Χάρτης 34 - ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2021
https://www.hartismag.gr/hartis-34/afierwma/h-fterna-toy-kakoy
1/
Το τελευταίο κεφάλαιο της Ιστορίας των Μεταμορφώσεων (Καστανιώτης, 1998) του Γιάννη Πάνου ξεκινά με τη μεταμόρφωση ενός χριστιανού σε εβραίο και ολοκληρώνεται με τη φαινομενική μεταμόρφωση ενός εβραίου σε μουσουλμάνο. Ο χριστιανός που έγινε εβραίος είναι ο Ντιέγκο Πέρες (Diogo Pires: 1500-1532), Πορτογάλος προφήτης από γονείς marranos (εβραίοι που αναγκάστηκαν να μεταστραφούν φαινομενικά στον χριστιανισμό προκειμένου να γλιτώσουν τους διωγμούς εναντίον τους), ο οποίος ως Σολομών Μόλχο (Solomon Molcho) πλέον ανήγγειλε την έλευση του εβραίου Μεσσία. Ο Εβραίος που κατέληξε μουσουλμάνος είναι ο Σαμπατάι Τσεβί (Sabbatai Zevi: 1626-1676), ο διαβόητος καμπαλιστής ραβίνος από τη Σμύρνη και αυτοχειροτόνητος Μεσσίας, Σεφαρδίτης ως προς την καταγωγή του ή Ρωμανιώτης σύμφωνα με μιαν άλλη εκδοχή, ο οποίος το 1666 έφερε το χάος στις εβραϊκές κοινότητες της Ευρώπης, της Αφρικής και της Μικράς Ασίας. Ο Σαμπατάι έγινε θρύλος, γράφει ο Γκέρσομ Σόλεμ, συνυφαίνοντας δυο πτυχές: αυτήν του μέγα υποκριτή και απατεώνα, κι εκείνη του Εκλεκτού που δεν μπορεί παρά να αποτύχει στην αποστολή του.[1]
2/
Καμπάλα σημαίνει Παράδοση. Οι παραδόσεις μετασχηματίζονται· όμως, οι τρόποι τους ν’ αλλάζουν μορφή είναι συχνά ερμητικοί, αδιαπέραστοι για εμάς τους εξωτερικούς παρατηρητές: οι βραχύβιες αιρέσεις κι η θρησκευτική προσποίηση, η φαινομενική μόνον μεταστροφή σ’ ένα άλλο δόγμα – τι λογής είναι τέτοιες μεταμορφώσεις και με τι εργαλεία να τις κρίνεις; Τη μια εμφανίζονται ως κομμάτια της Παράδοσης, την οποία φαίνεται να υπηρετούν· κι άλλοτε μοιάζουν με μια βαθμιαία παραχάραξη της Παράδοσης, με έναν βλάσφημο υβριδισμό. Είναι τόσο δύσκολο να δει κανείς μέσα από το πέπλο των σκοτεινών διακλαδώσεων της Παράδοσης! Πόσο μάλλον, όταν οι διακλαδώσεις δεν μας γοητεύουν ως αναβαθμοί μιας γραμμικής πορείας προς την καρποφορία ή τον μαρασμό – αλλά επειδή μας αποκαλύπτουν νήματα ψυχικών διεργασιών οργανικά πλεγμένα με τις ρίζες τους σαν τις όμορφες ίνες του δέντρου που ονομάζουμε Ουασιγκτόνια η νηματοφόρος.
3/
Ο Σαμπατάι ξεκίνησε τη μεσσιανική περιοδεία του εισάγοντας πλήθος νεωτερισμών στην Καμπάλα και αποκλίνοντας από την Παράδοση. Μετέτρεψε πένθιμες γιορτές σε χαρμόσυνες· εισήγαγε νέες γιορτές και αναποδογύρισε το συμβολικό και τυπικό φορτίο άλλων. Συχνά έδινε την εντύπωση του σαλού. Πάντως πέτυχε να ηγηθεί ενός αινιγματικού κινήματος, το οποίο οι ορθόδοξοι εβραίοι αντιμετώπισαν αμέσως με δυσπιστία: ήδη το 1651 η ραβινική κοινότητα της Σμύρνης αφόρισε τον Σαμπατάι και τον εξόρισε. Το σαμπαταϊστικό κίνημα εξελίχθηκε αντινομικά και ανατρεπτικά σε πολιτικό επίπεδο: ο αυτοφημιζόμενος Μεσσίας και επίδοξος κοσμοκράτορας κήρυξε έναν νέο διαμοιρασμό ολόκληρης της γης, και κατάφερε να προσελκύσει μυστικιστές λογίους μη ιουδαϊκού θρησκεύματος.[2] Οι Οθωμανικές αρχές αντέδρασαν, καθώς πλήθαιναν οι εστίες της αναταραχής, κι ο Σαμπατάι προτίμησε να μεταστραφεί στο Ισλάμ παρά να πεθάνει ως μάρτυρας. Η ένταση ανάμεσα στην εξωτερική θρησκευτική ταυτότητα (ισλαμική) που εντέλει υιοθέτησε και στην εσωτερική πνευματική αναζήτηση της προφητικής Καμπάλα, που τον είχε οδηγήσει ώς την εξέγερση, συνιστά ένα μόνο νήμα της ατοπότητας του Σαμπατάι. Τα άλλα αφορούν τη γεωγραφική, πνευματική, πολιτική, γλωσσική, συνειδησιακή ατοπότητα του Σαμπατάι και των οπαδών του. Είναι τα νήματα που έδωσαν στον Γιάννη Πάνου την αφορμή για μιαν άσκηση μεταμυθοπλασίας, η οποία αποκτά προοδευτικά ένα στοχαστικό βάθος μοναδικό για τα δεδομένα της νεοελληνικής πεζογραφίας.
4/
Οι οπαδοί του Σαμπατάι είδαν στο πρόσωπό του τον Μεσσία· οι επικριτές του, τον Αντίχριστο. Κάποιοι άλλοι, που δηλώνουν πιο βέβαιοι για όλα, είπαν πως επρόκειτο απλώς για έναν απατεώνα ολκής· ενώ παραμένει ισχυρή η υποψία πως ο Σαμπατάι ήταν παράφρων, πιθανόν να υπέφερε από ψυχωσικά επεισόδια, ενδεχόμενο που συζητά και ο Γκέρσομ Σόλεμ, ο σπουδαίος βιογράφος του Σαμπατάι (και φίλος του Βάλτερ Μπένγιαμιν).[3] Υποτίθεται, βέβαια, πως κι αυτός ο Μεσσίας έκανε θαύματα – οι πηγές αναφέρουν ότι χιλιάδες ακόλουθοι του Σαμπατάι βίωσαν μυστικές εμπειρίες προφητικού ενθουσιασμού: εμφάνιζαν συμπτώματα επιληψίας, έπεφταν σε έκσταση «έξω φρενών», κατά μια μαρτυρία, κι έμοιαζαν με «εγγαστρίμυθους», καθώς εκφωνούσαν προφητείες σε αρχαίες γλώσσες που ήταν αδύνατον να γνωρίζουν. Απ’ όπου περνούσε ο Μεσσίας συνέρρεαν «τα σμήνη των προσκυνητών» και απήγγελαν «τα προμεμελητημένα», τα οποία «υπό ταχυγράφων σημειούμενα πανταχού εκυκλοφόρουν», κατά την περιγραφή του Κωνσταντίνου Σάθα, η οποία βασίζεται στις ελληνικές πηγές για το κίνημα του «ψευδομεσσία» Σαμπατάι.[4] Πολλοί μετέτρεψαν την περιουσία τους σε χρυσάφι πεισμένοι πως ζούσαν το έσχατο γήρας του κόσμου – μια μορφή οικονομικής από-επένδυσης σε μαζική βάση, η οποία θα πρέπει να προκάλεσε σοβαρές αναταράξεις σε πολιτικοοικονομικό επίπεδο. Εν τω μεταξύ, Εβραίοι από την Ευρώπη, την Αφρική και την Μικρά Ασία ετοιμάζονταν να κινήσουν για την Ιερουσαλήμ…
5/
Ο Σουλτάνος παρενέβη, ο Σαμπατάι έγινε μουσουλμάνος: τότε είναι που τελειώνει άδοξα η αποστολή του Εκλεκτού, ή μήπως τότε αρχίζει στ’ αλήθεια; «Ελύθη η κωμωδία», γράφει ο Κωνσταντίνος Σάθας, που σημειώνει ότι οι Τούρκοι χρησιμοποίησαν τον Σαμπατάι ως όργανο προσηλυτισμού των Εβραίων και βαθμιαίου εξισλαμισμού. Αυτή είναι η εξωτερική πλευρά των πραγμάτων –ότι ο Σαμπατάι υπήρξε εντέλει ένας ψευδομεσσίας που απέφυγε τη μοίρα του μάρτυρα. Η σύγχρονη έρευνα επισημαίνει μιαν άλλη, πιο παράξενη εκδοχή: προκειμένου να εξηγήσει τον εξισλαμισμό του, ο Σαμπατάι προχώρησε σε μια πρωτοποριακή και πολύ ιδιαίτερη ερμηνεία της Βίβλου, του Ζοχάρ και του Ταλμούδ, σύμφωνα με την οποία ακριβώς ο αληθινός Μεσσίας οφείλει να εναγκαλιστεί μια ξένη θρησκεία, μάλιστα οφείλει να προσχωρήσει στην επικράτεια του Κακού, προκειμένου εκ των ένδον να συνεχίσει το έργο του και να αποκαταστήσει τη χαμένη κοσμική ισορροπία. Μήπως καθ’ όλη τη διαδρομή του δεν είχε φέρει τα πάνω κάτω; Και μήπως οι εξωτερικές περίοδοι ενός εκκρεμούς –κι η ψυχή μοιάζει πολύ με εκκρεμές!–, αυτές οι απότομες μεταπτώσεις του βάρους και του σθένους απ’ το ένα άκρο στο άλλο, δεν μας αποκαλύπτουν την εσωτερική αρμονία του κόσμου; Σαν εκκρεμές διένυσε ο Σαμπατάι την απόσταση από την Καμπάλα στο Κοράνι. Κι έπειτα, φαίνεται πως μετά τον εξισλαμισμό του όχι μόνον δεν αποδυναμώθηκε, αλλά ενίσχυσε τους δεσμούς με σουφικά και δερβισικά τάγματα, αποκτώντας ένα ευρύτερο ακροατήριο.[5] Κυρίως, γνωρίζουμε ότι κινήματα και ολόκληρες θρησκείες –για παράδειγμα, ο χριστιανισμός– ενδυναμώνονται από την αντίφαση και το παράδοξο ενός προικισμένου όντος που συντρίβεται μέσα στον κόσμο αντί να θριαμβεύει επί των αντιπάλων του: μήπως ο Χριστός που σταυρώθηκε δεν ατιμώθηκε στα μάτια των Ρωμαίων; Κι ο μύθος λέει πως ο Διόνυσος Ζαγρέας διαμελίστηκε, χωρίς αυτό να επηρεάσει ουδόλως τη σαγήνη της ιδεατής μορφής του.
6/
Η έκτη σεφίρα στο καμπαλιστικό Δέντρο της Ζωής ονομάζεται Τιφερέτ και σχετίζεται με τις διαμεσολαβήσεις μεταξύ μικρόκοσμου και μακρόκοσμου και μεταξύ ανθρώπων και Θεού – έχει να κάνει, μεταξύ άλλων,με τη μετακένωση της δύναμης από ένα πεδίο σ’ ένα άλλο, και με τις μεταμορφώσεις της ισχύος από μια μορφή σε μιαν άλλη. Η εικονοποιΐα της έκτης σεφίρα συχνά περιλαμβάνει έναν βασιλέα κοσμοκράτορα, αλλά κι έναν θεό που θυσιάζεται.
7/
Λοιπόν – υπήρξε ο Σαμπατάι απατεώνας, φρενοβλαβής, ή ένας θυσιασμένος θεός; Σε αντίθεση με την εργασία του Κωνσταντίνου Σάθα, αλλά και με πολλούς από τους ειδικούς μελετητές, η αφήγηση του Γιάννη Πάνου δεν ενδιαφέρεται να απαντήσει σε ερωτήματα τέτοιου είδους. Πιο πολύ επενδύει στη ρευστή αδιαφάνεια του Σαμπατάι. Κι έτσι μεταβαίνει οριστικά από την ιστορική λογοτεχνία στη μεταμυθοπλαστική αφήγηση. Σκοπίμως, ο Πάνου βάζει τον Μεσσία να διαθλάται καθώς περιγράφει αποστασιοποιημένος τον έκκεντρο βίο του, αυτόν που τόσο έμοιαζε με την πορεία ενός κομήτη:
«Στα χρόνια της ισχύος ήμουν ο ιδρυτής μιας θρησκείας και ο βασιλιάς ενός έθνους που πίστεψε ότι θα το οδηγούσα στη λύτρωσή του. Κατέληξα αρχηγός μιας αίρεσης, που οι οπαδοί της ήταν αναγκασμένοι να ζουν μια διπλή συνωμοτική ζωή με μια διπλή πίστη. Έπρεπε αυτή η αίρεση να ευαγγελίζεται το ξεπέρασμα των ορίων, να παρέχει πλήρη ελευθερία σε εκείνα ακριβώς τα σημεία που η επίσημη θρησκεία επιβάλλει τους πιο αυστηρούς περιορισμούς και τις σκληρότερες απαγορεύσεις». (σ. 281)
Άρα, η άρση των απαγορεύσεων λαμβάνει χώρα εσωτερικά, χωρίς να διακυβεύεται η εξωτερική σύμπνοια με το status quo. Οι εξωτερικοί μετασχηματισμοί της Παράδοσης κρίνονται αναγκαίοι για την οργανική επιβίωση και για την ωρίμανσή της εσωτερικά. Μπροστά σε τόσο λεπτές ψυχικές μεταβάσεις, ο αναγνώστης μυθοπλαστικών έργων θα ανάμενε περισσότερο συναίσθημα εκ μέρους ενός επίδοξου Μεσσία που αναπολεί τη διαδρομή του – έστω, να μας ομολογήσει ο Σαμπατάι (ή κάποιο από τα πολλαπλά είδωλά του) πως υποφέρει από την αγωνία του σχοινοβάτη. Ενώ οι ψυχικοί τόνοι που απελευθερώνονται μόλις απαλλαγούμε από το βάρος της μυθοπλαστικής αφήγησης έχουν κάτι από την αύρα των πιο μυστήριων φυσικών φαινομένων.
8/
Για πολλές δεκαετίες μετά τον θάνατο του Σαμπατάι Τσεβί, οι οπαδοί του συνέχισαν ως εξισλαμισμένοι Εβραίοι να συντηρούν κρυφά μια μεθοριακή θρησκευτική ταυτότητα – αυτήν της ιδιαίτερης εθνοθρησκευτικής ομάδας των Ντονμέδων («Αποστάτες», στα τουρκικά). Το 1910 ο Δυοβουνιώτης μαρτυρεί ότι στη Θεσσαλονίκη «υπάρχουσι σήμερον περί τας τέσσερας χιλιάδας Ιουδαίων ανηκόντων εις την αίρεσιν ταύτην των Σαββαταίων (Ντονμέδων)».[6] Αλλά και στην Τουρκία μαρτυρείται η επιβίωση των ισπανοεβραϊκών (Ladino) τη δεκαετία του 1920, και ενός λανθάνοντος σαμπαταϊστικού κινήματος: για παράδειγμα, μπορεί κανείς να βρει τη μαρτυρία ενός διευθυντή σε τουρκικό σχολείο που είδε τυχαία σημειωμένη στο τετράδιο κάποιας μαθήτριας μια προσευχή στον Σαμπατάι, από αυτές που οι γονείς μετάφεραν προφορικά μόνον στα παιδιά τους – πρόκειται μάλιστα για την ίδια προσευχή με την οποία κλείνει ο Γιάννης Πάνου το κεφάλαιο για τον Μεσσία: Besami Barohya ilen Sabatay Sevi es Sabetay Sevi Etno Dolos Monodos [Εν ονόματι του Σαμπατάι Τσεβί, Κυβερνήτη του μισού κόσμου...].[7] Πολύ συχνότερες είναι οι μαρτυρίες που βεβαιώνουν τη δυσπιστία με την οποία αντιμετωπίζονταν οι οπαδοί του Σαμπατάι από το τουρκικό κράτος, αλλά και από τους ορθόδοξους Εβραίους. Αυτή είναι η μοίρα των ανθρώπων που «πέφτουν» ανάμεσα στις παραδόσεις, ώστε καταλήγουν να μην ανήκουν ούτε στη μια, αλλά ούτε σε μιαν άλλη, εγκλωβισμένοι σε μια αέναη κίνηση μεταμορφωτική που τανύζει την ψυχή, μια εσωτερική ταλάντωση. Κάποτε, αυτή μοιάζει με μια μορφή εξύψωσης.
9/
Απομακρύνεσαι από τις ρίζες σου κι έτσι πραγματώνεις τον σκοπό τους – ή τις προδίδεις και τις λησμονείς; Είναι φοβερές οι στιγμές που όλα μεταμορφώνονται για να επιβιώσουν κι όμως αδυνατούμε να πούμε τι από τα δυο συμβαίνει: πλησιάζουμε την εστία, ή την αλλοιώνουμε και τη χάνουμε; Εκτός αν αυτή η αδιαφάνεια κι οι μεταμορφώσεις της είναι η αληθινή πατρίδα, το μέρος όπου συγκλίνουν οι ρίζες κι οι καρποί σου. Αυτή τη σκέψη μου γέννησε η ανάγνωση της Ιστορίας των Μεταμορφώσεων και πουθενά δεν μου φανερώθηκε ισχυρότερη, απ’ όσο στο έσχατο κεφάλαιο για τον Σαμπατάι Τσεβί.
10/
Υπάρχει, βέβαια, μπόλικη ειρωνεία στο κείμενο του Γιάννη Πάνου. Είναι μια ειρωνεία υποδόρια που αφορά την ανθρώπινη ματαιοδοξία (όπως στην εναρκτήρια εικόνα του Σολομών Μόλχο, ο οποίος ονειρευόταν έναν υπέροχο μανδύα να τον καταπίνει κι έτσι να «εξαφανίζεται με άπειρη ταχύτητα στα βάθη του ουρανού»). Αυτή η λεπτή και βελούδινη ειρωνεία δεν τρέπεται ποτέ στην εξόφθαλμη φάρσα ή στην κωμωδία. Αντιθέτως, ακόμη κι όταν ο Πάνου μας κλείνει το μάτι για το ενδεχόμενο ο Σαμπατάι Τσεβί να υπήρξε «μια επινοημένη αλληγορία», νιώθουμε μια συμ-πάθεια για το αναποδογύρισμα των πάντων που προκάλεσε το πέρασμα αυτής της αλλόκοτης μορφής. Από την άποψη αυτή, η Ιστορία των Μεταμορφώσεων διαβάζεται με τρόπο καμπαλιστικό. Διότι, μέσω του λόγου ενεργοποιούνται τρόποι να συνδέεται κανείς με τον κόσμο πέρα από τις υπάρχουσες κατηγορίες σκέψης και πέρα από τις τυπικές διακρίσεις κι αντιδράσεις απέναντι στα πράγματα.
11/
Ο κόσμος όλος είναι ένα βιβλίο – κι η Τορά είναι τα ερμηνευτικά σχόλια του Θεού στο βιβλίο που είναι ο κόσμος. Ξεκινώντας από μια τέτοια θέση τυπικά καμπαλιστική, ο Χάρολντ Μπλουμ εξέτασε (στο πιο παράξενο βιβλίο του) το ενδεχόμενο να λειτουργεί η λογοτεχνική κριτική ως μορφή της Καμπάλα: η ανάγνωση ενός εμπνευσμένου κειμένου –η ζωντανή σχέση μαζί του– συνιστά την ενεργοποίηση του κειμένου και την πρακτική επιστροφή σε μιαν αρχή λησμονημένη.[8]
12/
Βλέπουμε τον Σαμπατάι ως «επινοημένη αλληγορία», κι έτσι αποκτά νόημα ο Σαμπατάι ως ιστορικό πρόσωπο – παύει, δηλαδή, να συνιστά απλώς μια επινοημένη αλληγορία. Άτοπος ο Σαμπατάι, διέγραψε μια τεθλασμένη πορεία από τη Γάζα και την Παλαιστίνη ώς τη Δαμασκό και το Χαλέπι –κι όσο εμείς επινοούμε μια αλληγορία και τυλίγουμε τον Σαμπατάι μέσα της (όπως τυλιγόταν ο Σολομών Μόλχο σ’ εκείνον τον μανδύα που έβλεπε στα όνειρά του), τόσο αποκτά η πορεία του μια ενεργητική σημασία. Κι αν δεν μας φτάνει η αλληγορία; Τότε το τραύμα της ιστορίας μόνον βαθαίνει. Από τον Διόνυσο Ζαγρέα στον Χριστό και στον Σαμπατάι Τσεβί, η σχέση των ανθρώπων με τους μεσολαβητές του θεού είναι στην καλύτερη των περιπτώσεων αλληγορική.
13/
Όλα κατάγονται από μια υψηλότερη εκδοχή τους – τα πάντα κατάγονται από τον ανώτερο εαυτό τους. Αυτή η αόριστη αίσθηση με πετυχαίνει οπουδήποτε: διαβάζοντας, γράφοντας, περπατώντας. Αυτή με ωθεί να αναζητήσω μια Παράδοση – ή έναν Μεσσία, θα μπορούσε κάποιος ν’ αντιτείνει. Μεταξύ Παράδοσης και Μεσσία, όμως, υφίσταται διάσταση και ένταση. Πόσο «καλό» μπορώ να κάνω μόνος μου – πόσο «καλό» μπορώ να κάνω μαζί με άλλους, δίχως έναν μεσολαβητή και μετασχηματιστή; Η καμπαλιστική έννοια του «tiqqun» παραπέμπει στην αποκατάσταση και επανόρθωση της αρχέγονης καταστροφής που οδήγησε στον κατακερματισμό του κόσμου και γενίκευσε την πρυτανεία του κακού. Οι καμπαλιστές που ακολουθούν τη Θεοσοφική Καμπάλα του Ισαάκ Λουρία, για παράδειγμα, διδάσκουν πως μέσα από την Παράδοση οι άνθρωποι μπορούν να οικειοποιηθούν τους θεϊκούς σπινθήρες που έχουν διασπαρεί στον κόσμο και να χρησιμοποιήσουν τα θραύσματα ως μέσο για την επιστροφή σε μια ανώτερη κοσμική τάξη. Το έργο μιας τέτοιας αποκατάστασης ή επανόρθωσης είναι συλλογικό. Η ευθύνη για την αποπεράτωσή του βαραίνει τους ανθρώπους – εμάς! Κι ίσως οι άνθρωποι μπορούν ν’ αντλήσουν μέσω της Παράδοσης τη δύναμη για να ολοκληρώσουν τον κύκλο του «tiqqun» –ώστε καθετί στον κόσμο να αναβαπτιστεί και να επιστρέψει στην αρχική εκδοχή του.
14/
Όμως, ο Σαμπατάι Τσεβί είχε άλλη γνώμη: ακόμη κι αν οι άνθρωποι συλλογικά τηρούν τη λατρειακή πρακτική και μυηθούν στα μυστικά της Παράδοσης, πάλι δεν θα καταφέρουν από μόνοι τους ν’ αναταπεξέλθουν στο εγγενές Κακό που βρίσκεται ριζωμένο στον κόσμο. Αυτή είναι η «φτέρνα του Κακού», μια εκδοχή του κακού τόσο σκληρή και αναλλοίωτη μέσα στην ανθρώπινη φύση, ώστε οι άνθρωποι αδυνατούν να τη μεταμορφώσουν, εγκλωβισμένοι καθώς βρίσκονται σ’ έναν κατακερματισμένο και χωλό κόσμο. Μόνον ένας Μεσσίας μπορεί να τους συνδράμει – κι αυτός με τη σειρά του ενδυναμώνεται από την πίστη των ανθρώπων και λειτουργεί ως πυκνωτής, συνιστά λοιπόν ένα είδος αναγκαίου διαμεσολαβητή ανάμεσα στον κόσμο και στον Θεό που συγκεντρώνει και μεταμορφώνει την ανθρώπινη πίστη σε θεϊκή ενέργεια. Η ανάγκη για έναν Μεσσία –τυπική της προφητικής Καμπάλα– πηγάζει από την τεράστια δυσκολία να μεταποιήσουμε τον κόσμο με τις οικείες δυνάμεις μας, όσο και από την ταυτόχρονη αδυναμία μας να τον αποδεχθούμε ως έχει, δηλαδή ως κόσμο δυσλειτουργικό, λειψό. (Ενδιαφέρουσα σύμπτωση: ανάλογη ανησυχία για την αναπαλλοτρίωτη φύση του «κακού» συναντά κανείς στον Πολιτικό του Πλάτωνα και σε ποικίλα χωρία των Νόμων).
15/
Λέγεται πως ο Σαμπατάι προέβη στη δημόσια εκφώνηση της άρρητης θεωνυμίας αναγγέλοντας την έναρξη μιας νέας εποχής που επιτρέπονται τα πάντα. Ειδικά η αποκάλυψη του ονόματος του Θεού ήταν ο ευσεβής και ανίερος πόθος κι άλλων Καμπαλιστών, μάλιστα κάποιων που έδρασαν στο Βυζάντιο. Ο Μοσέ Ιντέλ αναφέρει τον Ραβί Αβραάμ Αμπουλάφια (1240-1291) και σημειώνει πως οι αντινομικές τάσεις του Σαμπατάι ενδέχεται να συνδέονται με τις έκκεντρες, περιθωριακές κι εκλεκτικές αναζητήσεις πολλών Καμπαλιστών του Βυζαντίου, οι οποίες συνεχίζονταν αδιάκοπα σε οθωμανικό πια έδαφος και πάντως μακριά από τα μεγάλα κέντρα της Καμπάλα και τις διδασκαλικές αυθεντίες.[9] Και το πνεύμα συγκρητισμού που επικρατούσε στην Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν ιδιαιτέρως ευνοϊκό: ο Γιώργος Κουτζακιώτης έχει δείξει ότι ο Παναγιώτης Νικούσιος (1613-1673), ο πρώτος Έλληνας Μεγάλος Διερμηνέας της Υψηλής Πύλης, πειραματιζόταν με έννοιες και σύμβολα της Καμπάλα (άλλωστε μετάφρασε ένα κείμενο του Σαμπατάι Τσεβί) και ότι Ορθόδοξοι λόγιοι της εποχής είχαν κάθε λόγο να νιώθουν ότι η Καμπάλα τούς αφορά: διανοητικά δίκτυα της εποχής, αθέατα κανάλια πολιτισμικών μεταφορών και εκλεκτικές συγγένειες συνδέουν τον Παναγιώτη Νικούσιο με τον Σαμπατάι, με τον Γιόχαν Ρόιχλιν (Johannes Reuchlin: 1455-1522) και με τον Αθανάσιο Κίρχερ (Athanasius Kircher: 1602-1680), τον Γερμανό ερμηνευτή της χριστιανικής Καμπάλα.[10] Πρόκειται για ιστορικά επιφαινόμενα των εσωτερικών μεταμορφώσεων που ιχνηλατούνται στην Ιστορία των Μεταμορφώσεων του Γιάννη Πάνου με όχημα την μεταμυθοπλασία: μετασχηματισμοί που προηγούνται των αποκρυσταλλώσεων που μελετά η διανοητική ιστορία, όσο και του επίσημου αναστοχασμού της Παράδοσης, «δείχνοντας» μια ρευστή εκδοχή της πνευματικής ζωής πίσω από την ιστορία.
16/
Το 1665 ένας «λοιμός σχεδόν παγκόσμιος», μια επιδημία πανώλης, ενίσχυσε τα εσχατολογικά σενάρια γύρω από το 1666. Έναν χρόνο νωρίτερα, το 1664, το λησμονημένο σήμερα γραμματολογικό υποείδος της κομητογραφίας, ήταν πιο δημοφιλές από ποτέ: για μήνες ένας θεόρατος κομήτης διέσχιζε τον ουράνιο θόλο κι έδινε την αφορμή να συγκρουστούν δυο τρόποι να κατανοείς και να ερμηνεύεις τον κόσμο: αφενός το αρχαίο αστρολογικό κοσμοείδωλο και αφετέρου το νέο πνεύμα της επιστημονικής παρατήρησης.[11] Πλησίαζε, πράγματι, η έλευση του Μεσσία; Ή μήπως πλησίαζε το πνεύμα της νεωτερικής επιστήμης; Το 1666 μπορούσε κανείς ακόμη να ισχυριστεί ότι ο κόσμος διέπεται από κρυφές ανταποκρίσεις μεταξύ μικρόκοσμου και μακρόκοσμου κι ότι οι αριθμοί, τα ονόματα, η ιστορία, τα φυσικά φαινόμενα συνθέτουν ολόκληρες προτάσεις στο παλίμψηστο της Δημιουργίας. Την ίδια στιγμή όμως, η αποκωδικοποίηση των συνάψεων φαινόταν πως θα μπορούσε να επιτευχθεί με νέα μέσα: η αλχημεία γινόταν χημεία, η αστρολογία κι η κομητομαντεία έδιναν τη θέση τους στη φυσική και στην αστρονομία, η αριθμοσοφία παραχωρούσε τη δική της θέση στην επιστημονική μέθοδο. Αυτές κι αν είναι μεταμορφώσεις! Αλλά, ποιο είναι το υποκείμενο της μεταμόρφωσης; Νομίζω πως την απάντηση δίνει η Ευδοξία Δελλή σε μια εργασία της, συζητώντας ένα άλλο κεφάλαιο από την Ιστορία των Μεταμορφώσεων, αυτό που αφορά στον φιλόσοφο Ψελλό: «Οι μορφές του Πάνου», γράφει η Δελλή, «είναι η τεράστια ενέργεια της μεταμόρφωσής τους».[12]
17/
Οι μεταμορφώσεις της ανθρώπινης ψυχής, οι μεταμορφώσεις του φυσικού κόσμου κι οι μεταμορφώσεις της ιστορίας είναι σύντονες και συνάμα σε μόνιμη διαπάλη. Ποια γραφή και ποια σύμβολα είναι ικανά να διασώσουν για χάρη μας λίγη από την ενέργειά τους;