Χάρτης 74 - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-74/klimakes/aghion-oros-kai-kypros-toi-anthimoi-ghazi
Η Ακαδημία Αθηνών βράβευσε πρόσφατα το έργο της Αγιορειτικής Βιβλιοθήκης και οι γνωρίζοντες θα συμφωνήσουν ότι η βράβευση “πάει” άξια στο βαθύ έργο ζωής του ιερομονάχου Ιουστίνου Σιμωνοπετρίτη. Το ευχάριστο γεγονός μου έφερε στον νου ένα ξεχασμένο βιβλιαράκι που εξέδωσε η Αγιορειτική Βιβλιοθήκη το 2008, με την ευκαιρία των 250 ετών από τη γέννηση του Άνθιμου Γαζή. Το είχα γράψει με την παρότρυνση του π. Ιουστίνου, με τον οποίο είχα ήδη ―μια δεκαετία πριν― την “αγαθή τύχη” της συνεργασίας για τη δημιουργία της Αγιορειτικής Χαρτοθήκης με σειρά αξέχαστων έργων, υλικών και άυλων (βλ. εδώ). Το βιβλιαράκι έχει τίτλο Άγιον Όρος και Κύπρος στον χάρτη της Ελλάδος του Άνθιμου Γαζή (1800). Ήταν μια μελέτη του (μάλλον ακόμα άγνωστου) χάρτη του Γαζή με τίτλο Πίναξ Γεωγραφικός της Ελλάδος, ο οποίος τυπώθηκε 225 χρόνια πριν στη Βιέννη (βλ. εδώ), τρία μόλις χρόνια μετά από την έκδοση ―επίσης στη Βιέννη― της πασίγνωστης Χάρτας της Ελλάδος του Ρήγα Βελεστινλή.
Επανέρχομαι σε εκείνη τη μικρή ξεχασμένη έκδοση της Αγιορείτικης Βιβλιοθήκης, των 103 σελίδων, με την ευκαιρία όχι μόνο της βράβευσης, αλλά και της τωρινής επετείου των 225 χρόνων (1800-2025) από την έκδοση του Πίνακα του σπουδαίου λόγιου κληρικού από τις Μηλιές του Πηλίου (βλ. Χάρτης#31). Η έμφαση σε εκείνο το βιβλιαράκι είχε δοθεί στη χαρτογραφική απεικόνιση της χερσονήσου του Αγίου Όρους στον Πίνακα του Γαζή, κυρίως σε σχέση με την αντίστοιχη απεικόνιση στη Χάρτα του Ρήγα. Τότε αναδείχτηκαν, για πρώτη φορά, οι εντυπωσιακές διαφορές της απεικόνισης αυτής στους δύο χάρτες, ιδιαίτερα αν λάβει κανείς υπόψη τις γενικότερες μορφολογικές ομοιότητές Πίνακα – Χάρτας. Επιπλέον ―κατά μια ευτυχή τότε συγκυρία― αναλύθηκε η απεικόνιση της Κύπρου στον Πίνακα, την οποία ο Άνθιμος Γαζής εισάγει για πρώτη φορά σε ελληνικό χάρτη, εντός ένθετου πλαισίου. Ο χαρτογραφικός συσχετισμός της Κύπρου με τον ευρύτερο ελληνικό νησιωτικό χώρο εμφανίζεται τον 16ο αιώνα και καθιερώνεται από τον 17ο κυρίως σε άτλαντες. Απεικονίσεις νησιών του Αιγαίου και του Ιονίου εισάγονται σε διατεγμένα ένθετα πλαίσια ―κατά περιβάλλουσες ζώνες τους― σε χάρτες της Κύπρου, της Κρήτης και σε ναυτικούς χάρτες, δημιουργώντας ένα νοητό ιστορικό νησιωτικό συνεχές της Κύπρου, στην Ανατολική Μεσόγειο, με τα δύο μεγάλα ελληνικά πελάγη. Το 1707, η Κύπρος περιλαμβάνεται στην απεικόνιση του ευρύτερου ελληνικού χώρου σε χάρτη του Delisle με τον ρητό τίτλο CARTE DE LA GRÈCE, στη σωστή γεωγραφική της θέση. Αξίζει να σημειωθεί ότι, στα “νησολόγια” ―τα βιβλία γεωγραφίας των νήσων του Αρχιπελάγους― που εμφανίζονται την αυγή του 15ου αιώνα, η χερσόνησος του Αγίου Όρους συμμετείχε ως “νήσος”…
Πίναξ και Xάρτα
Μια μικρή ομάδα λογίων στην ελληνική διασπορά της Ευρώπης του 18ου αιώνα και λίγο μετά, θα συμβάλει στον μορφωτικό εξοπλισμό των Ελλήνων με το αξιοπρόσεκτο γεωγραφικό και χαρτογραφικό της έργο (βλ. εδώ). Στο τέλος εκείνου του σημαντικού ευρωπαϊκού αιώνα εκδίδονται στη Βιέννη από τους δύο Θεσσαλούς Ρήγα και Γαζή, στα ελληνικά, η Χάρτα το 1797 και ο Πίναξ το 1800 ― στις μισές διαστάσεις της Χάρτας. Απεικόνιζαν την Ελλάδα, την ευρύτερη Βαλκανική και τη δυτική Μικρά Ασία, σε δώδεκα και σε τέσσερα ακέραια φύλλα αντίστοιχα. Και οι δύο χάρτες, είναι χαραγμένοι από τον ίδιο Βιεννέζο χαράκτη Franz Müller ― Φρανσουά Μήλλερ στη Χάρτα και Φρανσοά Μύλλερ στον Πίνακα.
Ο λιγότερο γνωστός Πίναξ του Γαζή βρέθηκε από την αρχή στην “σκιά” της Χάρτας· δεν αποτέλεσε αντικείμενο ενδιαφέροντος και ανάδειξης όσο εκείνη. Θεωρήθηκε λανθασμένα είτε ως “αντίγραφο σε σμίκρυνση” της Χάρτας είτε ως “επανέκδοσή” της από τον Γαζή. Είναι τέτοια η σύγχυση για τη διαστασική σχέση του Πίνακα με τη Χάρτα ώστε, παρότι μικρότερός της σε φυσικές διαστάσεις και (άρα) σε κλίμακα, να θεωρείται ότι η Χάρτα είναι μεγαλύτερη επειδή ο Ρήγας συμπεριέλαβε τις επιπεδογραφίες των ιστορικών τόπων που δεν υπάρχουν στον Πίνακα…! Το ισχυρίζεται ο Ch. Reichard το 1808 (βλ. Allgemeine Geographische Ephemeriden, XXV, σελ. 323-331) και το μεταφέρει ο Γεώργιος Λάιος το 1960 (βλ. Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας, τόμ. 14, σελ. 306).
Eίναι επίσης αξιοσημείωτο ότι στον συλλεκτικό κατάλογο γεωγραφικών, τοπογραφικών και ναυτικών χαρτών της βιβλιοθήκης, στην Πετρούπολη, του πρίγκηπα Aleksandr Ivanovich Lobanov-Rostovsky ―εκδόθηκε σε 340 αντίτυπα από τον Firmin Didot στο Παρίσι το 1823― δύο χάρτες, προφανώς η Χάρτα και ο Πίναξ, χωρίς αναφορά στους Ρήγα και Γαζή, είναι καταχωρημένοι στους “ειδικούς χάρτες” της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, με εμφανώς λανθασμένες και αμφιλεγόμενες διατυπώσεις:
(α) Με αριθμό καταλόγου 1350 ―η Χάρτα―, ως: GRÈCE (carte de la); d’après les observations les plus récentes, avec les médailles les plus remarquables et les plans des villes principales. 1797, Vienne. 12 feuilles en grec, και
(β) Με αριθμό καταλόγου 1351 ―ο Πίναξ―, ως: GRÈCE (carte de la); dressée d’après les descriptions les plus récentes, par Fr. Th. Müller. 1800, Vienne. 12 feuillets en grec. C’est une réduction de la carte précédente.
Οι διατυπώσεις των καταχωρήσεων είναι ανακριβείς, διότι ήταν αδύνατον η κατασκευή των δύο χαρτών να έγινε “d’après les observations les plus récentes” ―δεν είναι τοπογραφικοί οι χάρτες―, όπως είναι λανθασμένη η πεποίθηση, στην καταχώρηση (β) για τον Πίνακα, ότι “C’est une réduction de la carte précédente”. Επίσης, στις δύο καταχωρήσεις, χρησιμοποιούνται οι λέξεις “feuilles” στην (α) και “feuillets” στη (β), οι οποίες αναφέρονται σε διαφορετικές διαστάσεις χαρτιού, άγνωστες στους μη ειδικούς, με αποτέλεσμα να παρεξηγείται ο πραγματικός αριθμός των φύλλων. Τα προβλήματα αυτά είναι συνηθισμένα στην ενασχόληση με τους παλαιούς χάρτες, στην οποία συναντώνται “ρέκτες” από πολύ διαφορετικές βασικές μορφωτικές αφετηρίες ― συνήθως τρεις, το il Triello των χαρτών… (βλ. Χάρτης #3).
Το θέμα του αριθμού των ακέραιων φύλλων στα οποία έχουν τυπωθεί οι δύο χάρτες (12 η Χάρτα, 4 ο Πίναξ) αποτελεί σημαντική αιτία συγχύσεων. Αυτό συμβαίνει, διότι πολλές φορές τα ακέραια φύλλα χαρτιού ―στις διαστάσεις που διέθετε η παραγωγή της εποχής― “κόβονται” σε μικρότερα, μετά την εκτύπωσή τους, για να επικολληθούν κατάλληλα σε γάζα, διευκολύνοντας με το δίπλωμα του φύλλου, τη χρήση, μεταφορά και αποθήκευση των πολύφυλλων χαρτών. Η “κοπή” αποτελούσε ―εύλογα― μια συνηθισμένη στρατιωτική πρακτική χρήσης των χαρτών, από όπου και διαδόθηκε ευρύτερα, δημιουργώντας σήμερα τις συγχύσεις περί των διαστάσεων και του σωστού αριθμού φύλλων των πολύφυλλων χαρτών.
Η ψηφιακή συγκριτική ανάλυση Πίνακα – Χάρτας, ως ασφαλέστερου τρόπου μελέτης, δείχνει τις πολλές διαφορές μεταξύ των δύο χαρτών. Δεν είναι εύκολα αναγνωρίσιμες, όπως είναι οι διαστάσεις τους και η έλλειψη στον Πίνακα των επιπεδογραφιών ιστορικών τόπων, των νομισμάτων, των ονομάτων ηγεμόνων και των σχολίων, της Χάρτας. Ο Πίναξ του Γαζή είναι εξαρχής σχεδιασμένος σε δύο φορές μικρότερη χαρτογραφική κλίμακα από ότι η Χάρτα. Η αντιστοιχία (≘) κλίμακας στη Χάρτα, 1 εκ. στον χάρτη ≘ περ. 6 χλμ. στην επιφάνεια της γης, γίνεται στον Πίνακα, 1 εκ. ≘ περ. 12 χλμ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η κλίμακα του Πίνακα είναι ίδια με την κλίμακα των δύο φύλλων του χάρτη του Delisle με τίτλο Graeciae Antiquae Tabula Nova (1708 και 1794), ο οποίος αποτελεί βασικό πρότυπο του Ρήγα για τη σχεδίαση της Χάρτας.
Σε αντίθεση με τις διαφορετικές κλίμακες των δύο χαρτών, το “εμβληματικό υπόμνημα” (Cartouche), υπάρχει στις ίδιες φυσικές διαστάσεις και στους δύο, αλλά με μερικές θεμελιώδεις, διαφορές στον Πίνακα του Γαζή. Στο Cartouche του Πίνακα υπάρχουν “στρατιωτικές νύξεις” (λόγχη, ασπίδα, περικεφαλαία) στη συμβολική αναπαράσταση της (κατά τον Γ. Λάιο) “Επιστήμης ή Αθηνάς”, η οποία στηρίζει το χέρι της σε ασπίδα με ηρωική μορφή (Μ. Αλέξανδρος;) αντικαθιστώντας την κενή πλάκα στη Χάρτα. Η προσθήκη “σφαίρας” στον Πίνακα, επί του εγχειριδίου της γεωμετρίας, παραπέμπει στην παράδοση της γεωγραφίας και των υδρογείων σφαιρών των Ελλήνων λογίων του 18ου αιώνα ― μήπως (τώρα) και σε “μπάλα κανονιού”; Συνολικά στο Cartouche του Πίνακα υπάρχουν πέντε διαφορές, μαζί με τα διαφορετικά “αποφθεύγματα” στα ανοιχτά βιβλία: από την Οδύσσεια, στη Χάρτα και από τον Αίαντα του Σοφοκλή, στον Πίνακα ― βλ. εδώ.
Στις εξαιρέσεις της διαφορετικής κλίμακας υπάγονται και οι μεταφορές από τη Χάρτα στον Πίνακα, ως έχουν: του ιταλικού ναυτικού τύπου ανεμολογίου και του επεξηγηματικού καταλόγου ―με τίτλο Εξήγησις των εν τω Χάρτη Σημείων― των συμβόλων, 19 στην Χάρτα και 18 στον Πίνακα, στον οποίο έχει αφαιρεθεί το σύμβολο Οθωμανική δύναμις.
Σημαντική χαρτογραφική διαφορά Χάρτας – Πίνακα, δύσκολα αναγνωρίσιμη χωρίς ψηφιακή επιστημονική ανάλυση, είναι οι διαφορετικές στους δύο χάρτες προβολικές ιδιότητες: δηλ. η σχέση του γεωγραφικού περιεχομένου του χάρτη με το πλέγμα των μεσημβρινών (βλ. Χάρτης #9 και Χάρτης #10) και των παραλλήλων (του γεωγραφικού μήκους και πλάτους). Είναι το σπουδαιότερο (αλλά αφανές) αποδεικτικό της ενδογενούς διαφοράς των δύο χαρτών. Όπως έχει αποδείξει η Χρυσούλα Μπούτουρα, μετά από ανάλυση των προβολικών ιδιοτήτων των δύο χαρτών, η Χάρτα “υποφέρει” από ασυμβατότητα γεωγραφικού περιεχομένου και πλέγματος μεσημβρινών και παραλλήλων. Ενώ το γεωγραφικό περιεχόμενο της Χάρτας, είναι συμβατό με του χάρτη του Delisle ―από όπου κύριως προέρχεται―, τα πλέγματα των μεσημβρινών και παραλλήλων τους διαφέρουν. Ο μεσημβρινός των 46 μοιρών στη Χάρτα (με αρχή στη νήσο Φέρρο των Καναρίων) διέρχεται λανθασμένα από την Κωνσταντινούπολη, ενώ στον χάρτη του Delisle ―και όχι μόνον― διέρχεται μισή μοίρα δυτικά της Κωνσταντινούπολης, όπως και στον Πίνακα του Γαζή υποδηλώνοντας συμβατότητα προβολικών ιδιοτήτων. Σύμπτωση των μεσημβρινών στη Χάρτα και τον Πίνακα παρατηρείται στη ζώνη του μεσημβρινού των 42 μοιρών, ο οποίος διέρχεται από το μέσον του Αγίου Όρους, περίπου στο μέσον του Πίνακα και της Χάρτας.
Διαφορές στον Πίνακα του Γαζή, ως προς τη Χάρτα, υπάρχουν και στα τοπωνύμια όπως έχει σημειωθεί σε πρόσφατες μελέτες μας. Υπάρχουν προσθήκες, αλλοιώσεις και αφαιρέσεις γεωγραφικών ονομάτων, όπως άλλωστε επιβάλλει ―στις μικρότερες κλίμακες― ο κανόνας της “χαρτογραφικής γενίκευσης”, γνωστός από αιώνες στη χαρτογραφία, τον οποίο εφαρμόζει στον Πίνακα ο Άνθιμος Γαζής.
Εκτός της κλίμακας και των προβολικών ιδιοτήτων, ο Πίναξ διαφέρει από τη Χάρτα και σε άλλα, εύκολα ή δυσκολότερα αναγνωρίσιμα. Για να εντοπιστούν απαιτείται ανεξάρτητη συγκριτική επιστημονική χαρτογραφική έρευνα. Ανάμεσά τους είναι η εντυπωσιακή διαφοροποίηση του Πίνακα από την Χάρτα στην απεικόνιση της Αθωνικής χερσονήσου (του Αγίου Όρους) και ―γενικά― των τριών χερσονήσων της Χαλκιδικής. Μεγαλύτερες ή μικρότερες ακτογραμμικές διαφορές υπάρχουν στην απεικόνιση της Λήμνου, του Θερμαϊκού κόλπου, των ακτών της Μαγνησίας και των Σποράδων, της Εύβοιας και των νήσων του Ιονίου, εκτός της Κέρκυρας.
Η ακτογραμμή της Πελοποννήσου παρουσιάζει γενική συμμορφία στους δύο χάρτες, εκτός μερικών εξαιρέσεων, στο βορειοδυτικό άκρο της και στον Μεσσηνιακό κόλπο. Μικρές διαφορές εντοπίζονται επίσης στη δυτική ακτογραμμή της Μαύρης Θάλασσας και μεγαλύτερες στην ανατολική ακτογραμμή της Προποντίδας, στον κόλπο της Νικομήδειας. Η ακτογραμμή της Μικράς Ασίας είναι γενικά όμοια στους δύο χάρτες.
Για την απεικόνιση της Αθωνικής χερσονήσου ο Γαζής επιλέγει διαφορετικό πρότυπο στον Πίνακα από εκείνο της Χάρτας του χαρακτηριστικού (“παραλληλόγραμμου”) πρότυπου του Delisle και της σχολής του. Στον Πίνακα, η χερσόνησος του Αγίου Όρους απεικονίζεται πιο “στρογγυλοποιημένη”. Και εδώ, όπως στη Χάρτα, η μορφή της ιεράς χερσονήσου είναι επιλεκτικά μεγενθυμένη παραπέμποντας στη δεύτερη μεγάλη γαλλική χαρτογραφική σχολή του 18ου αιώνα, του d’Anville (με επιρροές από τη σχολή Sanson).
Το μεγεθυμένο σχήμα του Αγίου Όρους ακολουθεί τη μακραίωνη χαρτογραφική παράδοση των πτολεμαϊκών, μεταπτολεμαϊκών και πιο πρόσφατων χαρτών· εμφανίζεται και σε νησολογικού τύπου απεικονίσεις της Αθωνικής χερσονήσου του 15ου, 16ου, 17ου αιώνα και αργότερα. Στον Πίνακα του Άνθιμου Γαζή, η ανατολική ακτογραμμή της χερσονήσου είναι λιγότερο ομαλή από ότι η δυτική, η οποία ταιριάζει στην αντίστοιχη του d’Anville. Στην ανατολική πλευρά, η απεικόνιση τεσσάρων “μικροχερσονήσων” αποκλίνει της ομαλότητας των απεικονίσεων της εποχής (Delisle, d’Anville και των σχολών τους), ενώ παρά την προς νότο ελαφρά μετάθεση της ακτογραμμής του Πετροβουνίου (Αράπη), η μορφή της περιοχής παραπέμπει σε σύγχρονο χαρτογραφικό πρότυπο, περισσότερο από κάθε άλλη απεικόνιση της εποχής του Πίνακα.
Στην Αθωνική χερσόνησο ο Γαζής τοποθετεί 22 τοπωνύμια και 27 σύμβολα, από τα οποία σύμφωνα με τον επεξηγηματικό πίνακα των συμβόλων ―Εξήγησις των εν τω Χάρτη Σημείων― τα 13 σημειώνονται ως Εκκλησία, 5 ως Χριστιανική δύναμις, 6 ως Χώρα και από ένα ως Πόλις χωρίς τείχη και Χωρίον. Στον Πίνακα υπάρχουν διαφορές, ως προς τη Χάρτα, στα τοπωνύμια και τα σύμβολα· οφείλονται στον περιορισμένο χώρο του Πίνακα, λόγω της μικρότερης κλίμακας και της αφαιρετικής γενίκευσης. Αξιοπρόσεκτο είναι το σύμβολο που συνοδεύει το τοπωνύμιο “Καρυά” στον Πίνακα (“Καρυαίς” στη Χάρτα) παραπέμποντας σε οθωμανική “παρουσία” εκεί: δεν περιλαμβάνεται στους επεξηγηματικούς πίνακες της Χάρτας και του Πίνακα και είναι διαφορετικό του συμβόλου Οθωμανική δύναμις που υπάρχει στη Χάρτα, αλλά όχι στον Πίνακα.
Ο Άνθιμος Γαζής είναι ο πρώτος που απεικονίζει σε ένθετο πλαίσιο την Κύπρο ―και Σικελία― σε χάρτη της Ελλάδας (σε ελληνική γλώσσα) με ανεξάρτητες προβολικές ιδιότητες και με προφανή τα ιστορικά γεωγραφικά εθνικά συμφραζόμενα. Η ένταξη της Κύπρου και της Σικελίας σε ένθετα πλαίσια είναι μια ήδη γνωστή τεχνική στην ευρωπαϊκή χαρτογραφία των προηγούμενων αιώνων για την ένταξη απομακρυσμένων νήσων και νησιωτικών συμπλεγμάτων στο κύριο γεωγραφικό παράθυρο του χάρτη. Στον Πίνακα η Κύπρος είναι σχεδιασμένη σε περ. 2.3 φορές μικρότερη κλίμακα (1 εκ. στον χάρτη ≘ περ. 27.5 χλμ. στην επιφάνεια της γης) από την κλίμακα του Πίνακα και η Σικελία σε περ. 1.3 φορές μεγαλύτερη (1 εκ. ≘ περ. 15.5 χλμ.).
Το σχήμα της κυπριακής ακτογραμμής στον Πίνακα είναι ιδιόμορφο, συρρικνωμένο κατά το γεωγραφικό μήκος και διευρυμένο κατά το πλάτος· φαίνεται μια παρέμβαση οφειλόμενη στον περιορισμένο σχεδιαστικό χώρο. Τα χαρακτηριστικά ακρωτήρια της Μεγαλονήσου (εκτός του Απ. Ανδρέα) δεν αποδίδονται με τις έντονες απολήξεις τους στη θάλασσα, αλλά ως ήπιες εξάρσεις της ακτογραμμής ενταγμένες σε μια “δαντελωτή” μορφή. Η προσεκτική μελέτη του σχήματος της Κύπρου του Πίνακα αποδεικνύει ομοιότητα με το σχήμα της στον τρίφυλλο χάρτη της Ευρώπης του d’Anville, του 1760, σε κλίμακα 1 εκ. στον χάρτη ≘ περ. 28 χλμ στην επιφάνεια της γης, πολύ κοντά στην κλίμακα της Κύπρου του Γαζή.
Με την εφαρμογή του βέλτιστου προβολικού μετασχηματισμού της κυπριακής ακτογραμμής στον Πίνακα και στον d’Anville, προκύπτει η σχεδιαστική ομοιότητα των δύο απεικονίσεων αποκαλύπτοντας την κατά το μήκος σχεδιαστική συρρίκνωση του σχήματος της Κύπρου στον Πίνακα, αρχικά δάνειο από τον d’Anville. Πανομοιότυπο χάρτη της Κύπρου του d’Anville χρησιμοποιεί το 1764 ο Bellin, με πυκνότερη θεματικό περιεχόμενο, ενώ περίπου συγγενές σχήμα ακτογραμμής παρατηρούμε στον χάρτη της Κύπρου του Drummond, δέκα χρόνια πριν τον χάρτη του d’Anville.
Στον χάρτη του d’Anville αναγράφονται 39 τοπωνύμια, έναντι 38 στον Πίνακα (δύο με διπλές ονομασίες). Παρά τις 12 κοινές ονομασίες ―όχι πάντα σε χωρική αντιστοιχία στους δύο χάρτες― οι διαφορές είναι μεγάλες. Σε μια πρώτη προσέγγιση ο Πίναξ φαίνεται τοπωνυμιακά πλουσιότερος, με αναγραφή 11 ακρωτηρίων και 3 ποταμών, όμως είναι ευδιάκριτα τα προβλήματα στη χωρική ταξιθέτηση σημαντικών πόλεων: π.χ. η “Λεμισός” και η “Λάρνακα” τοποθετούνται στη γειτονιά της Πάφου· η “Αμμόχοστος” στα ελληνικά τοποθετείται αλλού και στη γεωγραφική της θέση γράφεται “Φαμογόστα”. Τα σύμβολα είναι 7, συμβατά με τα άλλα του Πίνακα: Πόλις με τείχη:
“Λευκοσία”· Πόλις οπού ήτον το πάλαι με τείχη: “Κωνσταντία”· Πόλις χωρίς τείχη: “Φαμαγόστα”· Χώρα: “Χύτρος”, “Κούρον”, “Αμαθούς”, “Τριμηθούς”· Χωρίον: “Λάρνακα”, “Ύφορμον”, “Κύτιον”, “Αμμόχοστος”, “Καρπασία” και 3 σύμβολα της ίδιας κατηγορίας χωρίς συνοδευτική ονομασία· Εκκλησία: “Σταυρός / Όλυμπος όρ.” (“S.ta Croce”, στον d’Anville)· Χριστιανική δύναμις, σε συνδυασμό με το σύμβολο Χωρίον: “Χύτρος” (“Citria”, στον d’Anville).
Επιλεγόμενα
Ο Πίναξ του Άνθιμου Γαζή, μαζί με τον δεύτερο (παγκόσμιο) χάρτη Άτλας ή Χάρτης περιέχων πίνακας της Υδρογείου..., τυπωμένο επίσης στη Βιέννη το 1800 ―με χαράκτη τον σπουδαίο Schindelmayer, βλ. εδώ και εδώ― και το υπόλοιπο συγγραφικό του γεωγραφικό – χαρτογραφικό έργο, τον κατατάσσει στην κορυφή του μικρού, αλλά σημαντικού, κύκλου των Ελλήνων λογίων που συνέβαλλαν με αντίστοιχο έργο στην ενίσχυση του πνευματικού αποθέματος του νέου ελληνισμού.
Ο Πίναξ, ως χαρτογραφικό έργο, είναι σχεδόν άγνωστος σε σχέση με τη Χάρτα, η οποία έχει αποτελέσει αντικείμενο εκτεταμένων μελετών κυρίως από την οπτική των ανθρωπιστικών – πολιτικών επιστημών και των ιδεών. Πρόσφατα, η επιστημονική χαρτογραφική έρευνα αποκάλυψε περισσότερα άγνωστα θέματα σχετικά με τη Χάρτα (π.χ. την ύπαρξη των δύο τύπων της και παραλλαγών τους, το 2008), θέτοντας επιπλέον νέα ερωτήματα σχετικά με τη χαρτογραφική της σύνταξη και παραγωγή. Η ενασχόληση με τον Πίνακα είναι δυσανάλογα περιορισμένη. Αυτό ίσως να οφείλεται σε δύο κυρίως λόγους: στον περιορισμένο αριθμό αντιτύπων που έχει σωθεί ―όπως και του παγκόσμιου Άτλαντα ή Χάρτη― και στην από παλιά διαδεδομένη “βεβαιότητα” ότι ο Πίναξ δεν είναι παρά ένα αντίγραφο της Χάρτας, μια “επανέκδοσή” της σε “σμίκρυνση”. Ο πρώτος λόγος δυσκόλεψε τη χαρτογραφική μελέτη του, ενώ ο δεύτερος υποβίβαζε το έργο σε επίπεδο που δεν θα άξιζε τον κόπο μιας εμβάθυνσης per se…
Η σύγχρονες εξελίξεις των νέων ψηφιακών τεχνολογιών, όπως εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια στο σπουδαίο απόθεμα της παγκόσμιας χαρτογραφικής κληρονομιάς, επέτρεψε, ανάμεσα σε πολλά άλλα, την ανάδειξη και του χαρτογραφικού έργου του Γαζή, όπως άλλωστε και του Ρήγα: διευκόλυνε την επιστημονική χαρτογραφική έρευνα διαθέτοντας ομοιοτυπικά ψηφιακά αντίγραφα υψηλής ανάλυσης των πρωτότυπων αντιτύπων, ενώ με την εφαρμογή των αναλυτικών ψηφιακών μεθόδων αποκάλυψε πολλές λανθασμένες εκτιμήσεις του παρελθόντος για μεγάλα χαρτογραφικά ιστορικά έργα. Έτσι, αποδείξαμε ότι ο Πίναξ του Γαζή, αν και πνευματικά καταγόμενος από τη Χάρτα, στην πραγματικότητα αποτελεί έναν ιδιαίτερο και ξεχωριστό χάρτη, με τα δικά του χαρακτηριστικά, που τον καθιστούν κάθε άλλο παρά “αντίγραφο” (σε “σμίκρυνση”) της Χάρτας.
Μερικά από αυτά προβάλλονται εδώ, τα οποία σε συνδυασμό με όσα έχουν γραφεί και για άλλα μεταγενέστερα χαρτογραφικά έργα του Άνθιμου Γαζή (βλ. Χάρτης#31), υπενθυμίζουν ότι η μελέτη του γεωγραφικού “νοητού διπόλου” της ιεράς “νήσου” του Αγίου Όρους στο βόρειο άκρο του Αιγαίου και της ιστορικής “γλυκείας” νήσου Κύπρου στο ανατολικό άκρο της Μεσογείου, όπως απεικονίζονται στον τόσο λίγο γνωστό Πίνακα της Ελλάδας του Άνθιμου Γαζή, ήταν κάτι πολύ περισσότερο από μια ad hoc “περιέργεια” εκείνο το μακρινό 2008…
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
Ε. Λιβιεράτος, Η Χάρτα του Ρήγα, τα δύο (συν) πρόσωπα: μια άλλη ανάγνωση του χάρτη. Βιβλιοθήκη & Κέντρο Πληροφόρησης AΠΘ, σελ. 120. Θεσσαλονίκη, 2017, ISBN 978-960-243-707-0.