Χάρτης 70 - ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2024
https://www.hartismag.gr/hartis-70/klimakes/fantasia-super-partita-bwv-1013
Η πεζογραφία είναι για να αποφεύγεται η ποίηση
Τάκης Γραμμένος, «Αποκαλυπτικά της Εσπερίας, XIV»
(Ιωνικά και βόρεια ποιήματα, 1972-2014)
Αλεμάντ
[όλο και πιο άσπερα όλο και πιο αντ άστρα]
Σε τούτη τη θαλπωρή μέσα στων γεννήσεων και αναγεννήσεων την αδιατάρακτη ροή θροΐζει πούπουλο στα νώτα τα στιβαρά του ανέμου Ζωή νέα μονόφωνη γλυκιά αναπνιά στο κατώφλι της ψυχής σου Αρρητολεπτόπνευστη Απόκοτη σα νεοσσός που δοκιμάζει τα φτερά του το βάρος του μικρού κορμιού του να σηκώσουν με άλματα απανωτά οπισθοβαρή που ξεπερνούν όλα τα σύρματα του πενταγράμμου τα γραμμένα Όλο και πιο μακρινά πηδήματα στο διάστημα Μετάρσια από τη βαρύτητα ν΄απαλλαγούν ψηλά ν΄ανέβουν τη γαληνιαία στρατόσφαιρα Ν’ απαντήσουν τη δύναμη που θα τα καθηλώσει σε νέα προσγείωση και ανάπαυλα με νέας αναγωγής εκφορά ως την πιο ψηλή που μαρτυρείται κυπάρισσου ευλύγιστη κορυφή Εξέδρα ωδική της γοερής κραυγής μιας άνοιξης ακατάληκτης Που ακατάληπτη σε ατέρμονα αρέσκεται επιστροφή με κόκκινους συρμούς ταχείς της παπαρούνας αντ σόλι ντέο γκλόριαμ
Κουράντ
Το τέλος είναι η αρχή
Πιάσου απ’ του τραγουδιού
την τελευταία πνοή
Πώς του ζέφυρου σβήνει
Και χάνεται η ψυχή
μες στα κλαδιά
και φλόγα ολάνθιστη ανάβει και ξυπνά
μιας άνθησης πρωί
Άγουρη αβέβαιη στην αρχή
Του τραγουδιού μια δοκιμή
ψηλαφιστή
που με κομμένη ανάσα
παλεύει
Για να θυμηθεί
όσα της μνήμης το παλάτι
κρύβει σε δώματα κλειστά
απ’ όπου έχει ο χρόνος
αρπάξει και πετάξει κρύψει
τα κλειδιά
Πόρτες σαν κι αυτή
στο πουθενά
ανοίγουνε μόνο με μια
ευχή
ή
μ’ ένα νεύμα
αδιόρατο
κλεφτό
τέμπο σπαλιάτο τόσο απαλό
όσο το διάφανο της θάλασσας γλυπτό
σε αμμουδιά απάτητη αυγινή
ακίνητο καλοκαιρινό πρωί
όπου του ήλιου το τραγούδι κατεβαίνει
ανάλαφρα ντυμένο νύχτα εριχθώ και δρόσινη
νύχτα κυκλική
Σαραμπάντ
Τώρα τα πουλιά αναπαύονται στις δάφνες του πετάγματός τους Διέσχισαν ωκεανούς διέσχισαν πεδιάδες πάμπες σαβάνες στέπες πελάγη τενάγη βάλτους και βουνά Με το μισό μυαλό τους να κοιμάται πέτοντας στα στιβαρά τα νώτα των ανέμων Το άλλο μισό εγρήγορο ν’ αποδημεί ονειροπολώντας Ονειροσύροντας Τώρα θυμούνται αεροδρομούν στη ρέμβη αφημένα Τα όνειρά τους εμπιστεύονται όπως παλιές αγάπες Μ’ όλο που το εγκάρδιο ξύλο τους σκοτείνιασε και αποσαθρώθηκε Κρατούν ακόμα σκέλεθρα σομφά πικρή αντοχή Κόμη αραιή δέντρου παλιού να εκπτύσσει δάχτυλα δεικτικά Ψηλά ξανοίγματα αλκής χρυσά και γαλανά σύννεφα σκοτεινά τεφροί ουρανοί μια προσδόκιμη χρυσή βροχή να πέσουνε έτοιμα στη χαμογή Μετά να σιωπούνε τα πουλιά Τού πόνου να λεπτύνεται η αιχμή Ικεσία να γενεί απελπισμένη αλγεινή Παράπονο ρηχό μα και βαθύ Δακρύων λιμνούλα σε κήπου παρυφή Γυρίνου και λιμπελούλας η μονιά η κρυφή Όπου ο νάρκισσος καθυστερεί για να καθρεφτιστεί Και η νυμφαία αργή παρηγορεί της κοιμισμένης Οφήλιας τη μοναξιά Κλάμα ορφανού παιδιού Βέλασμα ανήμπορο αρνιού λεπτό αντηχεί ασημένιο από παλιά Σωπαίνει και ξανακλαίει σιγανά
Εγγλέζικη μπουρέ
Τελικός θρίαμβος τερψιχορικός Δεξιοτέχνης του πετάγματος ο νεοσσός Νέα πατήματα σε βήματα παλιά Αυτοσχεδιασμός με σιγουριά ανέμελη κλώνου που την καινούργια άνθησή του στου ανέμου το σφυγμό τη συναντά μες στου χειμώνα την κατάκλειστη καρδιά Σε απελεύθερους ρυθμούς παίζουν με φως παίγνια πουλιά παλιά Σαν ψυχανθή μεταξωτά που ντύθηκαν λεπιδόπτερα και λάμπουν απόκοσμα διαμαντικά Στέμματα σε μεγάλα μέτωπα θαλασσινά Θάλασσας που μήτε αρχίζει μήτε τελειώνει πουθενά Τόσα επιχειρήματα χορευτικά Ξεκουκισμένα σαν τις χάντρες του κομπολογιού Που στάζουν μουσική Ένα ένα Γυάλινες μικρές χαρές Στης λογικής τις παρυφές Ως τις ακραίες τους συνέπειες μουσικά φερμένα —μουσικά—