Χάρτης 74 - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-74/biblia/i-mithoplastiki-anaskafi-enos-fasmatikoy-topoi
Για να ξεκλειδώσω τη σπονδυλωτή συλλογή διηγημάτων Ντόμινο της Έλενας Μαρούτσου χρειάστηκα δύο κλειδιά: το ένα το βρήκα στο ποιητικό ντοκιμαντέρ Ζάκρος του Φίλιππου Κουτσαφτή· το άλλο μέσα σε ένα σκάμμα που άνοιξε o ΟΤΕ στο πεζοδρόμιο έξω από το σπίτι μου. Ακολουθούν λίγα λόγια για καθέναν από αυτούς τους δύο τόπους ευρέσεως.
Μετά το αξεπέραστο ντοκιμαντέρ Αγέλαστος πέτρα
και, εν συνεχεία, το Αρκαδία χαίρε, ο Κουτσαφτής στο Ζάκρος επικεντρώνεται σε έναν αρχαιολογικό χώρο, τη μινωική πόλη στην κάτω Ζάκρο της Κρήτης, ακολουθώντας τις ανασκαφές του σημαντικού αρχαιολόγου Νικολάου Πλάτωνα και αναδεικνύοντας τα ευρήματα της περιοχής. Ο σκηνοθέτης δεν εστιάζει την προσοχή του στο σημαντικό μινωικό ανάκτορο που αποκαλύφθηκε (το τέταρτο σε μέγεθος του μινωικού πολιτισμού μετά από εκείνα της Κνωσού, της Φαιστού και των Μαλίων), αλλά στα ταπεινά μικρά πήλινα κύπελλα με τα οποία οι Μινωίτες έπιναν το νερό ή τη ρακή τους. Αυτά τα κύπελλα βρέθηκαν σε πολύ μεγάλους αριθμούς, πάνω από ένα εκατομμύριο, τα περισσότερα ακέραια, αποθηκευμένα το ένα μέσα στο άλλο, θαμμένα εκεί για τρεισήμισι χιλιάδες χρόνια. Υπήρχαν παντού, από τα ανάκτορα μέχρι τα πιο ταπεινά αγροτόσπιτα. Δεν είναι γνωστό πώς τα έλεγαν στην εποχή τους˙ οι αρχαιολόγοι τούς έδωσαν την επιστημονική ονομασία «άωτα κωνικά κύπελα» ενώ ο απλός κόσμος στην περιοχή της Φαιστού τα λέει «σκουτελάκια».
Το σκάμμα επί του πεζοδρομίου έξω από το σπίτι μου, μία από τις πολλές τομές που γίνονται καθημερινά στο σώμα του δημόσιου χώρου, αποκαλύπτει, χωρίς κάποια ιδιαίτερη φιλοδοξία, ένα μέρος της στρωματογραφίας του εδάφους, τον τρόπο με τον οποίο συμπλέκονται οι ρίζες των δέντρων με τις αρτηρίες των σωληνώσεων και τα νεύρα των καλωδίων˙ με άλλα λόγια, εκθέτει σε κοινή θέα τα σωθικά της πόλης.
Θα αναρωτηθεί κανείς, πώς συνδέονται όλα αυτά με το βιβλίο της Μαρούτσου; Η απάντηση είναι ότι, και στις δύο περιπτώσεις, έχουμε να κάνουμε με ανασκαφικές πράξεις: στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για αρχαιολογική ανασκαφή, ενώ στη δεύτερη για λειτουργική. Και, κατά τη γνώμη μου, το ίδιο το Ντόμινο
συνιστά μια μυθοπλαστική ανασκαφή επί της νεοελληνικής συνθήκης.
Έχω εντοπίσει στο βιβλίο της Μαρούτσου τουλάχιστον δύο καθαρές αναφορές στη Γερτρούδη Στάιν, με το χαρακτηριστικό μοτίβο επαναλήψεων που δημιουργεί λέξεις και φράσεις οι οποίες μετατοπίζονται από τις συντακτικές και σημασιολογικές τους λειτουργίες: «η Βασιλική είναι η Βασιλική είναι η Βασιλική όπως ένα ρόδο είναι ένα ρόδο είναι ένα ρόδο» γράφει στο διήγημα με τίτλο «Βασιλική», και «σ’ αγαπώ γιατί σ’ αγαπώ γιατί σ’ αγαπώ» στο διήγημα με τίτλο «Κριστιάνε». Η Στάιν ενδιαφέρθηκε για τις επιφανειακές ιδιότητες της γλώσσας, καλώντας τους αναγνώστες, μέσω μιας παιγνιώδους και πλαστικής χρήσης των λέξεων, να εστιάσουν όχι στο περιεχόμενο και στα κίνητρα που κρύβονται πίσω από τις λέξεις, αλλά στις λέξεις τις ίδιες. Με τον τρόπο αυτό, οι λέξεις στα κείμενα της Στάιν καθίστανται αυτόνομα αντικείμενα, και πολύ συχνά τα αντικείμενα μετατρέπονται σε υποκείμενα, όπως καληώρα συμβαίνει και στο Ντόμινο, όπου έχουμε ένα στρώμα κρεβατιού να μας διηγείται τις εμπειρίες του, διατηρώντας, τρόπον τινά, ένα ιδιότυπο «Ημερολόγιο Στρώματος».
Μπορεί όμως να συμβεί και το αντίθετο: τα υποκείμενα να γίνονται αντικείμενα. Από το εξώφυλλο κιόλας, οι ήρωες των σπονδυλωτών ιστοριών της Μαρούτσου –η Εύα και η Κριστιάνε, ο Μίλτος και η Στέλλα, η Βασιλική, ο Θάνος και ο Στρατής, ο Άλκης και η Ιωάννα, ο Τζουλιάνο και η Νάσια– προσομοιάζουν σε «σκουτελάκια» που πέφτουν και συσσωρεύονται το ένα πάνω στο άλλο, μέσα στο άλλο, θαμμένα κάτω από το ασήκωτο βάρος της καθημερινότητας, των προσωπικών και οικογενειακών βιωμάτων, μα και της επίσημης ιστορίας. Μόνο που, σε αντίθεση με τα σκουτελάκια της Ζάκρου τα οποία στην πλειοψηφία τους βρέθηκαν ακέραια, εδώ έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους σπασμένους.
Η Μαρούτσου, σε αυτό το βιβλίο, αναλαμβάνει ρόλο ανασκαφέα τού νεοελληνικού κοινωνικοπολιτικού τοπίου, αφαιρώντας τις πλακοστρώσεις ή τον ασφαλτοτάπητα όπου χρειάζεται, μεθοδικά, χωρίς συναισθηματικές εξάρσεις, όπως άλλωστε το συνηθίζει. Αυτές οι πρώτες στρώσεις συνίστανται από τα τραγικά γεγονότα της επικαιρότητας τον καιρό που συνέγραφε αυτό το βιβλίο, όπως οι δεκαοχτώ μετανάστες που κάηκαν ζωντανοί στο δάσος της Δαδιάς (στο διήγημα «Κριστιάνε»), ο άνθρωπος με νοητική υστέρηση που πνίγηκε όταν σπρώχτηκε στη θάλασσα από μέλη του πληρώματος του «Blue Horizon» στον Πειραιά (στο διήγημα «Βασιλική»), η καταστροφική πλημμύρα στη Θεσσαλία (στο διήγημα «Τζουλιάνο»), η έναρξη του πολέμου μεταξύ Χαμάς και Ισραήλ (στα διηγήματα «Άλκης» και «Τζουλιάνο»).
Στη συνέχεια η Μαρούτσου σκάβει βαθύτερα, διαπερνώντας τα αλλεπάλληλα στρώματα επικαιρότητας που συνδέουν το παρόν με το εγγύτατο παρελθόν, μέχρι να αποκαλυφθούν τα στρωματογραφικά όρια της νεοελληνικής ιστοριογραφίας: Μνημόνια, Μεταπολίτευση, Χούντα (μέσα από την ιστορία του βασανιστή πατέρα, στο διήγημα «Άλκης»), Εμφύλιος, Κατοχή (μέσα από τη σφαγή στα Κανάλια Μαγνησίας από τους Γερμανούς, στο διήγημα «Τζουλιάνο»), Μικρασιατική Καταστροφή (μέσα από την αφήγηση του στρώματος, στο ομότιτλο διήγημα, για το πώς στοιβάζονταν οι πρόσφυγες σε πρόχειρα παράσπιτα δίπλα στο πολυτελές ξενοδοχείο Σάρλιτζα Παλάς της Λέσβου), Βαλκανικοί Πόλεμοι (μέσα από το Η ζωή εν τάφω
του Στρατή Μυριβήλη, στο ίδιο διήγημα), κι από κάτω οι πεθαμένοι να γονιμοποιούν τη γη, «μαλακιά γη», γράφει η Μαρούτσου, «λάσπη της πραγματικότητας», μέσα από την οποία μπορεί να φανταστεί κανείς να αναδύονται τα φαντάσματα γερμανόφωνων περιηγητών του 19ου αιώνα, υποκείμενων στην τυραννία ενός ανέφικτου ιδεώδους, μαρμάρων άμωμων και λευκών, όπως ακριβώς αναθυμάται τον εαυτό του να βγαίνει από το ευρωπαϊκό εργοστάσιο το ομιλούν στρώμα της Μαρούτσου, πριν έρθει στα μέρη μας και το κηλιδώσει η ζωή.
Και καθώς κάπου εκεί ολοκληρώνεται το επί χάρτου ανασκαφικό έργο της Μαρούτσου, παρουσιάζεται εκ νέου –ex absentia αυτή τη φορά– η Γερτρούδη Στάιν με τη διάσημη φράση της «There is no there there» (από το τέταρτο κεφάλαιο της αυτοβιογραφίας της με τίτλο Everybody’s Autobiography), η οποία αναφέρεται στο εξαφανισμένο πατρικό σπίτι της Στάιν στο Όκλαντ της Καλιφόρνιας. «Δεν υπάρχει εκεί εκεί», μοιάζει να αποφαίνεται και η Μαρούτσου, υπονοώντας ότι ο νεοελληνικός τόπος, τον οποίο επί εκατόν εβδομήντα σελίδες ανέσκαπτε, έχει πλέον καταστεί τόπος φασματικός, πάει να πει, φάντασμα του εαυτού του.
«Δεν είναι η πτώση πράξη μιας στιγμής», είναι το μότο που επίλεξε η Μαρούτσου για το βιβλίο της. Πρόκειται για στίχο του ομότιτλου ποιήματος της Έμιλι Ντίκινσον από τη συλλογή 44 ποιήματα και 3 γράμματα (μτφρ. Ερρίκος Σοφράς, εκδ. Το Ροδακιό 2005). Κλείνω αυτό το κείμενο, παραθέτοντας ολόκληρο το ποίημα της Ντίκινσον:
Δεν είναι η Πτώση Πράξη μιας στιγμής
Μια οριστική διακοπή
Οι τρόποι της Ερείπωσης
Είναι φθορές οργανωμένες –
Ιστός Αράχνης, πρώτα, στην Ψυχή
Και Στρώση Σκόνης ελαφριά
Σαράκι που τρυπά τον Άξονα
Μες στο Στοιχείο η σκουριά –
Επίσημη η Κατάρρευση – δουλειά
Διαβόλου – αδιάκοπη κι αργή –
Σε μια στιγμή κανείς δε χάθηκε
Αργά γλιστράς – στη Συντριβή –