Χάρτης 74 - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-74/pyxides/makao-i-pyli-tis-selinis
Η ποίηση κάνει ενσυνείδητα αυτό που οι φυλές των πρωτόγονων έκαναν ασύνειδα
Έρνεστ Φενολόζα, Ο κινέζικος γραπτός χαρακτήρας ως μέσον για την ποίηση
Η Θεά των ψαράδων, η Α – μα, έδωσε το όνομά της στο Μακάο. Έδειξε ένα πρωί στους έκθαμβους πιστούς της την πλαγιά ενός λόφου, λέγοντάς τους ότι εκεί θα ήθελε να της χτίσουν ένα ναό. Εννοείται ότι την υπάκουσαν αμέσως. Το αφιέρωμά τους, ένα ισορροπημένο σύμπλεγμα τριών κτισμάτων, αποτελεί έως σήμερα ένα από τα αξιοθέατα της περιοχής. Άλλος θρύλος, που μας έρχεται από τα χρόνια της δυναστείας των Μινγκ (1368 – 1644) αναφέρεται σ’ ένα κορίτσι, που παράκουσε τον πάμπλουτο, αυταρχικό πατέρα του κι έφυγε κρυφά με ένα καρυδότσουφλο από μια παράκτια πόλη της νοτιοανατολικής Κίνας, το Φουτζιάν, για να πάει στην Καντώνα. Όλα τα πλοία και πλοιάρια που ταξίδευαν σε εκείνες τις θάλασσες την ίδια ακριβώς περίοδο βούλιαξαν, εκτός από το δικό τoυ, που έφτασε αισίως στο Μακάο, εκατόν σαράντα πέντε μίλια μακριά από τον αρχικό προορισμό της. Το κορίτσι όμως δεν βρέθηκε πουθενά. Το έψαξαν για καιρό μάταια. Το ξαναείδαν όμως αργότερα να κατεβαίνει από τον ουρανό. Ήταν η ίδια η Θεά που τους έδειχνε την συγκεκριμένη τοποθεσία του μελλοντικού της ιερού.
Οι Πορτογάλοι, όταν πρωτοέφθασαν εδώ, άρχισαν να μιλούν για τον κόλπο της Α – μα, τον γνωστό ήδη με το καντονέζικο όνομά του Α – μα γκάο. Λίγες δεκαετίες μετά, συγκεκριμένα το 1586, δοκίμασαν να εκχριστιανίσουν, στο μέτρο του δυνατού, την αποικία τους, βαφτίζοντάς την επίσημα με την μάλλον σχοινοτενή περίφραση Πόλη κτισμένη στο όνομα του Θεού στην Κίνα. Ήταν πια πολύ αργά. Το τοπωνύμιο Α – μα γκάο ή επί το απλούστερον Μακάο είχε επιβληθεί στις συνειδήσεις των κατοίκων του, αλλά και σε όλους εκείνους με τους οποίους έρχονταν από χρόνια σε τακτική επαφή.
Το ανηφορικό μονοπάτι με τα δασύφυλλα αινίγματα με οδηγεί στα ενδότερα του προσκυνήματος. Αφήνω πίσω μου τις συστάδες των μπαμπού και των μπάνιαν. Σταματώ για λίγο μπροστά στους μικροσκοπικούς, δορυφορικούς βωμούς, στους ιερούς λίθους που είναι σπαρμένοι στο φως μιας υπερβατικής γνώσης, στα υπόλοιπα μνημόνια της ακλόνητης προσήλωσης των ντόπιων στη Θεά των νερών: παντού ανεξάλειπτα σημάδια δικαιολογημένου φόβου. Στην άκρη του τοπίου η θάλασσα φλέγεται στο απομεσήμερο του Αυγούστου. «Τo καθαρό φαίνεσθαι είναι μια φωτιά που καίει», τα λόγια του Βούδα γεννιούνται στο βάθος των πραγμάτων που εξαγνίζονται.
H επιβλητική αψίδα λίγο πιο πάνω με προετοιμάζει για την συνάντησή μου με την προστάτιδα του Μακάο. Δεν πρόκειται για την απόκοσμη ουσία των μυστικιστών, ούτε για το απρόσιτο βίωμα των δικών μας αγίων. Η Α – μα μνημειώνει εδώ ένα είδος προσήνειας, ένα πλέγμα οικειότητας του θείου. Έτσι τουλάχιστον με βεβαιώνει η τιθασευμένη όψη του περιβάλλοντος. Tο πέρασμά μου στην κύρια εστία της λατρείας είναι υπόθεση λίγων λεπτών. Στο μεταξύ, με τη βοήθεια του ξεναγού και της Λι Μανγκ, έχω βαλθεί να αντιγράψω, μεταφράζοντάς τα πρόχειρα στα αγγλικά, όλα τα ευδιάκριτα μηνύματα, που είναι χαραγμένα στις πέτρες των προσευχών.
Στο προαύλιο του κύριου ναού μας υποδέχεται αμέσως το χαρούμενο καραβάκι της Θεάς. Απεικονίζεται με ζωηρά κίτρινα, καφετιά και γαλάζια χρώματα πάνω σ΄ ένα χορταριασμένο βράχο. Τα τέσσερα ιδεογράμματα στη σημαία του δηλώνουν κατά λέξη, «διασχίζοντας το νερό με ασφάλεια». Αντιλαμβάνομαι ότι το σκηνικό ομολογεί μια περίσσεια τάματος, μια υπερβολή μυστικών. Αναδεικνύοντας διακριτικά την μεταφυσική του υπόσταση, ο χώρος μάλλον με θέλει συνεργό, ανενδοίαστο κοινωνό του χρόνου του.
Στη δροσερή σκιά της ανηφόρας, αρκετά ψηλότερα, ξεχωρίζει ένα στρογγυλό, οβάλ μάλλον, κατακόκκινο πέρασμα. Η κομψότητα του μπορεί να συγκριθεί άνετα με ένα τετράστιχο του Λι Τάι Πο. Πρόκειται για τη λεγόμενη Πύλη της Σελήνης. Στο αέτωμά της οι εννέα, εμφανώς προστατευτικοί δράκοι, επιμένουν να διατηρούν ακέραιη την αίγλη της ουράνιας καταγωγής τους. Η εκδοχή του υπερκόσμιου εγκιβωτίζεται με απόλυτη φυσικότητα σε μια καλοσχεδιασμένη αρχιτεκτονική παράσταση. Αυτοπεριοριζόμενο σκόπιμα σ΄ αυτή την ομάδα των καλοκάγαθων, εξαιρετικά ευκίνητων όντων του λαϊκού φρονήματος, το μεταφυσικό στοιχείο μετατρέπεται βαθμιαία σε δομικό θυρεό παρηγορίας. Η Πύλη της Σελήνης υπενθυμίζει δηλαδή την γενικότερη, αδιάλειπτη πάντως, εξάρτηση ολόκληρης της υποσελήνιας επικράτειας από το ζωτικό όνειρο.
Η κυρίαρχη επιγραφή δίπλα μου αποδίδεται στη γλώσσα μας ως «το πέρασμα στη φώτιση». Αρκετά μέτρα πιο πάνω αποδελτιώνω ένα ξόρκι για την αντιμετώπιση της κακής τύχης, που ανήκει στην συναφή, πλούσια παρακαταθήκη του Ταό. Χαραγμένο κι αυτό στην λεία επιφάνεια ενός επιβλητικού λιθαριού, αντανακλά την σιγουριά μιας παντοδύναμης Δόξας. Κατανοώ μάλιστα ότι από μια άλλη σκοπιά και τα δύο μηνύματα προσημαίνουν εμμέσως την αειθαλή, αέναη συνύπαρξη του Καλού και του Κακού και σ’ αυτή τη μικρή γεωγραφική παρένθεση. Μια ακόμη αναγκαία αντικειμενικοποίηση της φρόνησης των ψαράδων.
Έχουμε φτάσει πια στον τρίτο και τελευταίο, ελαφρώς παραμελημένο ναΐσκο του συγκροτήματος. «Μέσα από αναμνήσεις και παραβολές εξυφαίνεται η ζωή μας »,παρατηρεί κάποια στιγμή ο ξεναγός. Σα να διερμηνεύει τις ποιότητες του απογεύματος που θέλει να αποσυρθεί κι όχι τις προοπτικές της χωροταξικής εμπέδωσης που απλώνεται μπροστά μας. Στρέφω το βλέμμα μου προς την αντίθετη κατεύθυνση, επιστρέφοντας νοερά στην αρχή της παράστασης. H θάλασσα, καθώς προβάλλει μέσα από την Πύλη της Σελήνης, μεταμορφώνεται γρήγορα σε μια απέραντη επιφάνεια πανάκριβης πορσελάνης. Αδυνατώ να προσδιορίσω με ακρίβεια τους χρωματισμούς, να βρω αντιστοιχίες κι ανταποκρίσεις. Θα τους αδικούσα, είμαι σίγουρος, με τα λεκτικά στερεότυπα που μας δανείζουν οι ευρωπαϊκές γλώσσες σε ανάλογες περιστάσεις. Προαισθάνομαι όμως ότι σε λίγο, προτού δύσει ο ήλιος, θα την ρυτιδώσουν τα πρώτα καλλιγραφήματα. Όλες εκείνες οι ανταύγειες και οι πορφυρές κηλίδες μιας θαυμάσια επινοημένης Πρόνοιας.
Όσο για το μουρμουρητό των φυλλωμάτων δίπλα μας, που όσο περνάει η ώρα γίνεται εντονότερο, είναι ασφαλώς η φωνή της ίδιας της Α – μα, που απομνημονεύει ονόματα και πρόσωπα των επισκεπτών. Μια αδιαφιλονίκητη παρουσία. Μια φωνή που σου λέει, που βιάζεται να σε πείσει, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς, ότι η δύναμη της προσευχής θα ακυρώνει πάντα τα κύματα λίγο προτού πνίξουν στ΄ ανοικτά τους ναυτικούς.
Η μέρα φαίνεται να υποχωρεί. Όλα υπαινίσσονται από την αρχή νέες εφαρμογές, νέες χρήσεις των παλαιών συμβόλων. Η προφάνεια είναι καλοδεχούμενη: η περιουσία αυτής της τοποθεσίας, η απώτερη ωραιότητα της εμπροσθοφυλακής του Μακάο είναι ασφαλώς οι ψίθυροί της. Η αίσθηση, το ομίλημα της στιγμής. H συνάρτηση του γαιώδους με τα ζητήματα της φαντασίας αν και παραμένει ανεξιχνίαστη, υποβάλλει αλήθειες.
Τα περιγράμματα των αρχαίων όγκων έχουν αρχίσει να ελευθερώνουν κι άλλα νοήματα. Επισημαίνουν τον μύθο και την πραγματικότητα ενός διαρκώς ζωντανού παρελθόντος με την βεβαιότητα και την άνεση που έχει ένα πουλί καθώς πετάει για τη φωλιά του.