Χάρτης 32 - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2021
https://www.hartismag.gr/hartis-32/eikastika/h-epistolikh-texnh-mail-art
Αν και αναπτύχθηκε στη δεκαετία του 1950 και του 1960, η επιστολική τέχνη (postal art, mail art, correspondence art) αποτελεί μια πρακτική τέχνης ή ένα είδος τέχνης, το οποίο παρουσιάζει μεγάλη διάδοση και σήμερα σε όλο τον πλανήτη, ιδιαίτερα μάλιστα λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που επέβαλε η πανδημία.[1]
Ουσιαστικά πρόκειται για καλλιτεχνικό κίνημα το οποίο αποσκοπεί στην προσέγγιση ενός ευρύτερου κοινού, πέρα από το «καλλιεργημένο» καλλιτεχνικά κοινό, μέσω των υπηρεσιών ταχυδρομείου. Η επιστολική τέχνη θεωρείται ότι ουσιαστικά υλοποιείται από τη στιγμή που παραλαμβάνεται από το κοινό της. Για τον καλλιτέχνη Edward M. Plunkett, το πρώτο έργο επιστολικής τέχνης ήταν η παράδοση της βασίλισσας Κλεοπάτρας τυλιγμένης μέσα σε χαλί στον Ιούλιο Καίσαρα.[2]
Και οπωσδήποτε ανάμεσα στους πιο πρόσφατους προδρόμους της μπορεί να περιληφθεί το έργο του Marcel Duchamp και των Ιταλών Φουτουριστών, αλλά και του Van Gogh[3] και βεβαίως των Ντανταϊστών.
Δύο είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της επιστολικής τέχνης. Καταρχάς, η επικοινωνιακή της λειτουργία. Αφενός, οι καλλιτέχνες και συγγραφείς εργάζονται σε συνεργασία με άλλους καλλιτέχνες και συγγραφείς, προωθώντας συνεργατικούς τρόπους που προβάλλουν την αξία της ισότητας και παράλληλα της ισότιμης δημιουργίας. Αφετέρου, για την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διάδοση της τέχνης αξιοποιούνται δίκτυα επικοινωνίας τα οποία παρακάμπτουν τους καθιερωμένους τόπους/χώρους επίδειξης και/ή πώλησης της τέχνης, δηλαδή τους εκθεσιακούς χώρους (γκαλερί) και τα μουσεία. Τα δίκτυα αυτά περιλαμβάνουν το επίσημο ταχυδρομείο και το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, κυρίως. Ως προς αυτό το τελευταίο, η επιστολική τέχνη της δεκαετίας του 1950 και του 1960 εμφανίζεται σε κάποιο βαθμό να είναι προδρομική των σύγχρονων εξελίξεων, όχι μόνον διότι το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο μέσω της άυλης αποστολής τείνει πλέον πρακτικά να αντικαταστήσει την αποστολή ταχυδρομικού υλικού, αλλά και της γενικότερης κυριαρχίας του διαδικτύου και των ηλεκτρονικών μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Το δεύτερο βασικό χαρακτηριστικό της επιστολικής τέχνης είναι η διαμεσική διασύνδεση διαφορετικών μορφών τέχνης: Τα μέσα τα οποία αξιοποιούνται στην επιστολική τέχνη περιλαμβάνουν κυρίως καρτ ποστάλ, ζωγραφική, κολάζ από υλικά όπως αποκόμματα εφημερίδων ή ανακυκλωμένο χαρτί, αλλά και αντικείμενα (found objects), πλαστικές σφραγίδες και «καλλιτεχνικές σφραγίδες» («artistamps» -- δηλαδή σφραγίδες φτιαγμένες από καλλιτέχνες), λογοτεχνικά κείμενα, όπως ποιήματα, σύντομα αφηγήματα, διηγήματα, κ.τ.ό., αλλά και μουσική (που μπορεί είτε να σταλεί γραμμένη μέσα σε ένα φάκελο με το τυπικό ταχυδρομείο είτε να περιληφθεί μέσω συνδέσμων με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο), ακόμη και σύντομα φιλμ.
Αν και η επιστολική τέχνη συνδέεται και με τις δράσεις του κινήματος Fluxus (Robert Filliou, George Maciunas, Robert Watts, Ben Vautier και άλλοι), o πρώτος δημιουργός επιστολικής τέχνης ήταν ο αμερικανός καλλιτέχνης της pop art και της εννοιολογικής τέχνης, Ray Johnson. Οι πειραματισμοί του ξεκίνησαν το 1943, αλλά η ταχυδρομική αποστολή των «moticos» του ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1950.[4] Ουσιαστικά επρόκειτο για φωτοτυπική αναπαραγωγή έργων (blueprints), τα οποία έστελνε μέσω του ταχυδρομείου με στόχο την ελεύθερη, τη δωρεάν διακίνηση της τέχνης και με σκοπό να προκαλέσει μια συγκεκριμένη ανταπόκριση από τους παραλήπτες (είτε αναγνωρισμένους καλλιτέχνες είτε απλώς φίλους του αποστολέα είτε εντελώς άγνωστους παραλήπτες).
Ο όρος «mail art» εμφανίστηκε στη δεκαετία του 1960. Το 1962 ο Plunkett επινόησε τον όρο «New York Correspondence School», για να αναφερθεί στη δουλειά του Ray Johnson. Ο όρος υιοθετήθηκε από τον ίδιο τον Johnson, που όμως σκοπίμως τον τροποποίησε: έτσι, ο όρος «correspondance» καθιερώθηκε για την επιστολική τέχνη του «Correspondance School». Ο Johnson έστελνε επιστολές με μηνύματα (doodles, σύντομα κείμενα, κ.λπ.) αποτυπωμένα μέσω χρήσης πλαστικών σφραγίδων, ενώ χρησιμοποιούσε ένα είδος λογότυπου γραμμένου με το χέρι, που ήταν το κεφάλι ενός λαγού.
Οι επιστολές των μελών αυτής της σχολής (άλλων καλλιτεχνών ή και τυχαίων παραληπτών, που ανταποκρίνονταν, στέλνοντας τις απαντήσεις τους) συνήθως περιλάμβαναν απλά ζωγραφικά σκίτσα ή αυτοκόλλητα, δίνοντας οδηγίες στον παραλήπτη να κάνει κάτι εξίσου απλό. Το χιούμορ είναι το κύριο χαρακτηριστικό των μελών αυτής της ομάδας, που δεν ήταν σημαντικοί καλλιτέχνες, αλλά μάλλον ακολούθησαν τον Johnson στην παιγνιώδη διάθεσή του επικοινωνίας.[5] Πρόκειται για μια δημοκρατική (όπως ο ίδιος ο Johnson τη χαρακτήρισε) μορφή τέχνης, με την έννοια ότι ο καθένας μπορεί να συμμετέχει, χωρίς να χρειάζεται να αφιερώνει πολύ χρόνο και χρήματα. Το αποτέλεσμα συνδέεται έτσι με τη μείωση του άγχους της δημιουργικότητας, ευνοώντας τον αυθορμητισμό και την έκφραση με χιούμορ.[6]
Όπως μπορεί να φανεί από το τελευταίο έργο, συχνά ο Johnson προκαλούσε την αντίδραση του παραλήπτη του με τη φράση «Please add and return» (Παρακαλώ προσθέσατε και επιστρέψατε») ή ζητώντας του/της να αποκόψει ένα κομμάτι και να το στείλει σε άλλους παραλήπτες.
Σύμφωνα με τον Johnson, η αλληλογραφία προσφέρει «έναν τρόπο να μεταφέρεις σε κάποιον ένα μήνυμα ή κάποια ιδέα που δεν είναι γλωσσική∙ δεν είναι μια αναμέτρηση δύο ανθρώπων. Είναι ένα αντικείμενο που το ανοίγεις ιδιωτικά, πιθανώς, και κοιτάς το μήνυμα […]. Κοιτάς το αντικείμενο και, ανάλογα με τον βαθμό του ενδιαφέροντός σου, άμεσα αυτό σου περνά το μήνυμα τι υπάρχει εκεί».[7]
Αν και επισήμως η Correspondance School σταμάτησε τη λειτουργία της το 1973 (με μια ανακοίνωση στις Νεκρολογίες των New York Times!), ο ίδιος ο Johnson συνέχισε να στέλνει έργα του μέχρι τον θάνατό του, το 1995. Ήδη όμως άλλοι καλλιτέχνες είχαν πάρει τη σκυτάλη. Ο έφορος τέχνης Matthew Higgs έστειλε ταχυδρομικά το έργο μια ομάδας νέων βρετανών καλλιτεχνών (Billy Childish, Jeremy Deller, Peter Doig, Ceal Floyer, Alan Kane, Elizabeth Peyton, and Chris Ofili), αντιδρώντας στην προκλητικά εμπορική YBA movement του Damien Hirst (από το 1988 και εξής). Η Miranda July στο Όρεγκον των ΗΠΑ κινήθηκε αναλόγως στα 1995, προκαλώντας μια μεγάλη κίνηση επιστολικής τέχνης, μεταξύ αγνώστων της γυναικών καλλιτεχνών και κινηματογραφιστών. Ο Ruud Janssen στην Ευρώπη, στην τελευταία δεκαετία της χιλιετίας, κινήθηκε προς μιαν άλλη κατεύθυνση, αυτή των επιστολικών συνεντεύξεων.
Στη νέα χιλιετία, το ενδιαφέρον των καλλιτεχνών στρέφεται πλέον στις δυνατότητες της διαδικτυακής επικοινωνίας.[8] Από τις πιο πρόσφατες εξελίξεις είναι η δεύτερη Μπιεννάλε «Mail Art» στη Brooklyn Space Ground Floor Gallery της Νέας Υόρκης, που έλαβε χώρα τον Αύγουστο του 2017. Η πρόσκληση στους καλλιτέχνες ανακοινώθηκε μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και του Facebook, και ανταποκρίθηκαν σε αυτή καλλιτέχνες από όλα τα σημεία της γης.
—————
Σχετικό κείμενο:
«Αν αυτές οι λέξεις δεν σε θυμούνται»: Σύντομα Σιντ Κόρμαν / Γιώργος Χουλιάρας - Χάρτης (hartismag.gr)