Χάρτης 74 - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-74/afierwma/i-omikhli-i-omikhli
τὰ εἴδη τῶν ἰχθύων σκιᾶς μᾶλλον ἢ ἰχθῦς εἰκάσεις
ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, 10:28
Αντήχησε καθρέφτη, αντήχησε αστεροδροσιά, καταλάγιασε
αφού πια
τίποτε δεν διαρκεί. Απλά να νιώθεις ασφαλής έτσι! Ξάπλωσε
ανέμελα και αφέσου στον λωτοΰπνο, με την κοιλιά γυμνή, αψιδωμένη προς το αστρόσπαρτο στερέωμα. Εκεί κάτω στην πλαγιά
προς το ποτάμι, την ομίχλη. Άνοιξε τα γόνατα. Ναι, έτσι! Άσε μετά το ποτάμι
αυτό που τα ψάρια του μοιάζουν πιο πολύ με σκιές
παρά με ψάρια, άσε τα κύματά του να σε
καταβρέξουν, να σε διαπεράσουν. Ξεχνώντας, αφήνοντας ίσως μια λάμψη στα κύματα τής λήθης, αφήνοντας πρόσωπα, αγγίγματα, αφήνοντας επίσης τις μνήμες από
γλώσσες, χείλη, να φουντώνουν και να κατακαίγονται. Ναι, να χάνονται στην ομίχλη. Μετά αφέσου
μόνο σε διαλυτική χαλάρωση. Αφέσου!
Στην ομίχλη, στο ηχόχρωμα, στο πλήθος
των σκιών που τα ορθάνοιχτα στόματά τους κατά τύχη καλή
τραγουδούν όλα τα τραγούδια που διαλύουν και σκορπούν. Δεν είναι έτσι;
Όχι, σίγουρα δεν πιστεύεις ότι μετά ο ήλιος θα λάμψει στην άλλη πλευρά των στροβίλων τού χείμαρρου; Όχι. Καθόλου! Ξέχνα λοιπόν, σβήσε τη διαύγεια του καθρέφτη. Άσε την ομίχλη αυτή να γεμίσει τις αισθήσεις και τη μνήμη σου. Να καταλαγιάσει,
σαν
απόηχος, ήχος άφωνος. Ναι, στη λωτοσκεπή όχθη. Να ξαπλώσεις μόνο, να αδειάσεις. Ναι, να βγεις από τον εαυτό σου όπως βγαίνει το ψάρι από τη σκιά του, όπως βγαίνει και το βλέμμα από ένα μικρό μάτι,
άσε τον ύπνο στους λωτούς ήσυχο, εξαλειπτικό. Κοιμήσου τώρα, νυσταγμένο μου μουτράκι, ποτέ πια μη ξυπνάς μικρό μου, μην αφυπνίζεις, μη ζεις. Κοιμήσου
τώρα
πλασματάκι μου. Αυτά γράφει η Σαπφώ
να πεθάνω ποθώ
να δω του Αχέροντα τις δροσερές λωτοσκεπείς όχθες
αυτά λέει η Σαπφώ και τα ψάρια στην ομίχλη που μοιάζουν πιο πολύ με σκιές όπως κολυμπούν σαν μικρές σαΐτες και μπαινοβγαίνουν στο
όχι, δεν είναι στο στημόνι. Είναι στο τίποτε μήπως;
Είναι στο κανείς-δεν-σε-βλέπει όταν αφήνεις ό,τι αφήνεις και
βγαίνεις από την ομίχλη
μέσα σε μια εντελώς εξωπραγματική, ναι
κατάμαυρη λιακάδα από όλους τους ήλιους που κατάπιε η ομίχλη. Κατάπιε; Ναι, σαν κάτι που δεν ξέρω τι είναι, δεν έχω ιδέα, τώρα
θα σε καταπιεί και θα φτύσει κάτι άλλο, όπως φτύνει κανείς ένα ψαροκόκαλο ένα καλοκαιρινό πρωινό σε κείνο το καφενείο στο λιμάνι, αν θυμάσαι, που
σερβίρει ψητό φρέσκο ψάρι, ενώ
η ακατανόητα μεγάλη πόλη ξυπνά αργά γεμάτη υποσχέσεις