στις Αλυκές με τον αιώνιο Zippo, είναι η Εφηβεία το να μου χαμογελάει ώς τ᾽ άστρα καθώς μου γεμίζει το ποτήρι· το να παίζουμε σκάκι στα Κατώφλια τ᾽ Ουρανού η Εφηβεία είναι· και το ότι (γεια σου, Boris Vian!) τους κακομούτσουνους τους έχουμε ήδη καθαρίσει.
Track#245/ Ό,τι δεν μας αγγίζει ευλαβικά με γάντια λευκά, μεταξωτά, το στέλνουμε παρευθύς στης Λήθης τις λιμνούλες· ό,τι δεν σέβεται την ασύστολη αποκοτιά μας, είναι για των σκουπιδιών τον κάδο.
Track#246/ Χαμένος από χέρι είναι όποιος δεν χόρεψε στη Sanitarium το “Time in a Bottle’’ και δεν έγραψε με Parker Jotter ποιήματα σε χαρτοπετσέτες στη Μινέρβα. Αυτός που δεν έχει συνοδεύσει μετά το φλερτ μια κοπέλα ώς το σπίτι της, αδιάβαστος έχει πάει.
Track#247/ Προτού καν κλείσει τα 20, συγκεκριμένα τον Σεπτέμβριο του 1978, ο (γεννημένος στις 10 Απριλίου του 1960) Συγγραφέας του Μυθιστορήματος, μυήθηκε —οἰκείᾳ βουλήσει, και έχων σώας τας φρένας (καίτοι κατά τι οινοβαρής, αλλά επ᾽ ουδενί σκνίπα, σε καμία περίπτωση σταφίδα, ουδαμώς ντίρλα)— ναι, μυήθηκε από μόνος του στις ανατρεπτικές ιδέες & δραστηριότητες της Λεττριστικής Διεθνούς (Internationale Lettriste) και της Καταστασιακής Διεθνούς [Internationale Situationniste], κάτι το οποίο, ασφαλώς, είχε ολέθριες (για άλλους, για κάποιους συγγενείς, για κάμποσους φίλους) επιπτώσεις, καθώς ο (αυτο)μυημένος οδηγήθηκε, με όλο του το ευφρόσυνο κέφι, σε έναν τρόπο σκέψης και, κυρίως σε έναν τρόπο ζωής, σαμποτάροντας (επίσης οἰκείᾳ βουλήσει, και τα λοιπά) κάθε δυνατότητα και προοπτική επιτυχίας σε ένα κοινωνικό σύμπαν που ολοένα και περισσότερο, ο Συγγραφέας του Μυθιστορήματος, απέρριπτε μετά βδελυγμίας, όντας επίσης ολοένα και περισσότερο ένας νοερός φίλος και compañero του ιδρυτή και leader της Καταστασιακής Διεθνούς, ήγουν του ξακουστού Guy Debord (28.12.1931 - 30.11.1994), τον βίο και έργο του οποίου εξακολουθεί έως σήμερα (Σάββατο, 16 Νοεμβρίου 2024) να σκαλίζει και να μελετά (ενίοτε μάλιστα και να μιμείται δημιουργικά), όπως επίσης και ορισμένων εφήμερων συνοδοιπόρων του, ιδίως του Asger Jorn (03.03.1914 - 01.05.1973), της Michèle Bernstein (28 Απριλίου 1932), του Gianfranco Sanguinetti (16 Ιουλίου 1948), και του λαμπρού, τεταραγμένου, ιδιοφυούς Alexander Whitelaw Robertson Trocchi (30 Ιουλίου 1925 – 15 Απριλίου1984), που είχε τη μοναδική τιμή να συμμετάσχει τόσο στη Λεττριστική και Καταστασιακή Διεθνή όσο και στο ρεύμα/κίνημα της Beat Generation.
Track#248 / Ιδρυτική Συνθήκη της Συγγραφής του Μυθιστορήματος, 12: I have luck / Brave women / and good companions [Alexander Trocchi, Man at Leisure, εκδ. Calder & Boyars, σ. 59].
Track#249 / … το καθήκον, die Pflicht, είναι, αν μη τι άλλο, σέξι, πολύ σέξι, ανυπέρβλητα και καυτά και καυλωτικά σέξι, ότι η μεθοδική / συστηματική / στρατηγική / σκακιστική άσκηση του καθήκοντος, ιδίως αυτού της προσήλωσης / δέσμευσης / αφοσίωσης, βάζει φωτιά στις ερωτογόνες ζώνες, αχ ναι!, το καθήκον είναι το αντιναπάλμ στις ζούγκλες του ένδοξου ερωτισμού, ενός ερωτισμού που γίνεται ο minimum κομμουνισμός, ενός ερωτισμού που μαίνεται ακάθεκτος, απρόσκοπτος, ανεμπόδιστος από τις ματσαράγκες ενός άσφαιρου πλέουν, μουνουχισμένου εγωτισμού, ενός εγωτισμού των πληβείων, ενός εγωτισμού των πυγμαίων χίπστερ του κώλου, κι έτσι —γκαραντί! διαπιστωμένο στο κρεβάτι, αλλά και στον διάδρομο προς το υπνοδωμάτιο, στης κουζίνας το μωσαϊκό, μα και στο παρκέ του καθιστικού, ακόμα και σε κάποιους δημόσιους χώρους (ωωωω, πώς κοκκινίζω!, ωωωω πώς ερυθριούν οι παρειές μου, ντάρλινγκ!)— τα κορμιά τους πυρπολούνταν, κάθε κυτταράκι κούτσικο γινόταν εμπρηστική ερωτική φωλεά, και η Νομενκλατούρα του Πάθους θριάμβευε, τα κομάντα του αισθησιασμού (τύφλα νάχει ο Bataille!) χαλούσαν κόσμο με αλλεπάλληλα σαμποτάζ ενάντια στην αμβλύνοια των συμβάσεων και στις συμβάσεις της αμβλύνοιας, η καταδρομική ηδονή στεγνά γαμούσε την οδύνη, στον αγύριστο το όνειδος έστελνε, τα βλέμματα γίνονταν παρτούζες των δύο στα κατώφλια τ᾽ ουρανού, ιμέρου ημέρες, και νύχτες, γίνονταν τα κλάσματα των δευτερολέπτων, και η κλινοπάλη χόρευε (όσο συχνά το επέτρεπαν οι συνθήκες, επί εικοσιτετραώρου βάσεως) καζατσόκ με την άδολη, αμέριστη, άσπιλη, και με Άλφα Κεφαλαίο ΑΓΑΠΗ, ενώ το τσέλο, όπως και το Αληθές, γινόταν απνευστί το Όλον — Das Wahre ist das Ganze, άλλωστε·
Track#250 / Ορίστε; Είπατε κάτι για τον Pierre Menard;
Track#251 / «Εύα… Το παρελθόν σου ξεκινάει πολύ πριν απ᾽ αυτόν τον πόλεμο, έτσι δεν είναι;» [Arturo Pérez-Reverte, Φαλκό, μτφρ. Τιτίνα Σπερελάκη, εκδ. Πατάκη, σ. 234]